Solctice
Μεσογειακό κλίμα, μεσογειακή διατροφή, τώρα και μεσογειακή τζαζ; Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Ξεφυλλίζοντας την πολύ καλή ειδική έκδοση για την ελληνική τζαζ του περιοδικού Jazz και Tζαζ και παρατηρώντας τη σχετική δισκογραφία η οποία καταγράφεται εκεί μέσα με εξαντλητική λεπτομέρεια, σκέφτομαι ότι σε γενικές γραμμές η τζαζ στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά μια fusion. Είναι μάλλον ιδιαίτερα δύσκολο για τους Έλληνες μουσικούς να απεμπλακούν από την αισθητική επίδραση του μεσογειακού κλίματος. Εδώ χρησιμοποιείται η λέξη κλίμα και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Με οποιαδήποτε μορφή της τζαζ κι αν επιχειρήσουν να καταπιαστούν, ακόμα και τις πιο ακραίες σύγχρονες εκφάνσεις της, η αλμύρα της θάλασσας ή οι θερμοί νοτιάδες του θέρους θα δηλώνουν σχεδόν πάντα το παρόν, είτε συνειδητά εκ μέρους των δημιουργών είτε χωρίς καν να παίρνουν χαμπάρι ότι το κάνουν. Η ελληνική τζαζ είναι μπολιασμένη με ήλιο. Οι Omikron Project δεν αποτελούν εξαίρεση.
Ξεκινά δυναμικά ο δίσκος των Omikron Project. Στο εναρκτήριο κομμάτι, από τα πρώτα δέκατα του δευτερολέπτου θυμήθηκα τον Ornette Coleman του «The shape of jazz to come». Παίζουν πυκνά και άφοβα, σε μια σύνθεση η οποία αναπτύσσεται γρήγορα με τα πνευστά να τρέχουν επάνω στη rhythm section. Στο επόμενο κομμάτι οι ταχύτητες πέφτουν ελαφρώς, χωρίς το στυλ να αλλάζει πολύ. Στο τρίτο κομμάτι το Ζero Option ξεκινάνε οι ιδιαιτερότητες. Αρχίζουμε δηλαδή να αναγνωρίζουμε τα θερμά χαρακτηριστικά μιας ιδιόμορφης τζαζ exotica. Πρωταγωνιστής είναι το didgeridoo, ένα πνευστό μουσικό όργανο των Αβοριγίνων. Μαζί με το μπάσο που επίσης έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και κεντάει μελωδικά, χτίζουν μια αφαιρετική αλλά και γήινη μουσική η οποία ανοίγει ουσιαστικά την πόρτα στον ακροατή και τον συστήνει στη βασική ατμόσφαιρα του δίσκου.
Απλά και όμορφα φτάνουμε στη μέση του άλμπουμ με το κομμάτι Solstice. O πυρήνας του δίσκου. Όχι μόνο επειδή είναι στο κέντρο, αλλά και επειδή ο αισθητικός προσανατολισμός του χαρακτηρίζει ολόκληρη την προσπάθεια. Εδώ οι ταχύτητες έχουν πέσει ολοκληρωτικά. Η διάθεση είναι νωχελική, σχεδόν ambient, με μελωδίες από τα πνευστά και διακριτικές ritual νύξεις από τα κρουστά. Είναι υπέροχο κομμάτι. Σε μια ιδανική κοινωνία φαντάζομαι τα παραλιακά μπαρ να έχουν μια εντελώς πιο «σοβαρή» αισθητική και την ώρα που πέφτει ο ήλιος και μόλις έχεις βγει από τη θάλασσα να μπορείς να απλώνεις το βλέμμα στον ορίζοντα και να ακούγεται αυτού του είδους η μουσική. Πως είναι το Café del Mar στη μέση της Μεσογείου… Καμία σχέση.
Daylight όνομα και πράγμα. Το έβδομο κομμάτι τελείως αβίαστα μου θυμίζει το ρευστό, αεράτο και τρεχάτο παίξιμο του Steve Lacy έτσι όπως ανοίγει με το σοπράνο σαξόφωνο. Σύντομα όμως ξαναεμφανίζεται το didgeridoo για να μας βάλει πάλι στην εξωτική ραθυμία, κάπως σαν σε όραμα, σαν να είσαι ζαλισμένος από τη ζέστη και πιθανόν και από το αλκοόλ, αυτή τη φορά όμως προς το τέλος διακρίνεις και κάποια ανατολίτικη πινελιά. Στο ΤΤC ακούμε μια πάρα πολύ ωραία τρίλεπτη ντραμιστική άσκηση. Τέλος το Floating είναι το πιο ταιριαστό κλείσιμο, μιας και συναντιέται η free jazz με την οποία ξεκινά ο δίσκος με την ambient αύρα του προαναφερθέντος Solctice με ιδιαίτερη επιτυχία.
Εν κατακλείδι έχουμε ένα πραγματικά ωραίο άλμπουμ με χρηστική αξία. Εννοώ δηλαδή ότι ακούγεται. Δεν είναι ούτε σπαζοκεφαλιά ούτε ελιτίστικο. Ακούγοντάς το έπιασα τον εαυτό μου να επαναλαμβάνει τις ακροάσεις αυτόματα χωρίς να το επιλέξω, κυρίως γιατί χαιρόμουν αυτό τον θερμό και ρευστό ήχο του. Τέτοιες ηχογραφήσεις είμαι σίγουρος ότι μπορούν να βοηθήσουν και τους δύσπιστους με τη τζαζ, να ξεκινήσουν να τη χωνεύουν. Αυτό από μόνο του τις κάνει πολύ απαραίτητες.