Sunny side up
Δεν είσαι καλά καλά είκοσι χρονών και η μουσική σου πουλάει τρελά, οι συναυλίες σου γίνονται sold out εν ριπή οφθαλμού και ως επιστέγασμα των κατορθωμάτων σου ανοίγεις και μια συναυλία των Led Zeppelin. Και κοιτάς πίσω, που ήσουν τον προηγούμενο χρόνο, και βλέπεις ένα από εκείνα τα μουντά τοπία της Σκοτίας, πανέμορφα για τους τουρίστες, κουραστικά για όσους κάθονται περισσότερο από ένα μήνα, να προσπαθείς να κάνεις να σε προσέξουν οι διάφορες εταιρίες παίρνοντας μέρος σε μουσικά talent shows. Ο Paolo Nutini περπάτησε τη διαδρομή από το τίποτα στο όλα σε λιγότερο από ένα χρόνο. Όχι άσχημα για έναν όχι και τόσο όμορφο νεαρό, που με ένα τσακισμένο φαλτσέτα και μερικά τραγούδια που σε πηγαίνουν πίσω δεκαετίες, κατάφερε να εκτοπίσει από τα charts της Βρετανίας τη σάχλα της δήθεν ανάλαφρης ποπ και τα ξεπεσμένα παλικάρια της indie σκηνής.
Πέρασαν τρία χρόνια από εκείνο το διαολεμένο έξυπνο ντεμπούτο και ο Nutini αποφασίζει να ξαναδώσει σημάδια μουσικής ζωής με μια ντουζίνα τραγούδια φτιαγμένα για μια πλευρά που δεν βλέπουν συχνά στη Σκοτία, τη φωτεινή πλευρά των πραγμάτων.
Ας κάνουμε έναν πρόλογο για τους αδαείς για το τι εστί μουσική του Paolo Nutini. Ο τελευταίος γράφει μουσική και στίχους, ίσως όχι τίποτα πολύ σπουδαίο, όμως καταφέρνει να μαγειρέψει τις επιρροές του τόσο μαγικά (από αμερικάνικη και βρετανική φολκ μέχρι παραδοσιακή κέλτικη μουσική) που το καινούργιο χαρμάνι να ηχεί ευχάριστα οικείο. Η φωνή του είναι από εκείνες που είτε τις λατρεύεις είτε τις μισείς, έχει μια ιδιαιτερότητα σε ηχόχρωμα που αν δεν θυμίζει πατέρα και γιο Buckley, σίγουρα, για να μην είμαστε και τόσο βλάσφημοι, έχει τα χαρακτηριστικά της φωνής του James Blunt (άλλη μια φωνή που ή την λατρεύεις ή την μισείς).
Τον δίσκο ανοίγει το "10/10", ένα σχεδόν ρέγκε κομμάτι που σε προϊδεάζει για τους ρυθμούς που θα επακολουθήσουν. Στα επόμενα δύο συναντάμε την κλασική τραγουδοποιία του Nutini (ότι πρόλαβε να δείξει δηλαδή στον πρώτο του δίσκο), εκεί που παντρεύει την αμερικάνικη φολκ (Bob Dylan) με την βρετανική (Donovan). Το κορυφαίο δείγμα αυτής της προσπάθειας αλλά και του δίσκου, έρχεται στο τραγούδι "Candy", μια ελεγειακή προσέγγιση στην απλότητα του ακουστική κιθάρα, τύμπανα, μπάσο, φωνή. Οι τόνοι χαμηλώνουν στο "Tricks of the trade" και ξανανεβαίνουν μεταμορφωμένοι σχεδόν σε dixie με τα πνευστά να έρχονται σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Και μετά blues, τραγούδια συνοδεία μιας φυσαρμόνικας και ξανά μανά φολκ.
Ο Paolo Nutini έπρεπε να έχει γεννηθεί στις ΗΠΑ μιας άλλης εποχής και διεκδικήσει μια θέση ανάμεσα στους θρύλους της εκεί μουσικής παράδοσης που ό ίδιος προσπαθεί να οικειοποιηθεί. Ακόμα κι έτσι όμως, με διαφορετικά εφόδια και παρά το νεαρό της ηλικίας του, καταφέρνει να ακούγεται γνήσιος, τίμιος και... και μουσικά όμορφος. Έχει πολλά, πάρα πολλά χρόνια μπροστά του να αποδείξει πως δεν έφτασε πολύ νωρίς στην κορυφή και έκανε το μόνο που του έμεινε είναι αρχίσει να πέφτει. Το "Sunny Side Up" τον διατηρεί εκεί που σκαρφάλωσε και το χαρίζει χρόνο να σκεφτεί το επόμενο βήμα του.