3
..."Κάθε συνθέτης τελικά είναι πολύ ευάλωτος κι ανυπεράσπιστος. Όπως και κάθε ερμηνευτής. Στα, δεν μπορεί ούτε να διανοηθεί κανείς πόσα, λάθη, στις ορέξεις και στις αυθαιρεσίες του κάθε επίδοξου (και μη) αντιγραφέα, αλλά και διασκευαστή." Ξαναδίνομαι μέσω ενός απ' τα σπουδαία αφιερώματα του μαγαζιού, αυτό στις διασκευές. Λίγα θ' άλλαζα σήμερα σε επιλογές και σχόλια.
Μια εποχή, η φράση (το νόημά της) "υποκειμενική απιστία" προς το τραγούδι, που 'χα δει στον Josef Dichler, με μπλοκάρισε. Την κατανόησα μετά από δίνες, και τότε ένιωσα απότομα να φεύγω πάλι. Συνειδητοποιώντας ότι αυτό για το οποίο μιλάει, καθότι το ίδιο αναπόφευκτο, καταλήγει "φυσιολογικό". Η ατέρμονη μουσική ανακύκλωση αποτελεί βαρύ κομμάτι, ανεξαρτήτως της μεταχείρισης προς τα τραγούδια. Είναι πράξη του τροχού που γυρίζει. Ανακουφίζει την Ιστορία. Τυπώνει αποδείξεις του χρόνου που 'φυγε, μέσα και μετά από λάθη. Γενιές αλλάζουν, αλλά ερωτεύονται το ίδιο, τα ίδια. Ονοματίζει το κλασικό.
Πολλοί έδωσαν (δίνουν) δίσκους με διασκευές, λίγοι, ωστόσο, μόνον τέτοιους. Πρακτική που δε συνάδει με τα ασφυκτικά βιογραφικά που 'χαν ήδη οι Olivier Libaux και Marc Collin όταν συνέλαβαν το κόνσεπτ. Η ιδέα τους, δε, να πάρουν κομμάτια απ' τα new wave και post-punk 80s, να τα μεταλλάξουν σε ακουστικά υβρίδια με bossa nova και 60s pop γονίδια, και να τα δώσουν σε νεαρές ερμηνεύτριες που ιδέα δεν είχαν για τα πρωτότυπα, ήταν έξυπνη, με ημερομηνία λήξεως. Κι αφού εκμεταλλεύονται κι απομυθοποιούν χιτ, είναι κι εκτεθειμένοι να λένε οι πάντες τα μεγέθη τους. Εντούτοις, αυτά κι η δόση τυχοδιωκτισμού τους (όπως και σ' άλλους), ισοφαρίζονται απ' ό,τι κατέχουν καλά, στούντιο και μουσικακουστική τεχνολογία.
Με τα χρόνια, έχω αρχίσει να σέβομαι αρκετά την εμπορική αποδοχή, το κοινό αίσθημα. Που δεν αποκλείει την κατάχρηση, το περσινό cd των Hollywood, Mon Amour, όπου ο Collin με παρόμοια ομάδα παίζει επιτυχίες από soundtracks ταινιών των eighties, με επαληθεύει. Μια αφορμή ανέφερα βέβαια, η κατάχρηση είναι συμπεριφορά, αρχίζει απ' αλλού. Κι αφού στο γύρισμα του τροχού χρειάζεται να διαχωρίζεις, το ένα από κει και τ' άλλο από δω, ε, δεν εκπλήσσεσαι αν όλα δεν είναι ούτε στραβά, ούτε ορθά, αλλά ανάκατα. Όπως στην καθημερινότητα. Ο Paul Anka το '05 έκανε τζαζ διασκευές ροκ κομματιών, βάζοντας μέσα "Smells Like Teen Spirit" και "Black Hole Sun". Μεμπτό; Δεν έχω λόγο. Αποδεκτό; Ασυζητητί, όχι. Βέβαια, οι επιλογές των κουμανταδόρων εδώ δεν αφορούν πάντα σε κλασικές. Κάποιων κολλημένων με τα 80s, τις λες. Οι φετίχ σχέσεις οδηγούν σε τέτοιες ιδιοποιήσεις και μυθολογίες, απ' αυτό πάσχουν κι όσοι δε δέχονται καν το θέμα. Ένα ακροατήριο από κατοπινές γενιές, εντούτοις, σπρώχνει για κλεισμένα λάιβ στην Ευρώπη ως τον Οκτώβρη. Και φτάνουμε στο γύρισμα του τροχού για τρίτη φορά. Ο κόσμος περνάει καλά.
Οι Nouvelle Vague έδωσαν πιο ολοκληρωμένα το τι ήθελαν στο "Bande A Part", μουσικά κι ενορχηστρωτικά, σήμερα το ξέρουμε καλύτερα. Το "Dance With Me" λ.χ. είναι να το απολαμβάνεις χωρίς ζόρι. Στο φετινό "3", οι ιθύνοντες έψαξαν τη συνολική νομιμοποίηση, μια που να 'ναι ταυτόχρονα κι ελκυστική. Τη βρήκαν στους ορίτζιναλ τραγουδιστές, έκαστος γκεστ σε ντουέτο: Martin L. Gore στο "Master And Servant" - ίσα στο ρεφρέν, δεν κάνει την μπαμ εμφάνιση, αλλά την απλή, Ian McCullogh στο "All Your Colours" - ορεξάτος, ίσως διότι αυτός δεν κάνει γενικώς και βρήκε ευκαιρία, και ναι, τη σηκώνει, είναι μια διασκευή με καράτια, Terry Hall - πάει (έτσι κι έτσι) όλο το "Our Lips Are Sealed", η Marina Celeste σιγοντάρει, Barry Adamson στο "Parade" - χάνει ολικά έναντι ενός Howard Devoto, και Samy Birnbach - με την Phoebe Kildeer τα βάζουν μ' ένα αλά τσιγγάνικο "Not Knowing". Απ' τα υπόλοιπα, το "The American" είναι σπουδαίο έτσι. Τα μέτρια τα μαντεύετε.
Από μια σκοπιά το "3" το λες αλλιώς και βγάλσιμο της ψυχής. Τρίτος δίσκος, ξανά που δανείζεις εύκολα, δε φοβάσαι μη σκονιστεί, δεν παίρνεις στα πολύ σοβαρά, δε θα 'ναι στους πολύτιμούς σου. Θα 'ναι όμως, οι NV στα αξιοσημείωτα (αρνητικώς ή θετικώς) των zeros για τις χιλιάδες πωλήσεις χωρίς μια ορίτζιναλ σύνθεση. Πριν είκοσι χρόνια θα το 'κανε ο Malcom McLaren, στις εποχές μας δυο Γάλλοι, επιτήδειοι στο να αφουγκράζονται. Φύγαμε.