Η απουσία του γράφοντος από το Mic εδώ και κάμποσους μήνες οφείλεται κατά κύριο λόγο σε "ανειλημμένες" στρατιωτικές υποχρεώσεις. Ωστόσο, καμιά αγγαρεία, καμιά σκοπιά, και καμιά παραμεθόριος δε θα μπορούσε να σταθεί για πολύ εμπόδιο για εκείνον από το να ξαναβρεθεί στις σελίδες του Mic. Τουλάχιστον όχι όταν ο Bobby Wratten έχει βγάλει καινούριο δίσκο!...
Κι επειδή το όνομα Bobby Wratten δε λέει και πάρα πολλά στους περισσότερους, ας επαναλάβουμε ότι πρόκειται για τον άνθρωπο πίσω από τους Trembling Blue Stars, τους Northern Picture Library και τους The Field Mice: οι πρώτοι ευθύνονται για μια σειρά από υπέρκομψους pop δίσκους από το δεύτερο μισό των nineties μέχρι σήμερα, οι δεύτεροι άφησαν πίσω τους ένα εξαιρετικό album και μερικά EPs σε πιο ambient κατευθύνσεις, ενώ οι τελευταίοι έμειναν στην ιστορία ως ένα από τα groups-ορόσημα για τη σκηνή που ονομάστηκε indie pop και άνθισε μέσα στην προηγούμενη δεκαετία. Πρόσφατα, η θρυλική ετικέτα Les Temps Modernes επανακυκλοφόρησε τα άπαντα των The Field Mice σε τέσσερα cds πραγματικούς θησαυρούς, ενώ είναι η ίδια αυτή εταιρεία που κυκλοφορεί και αυτό το oλοκαίνουριο side project του Wratten, στο οποίο τον βρίσκουμε παρέα με τον Ceasar και την Carolyn από τους - άλλοτε labelmates του στην Sarah Records - The Wake.
Ουσιαστικά δεν πρόκειται τόσο πολύ για σύμπραξη των Trembling Blue Stars και των The Wake, όσο για πέντε τραγούδια από τον καθένα τους που απλά κρίθηκε καλό να μπουν στο ίδιο cd και κάτω από ένα κοινό όνομα. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά: ακούγοντας το album δίχως να κοιτάξει κανείς ποιος έχει γράψει το κάθε τραγούδι, το μόνο βέβαιο είναι πως - όσο μυημένος κι αν είναι στον ευαίσθητο τρόπο γραφής του Wratten - θα αποτύχει να εντοπίσει ποια από τα κομμάτια έχει γράψει εκείνος και ποια οι συνεργάτες του. Το εναρκτήριο "The Bracken", οδηγούμενο από ένα μνημειώδες βασικό riff και ποτισμένο με μια αέρινα μελαγχολική διάθεση θα μπορούσε να υπάρχει σε οποιονδήποτε δίσκο των Trembling Blue Stars, κι όμως πρόκειται για σύνθεση του Ceasar. Aντίθετα, το οργανικό "In Quiet Isolation" μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από το "The Moon And The Melodies" των Cocteau Twins και του Harold Budd, και πρόκειται για ένα δείγμα γραφής που είναι ασυνήθιστο για τον Wratten: παρ'όλα αυτά, πρόκειται για μια ολόδική του σύνθεση, στην οποία πραγματικά διαπρέπει στη δημιουργία ενός αισθαντικού ηχητικού διάκοσμου δίχως να χρειάζεται κρουστά ή φωνητικά, έστω κι αν βρίσκεται σε ένα μάλλον ξένο για εκείνον χωράφι.
Έτσι, οι μουσικοί που απαρτίζουν τους The Occasional Keepers κατορθώνουν να βγουν για λίγο από τις συνηθισμένες τους φόρμες προκειμένου να έρθουν ο ένας πιο κοντά στο ύφος του άλλου, και το πείραμα αποδεικνύεται απόλυτα επιτυχές: σε μια διαδοχή ορχηστρικών και "κανονικών" κομματιών, το ύφος του "The Beauty Of The Empty Vessel" διατηρείται με συνέπεια σε μια μεταμεσονύκτια και ποιητική διάθεση, δίχως σκαμπανεβάσματα, αλλά με κάμποσες αισθητικές κορυφές. Πρώτη και καλύτερη από αυτές είναι το "The Crackle Of Debris" το οποίο, παρότι βρίσκεται "θαμμένο" λίγο πριν το τέλος του δίσκου, κατορθώνει να σκορπίσει απλόχερα με την πρώτη κιόλας ακρόαση την ελεγειακή του ομορφιά. Στις ιδιαίτερες στιγμές του album κατατάσσονται και τα δύο κομμάτια στα οποία συνδράμει στα φωνητικά η Beth Arzy (Αberdeen, Trembling Blue Stars), τα στρατηγικά τοποθετημένα "J. Carpenter Kid" και "Desire", στα οποία η καθαρότητα της ερμηνείας της αποφορτίζει τη βαριά ατμόσφαιρα του δίσκου και επαναφέρει εκείνο το γνωστό νοσταλγικό κλίμα κάθε φορά που η πορεία του album τείνει σε σκυθρωπές διαθέσεις.
Βέβαια, δε θα περιμένατε μια αντικειμενική κριτική από κάποιον που άφησε τη σκοπιά του στη μέση για να παρουσιάσει αυτό το δίσκο για λογαριασμό του Mic. Έτσι, λοιπόν, όσοι διαβάζουν πίσω από τις γραμμές μπορούν άνετα να μεταφράσουν τα παραπάνω στο ότι έχουμε έναν απλά αξιοπρεπή, ακουστικό κατά βάση, δίσκο που είναι προορισμένος να εκτιμηθεί μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Κάποιοι άλλοι όμως γνωρίζουν καλά ότι μέσα στο "The Beauty Of The Empty Vessel" πρόκειται να βρουν εκείνη την πολύτιμη ευεργετική ουσία που μπορεί να στέκεται, για όποιον έχει τη διάθεση να ακούσει, κάτι περισσότερο από απλή παρέα.