Nelson
Κοιτάζοντας την Ιταλία στον παγκόσμιο χάρτη συμπεραίνει κανείς ότι η γειτονική χώρα διαθέτει τεράστια φήμη διεθνώς, αντίστροφα ανάλογη με το σχετικά μικρό της μέγεθος, για ένα σωρό πράγματα. Αν σήμερα η επικαιρότητα την περιορίζει στις κατά τόπους μαφιόζικες οικογένειες, τις Ερυθρές Ταξιαρχίες, τα ροζ σκάνδαλα του Μπερλουσκόνι, εξακολουθούν να την τιμούν οι διαχρονικές αξίες της πίτσας, της μακαρονάδας, της παρμεζάνας και φυσικά της σπουδαίας ιταλικής μουσικής, ισόβιο μέλος της οποίας διατελεί ο τραγουδοποιός Paolo Conte.
Από τη δεκαετία του '60 -που εμφανίστηκε ως ο "κρυμμένος" δημιουργός πίσω από επιτυχίες του Adriano Celentano και της Patty Pravo για να αναδυθεί τελικά φωνή τε και σώματι το 1974- μέχρι και σήμερα με το "Nelson" ο εκλεκτός βραχνόφωνος έχει εμπλουτίσει το "δισκογραφικό" του με πολυάριθμες καταχωρήσεις. Και ενώ οι διαφοροποιήσεις από δίσκο σε δίσκο είναι μεγάλες, η χαρακτηριστική μπάσα φωνή του, το πιάνο, οι πολύχρωμες και κυμαινόμενες σε διάθεση συνθέσεις ήχων από τζαζ, ιταλική φολκ, σουίνγκ και τα σποραδικά του φλερτ με τις λάτιν μουσικές είναι τα σταθερά στοιχεία που τον καθιστούν μουσικό είδος από μόνο του.
Στον τελευταίο του δίσκο -που από αυτά που δηλώνει ο ίδιος θα είναι και ο τελικός του- και έχοντας ο ίδιος ήδη 73 χρόνια στους ώμους του, η δημιουργικότητά του δε φαίνεται να έχει υποστεί κανένα φοβερό πλήγμα. Λογικό, αφού δε θα ρίσκαρε με ένα λιγότερο επιβλητικό κύκνειο άσμα τη φήμη που έχτιζε επί δεκαετίες και δε θα περιοριζόταν σε απλό αναμάσημα του παρελθόντος. Η μελαγχολία που είχε εκφράσει εντονότερα από ποτέ την τελευταία δεκαετία και ιδίως στον αριστουργηματικό "Psiche", εδώ έχει αντικατασταθεί από ζωηρούς, παιχνιδιάρικους ρυθμούς εποχής και χιούμορ κάτι που αναδεικνύεται στα κομμάτια "Sotto la Luna Bruna" και "Jeeves". Μελαγχολικές εξαιρέσεις είναι το "Tra le Tue Braccia" και το "Clown". Όπως και στο παρελθόν έτσι και εδώ, ο Paolo Conte δεν περιορίζεται στους ιταλικούς στίχους αλλά ξαναπαίζει με αγγλικά, γαλλικά - στο ντουέτο του με την Laura Conti "C'est Beau"- και για πρώτη φορά με τα ισπανικά του, πράγμα ενδεικτικό των πολυάριθμων επιρροών του.
Και ξανά, η ιταλιδο-γαλλίδα μουσική του συνδιαλέγεται με ήχους από τζαζ, σουίνγκ, ποπ, απαλές νότες από βαλς και μιλόνγκα ενώ το πιάνο συνοδεύεται από σαξόφωνο, ακορντεόν, βιολί και απειροελάχιστα ηλεκτρονικά αποπειράματα για να φτιαχτεί τελικά με χαρακτηριστική μαεστρία μια αρμονική πολυφωνία στο "Nelson". Το μόνο ατόπημα στη μουσική επένδυση είναι ένα περίεργο ηλεκτρονικό "τζιτζικάκι" που έχει εισβάλει στο "Sarah", απομυζώντας πολλούς από τους χυμούς της κατά τα άλλα συμπαθητικής μπαλάντας. Αλλά νομίζω ότι ο οποιοσδήποτε θα προσπερνούσε αυτό το ατυχές συμβάν ενός πολύ καλού δίσκου, αφιερωμένου μεταξύ άλλων και στον πολυαγαπημένο σκύλο του Paolo Conte, τον Nelson.