Ο Παντελής Στόικος τρύπωσε στα μουσικά δρώμενα της χώρας μας μέσα από τις σπουδαίες του συνεργασίες με τη Μπάντα της Φλώρινας ή των αδελφών Βαλκάνη και το τρίο Βαλκάνο. Κατάφερε όμως ν' αποκτήσει δική του φωνή και να γίνει ευρύτερα γνωστός συμπράττοντας με την πολυμορφική μουσική παρέα του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Ο μονά-δικός του τρόπος παιξίματος της τρομπέτας τον έφερε στην συντροφιά του Θανάση και τον έκανε ισότιμο μέλος σε ένα ξέφρενο μεθυστικό πανηγύρι, ένα ντελιριακό πάντρεμα ήχων, σκοπών, ρυθμών και στίχων που απογείωσε το σχήμα στις περσινές του συναυλίες ανά την Ελλάδα.
Τώρα έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να επιχειρήσει τα δικά του προσωπικά πατήματα με όχημα τη νεόδμητη εταιρία παραγωγής του Κρουστόφωνου, που υποτιτλοφορείται ως Εργαστήρι Κρουστών - Μουσικό Παιχνιδοθέαμα. Οι 12 συνθέσεις και παραλλαγές που θ' ακούσετε στην ταπεινή αυτή προσπάθεια με τον τίτλο "Θραύσεις", δεν είναι θρύμματα ή εύκολα δάνεια μιας μακράς παράδοσης. Είναι απόπειρες μιας πρώτης ρήξης, είναι σπάραγμα και διάλυση σκοπών και αποθησαύρισμα υλικών για ανοικοδόμηση ενός νέου βαλκανικού τζαζιστικού ιδιώματος.
Το μπάσιμο είναι ιδιόμορφα θεατρικό με την θετική αξία του επιθέτου. Το κομμάτι "Solo Τρομπέτα Ι" σηκώνει την αυλαία του δίσκου αλλά συγχρόνως ανοίγει και τη σκηνή για έναν νέο ταλαντούχο καλλιτέχνη. Αρπίσματα πιάνου, παλαμάκια και κρουστά ποικίλουν στο φόντο και υπόσχονται πολλά για την επερχόμενη περιδιάβαση της.
Ακολουθεί το Ακριτικό Τρίο και το βαλκάνιο "Έντεκα". Παρά ένα δώδεκα κι αρχίζει το ζέσταμα της φωνής που σολάρει ως όργανο πνευστό. Χορδόφωνο για την ακρίβεια. Κατόπιν οι αφοί Βαλκάνη τ' αρμέγουνε σφυρίζοντας στον Γιάννη Μουγκό με το χάλκινο πολυπνευστικό τους ταμπεραμέντο. Άι σαλάγατα τα πράιτα ωρέ τσέλιγκα.
Πρώτη έκπληξη το "Solo Τρομπέτα ΙΙ" που καταφέρνει μια αρκούντως εντυπωσιακή θραύση. Ενδοσκοπικά παραπονιάρικη, διερευνητική και ταξιδιάρικη. Γλυκιά αναδίφηση, ευφυής κατάβαση και γόνιμη ανάδυση από τα δροσερά νερά στον φρέσκο αέρα. Χωρίς βιάση, χωρίς πρεμούρα, με όλη την σοφία του ταξιδιού, χωρίς έγνοια για την Ιθάκη που παραμονεύει στο τέλος.
Αλλαγή κλίματος. Trio de Janeiro, διάθεση για καραμπόλες, "Μουσική για παιδιά", κέφι, αναζήτηση, παιχνίδι με ιαχές και φωνητικά σκέρτσα που συνδιαλέγονται με το κλαρίνο του Βασίλη Κομματά. Κάπου στη μέση, τη δράση αναλαμβάνει η τρομπέτα του Παντελή ο οποίος πριν σιγόπαιζε κάτι στο πιάνο κάπου στο βάθος. Γέλια χάχανα για το κλείσιμο. Τι ωραία που παίξαμε, αύριο τα ξαναλέμε και τα τοιαύτα. Μέγκλα.
Η βαλκανίζουσα "Μπαλάντα" επαναφέρει το κλίμα στα βήματα του Ακριτικού Τρίο. Μοναδική αίσθηση στο άκουσμα της τρομπέτας. Σιγουριά και διάθεση γι' απόδραση από τις πεπατημένες φόρμες.
Το "Neret" είναι η αποκάλυψη του παρόντος σιντί. Η σοπράνο φλογέρα του Σάκη Αθανασίου μονομαχεί με την άλτο συνάδελφό της του Στόικου μέχρι τελικής συμφιλιώσεως. Στο φόντο ή και στο προσκήνιο παρεμβαίνουν βουκολικές προκλητικές αντιφωνίες παρέα με την αναρχοαυτόνομη ηλεκτρο-κιρικικίζουσα κιθάρα του Γιάννη Τσώτσου.
Ακολουθεί σαν καθαρόαιμο αγωνιστικό της φόρμουλα ένα η "Γρήγορη Στάνκενα". Φρενήρης ρυθμός, παύση για ανεφοδιασμό και συνέχεια με ακόμη ταχύτερες σβούρες.
Οι σφυγμοί πέφτουν στο εν Τορίνο ηχογραφημένο ζωντανά "Ζα Ράμο" του Τρίο Βαλκάνο. Τους Στόικο και Καμματά συνοδεύει ο ευρεσιτέχνης τυμπανιστής Αλέξανδρος Παπαδόπουλος. Ο τελευταίος μας εισάγει υποδειγματικά στην εννιάλεπτη φαντασία [αυτοσχεδιασμός κατά τον Τσιτσάνη] των 5/8 που ακολουθεί, όπου οι δυο μονομάχοι τα χώνουν στην παράδοση. Πνευστές φωνές κι αναπνοές αλληλοδιαδέχονται τα ηχοχρωματικά πατρογονικά πιασίματα.
Κύματα ήχων δειλά στην αρχή, ξέφρενα μετά, ξεχύνονται ωσάν καταρράκτες από το ομώνυμο κομμάτι, σύνθεση του Παντελή και εκτέλεση των Βορείων Εταίρων.
Το Τρίο των ακριτών κλείνει με την δική του παραλλαγή στον "Μαντιλάτο" χορό. Μαντιλάτος ή μαντολάτος, είναι σίγουρα πολύ ενδιαφέρον αλλά κάπως σύντομο επιδόρπιο. Μετά από ένα μακρύ μακρινό πεντάλεπτο κενό ακολουθεί σχόλιο αυτοσχεδιαστικό μετά μουσικής.
Παρά το γεγονός της ανομοιογένειας του υλικού, λόγω των διαφόρων σχημάτων με τα οποία συλλειτουργεί ο Παντελής, υπάρχει μια ευεξήγητη ισορροπία που δημιουργεί το παρεϊστικο κλίμα όλων των ηχογραφήσεων. Το αποτέλεσμα ως σύνολο καταφέρνει να διατηρεί ίσες αποστάσεις από τη φολκ, τη θρακομακεδονική δημοτική μουσική και τους αυτοσχέδιους δρόμους της τζαζ. Μ' ενοχλεί κάπως η αγγλικούρα Thrafseis που βλέπω κάτω από τον ελληνικό τίτλο. Αλλά το παραβλέπω γιατί διαβλέπω ένα αυθεντικό ταλέντο που ετοιμάζεται ν' απογειωθεί. Στην επόμενη δουλειά του βέβαια, αλλά κάπως πρέπει να πάρει και το βάπτισμα του πυρός. Και σαν τέτοιο σιντί είναι και άξιο ακοής και άξιο μελέτης.