This Is Why
Τι γίνεται όταν ένα νεανικό ποπ (emo, θυμόμαστε;) πανκ συγκρότημα μεγαλώνει (ή "ωριμάζει"); Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Στην αρχή ήταν τα ντραμς. Αυτά μου τράβηξαν την προσοχή. Ύστερα σκέφτηκα το πόσο δηλωτικό των προθέσεων μιας μπάντας είναι το πρώτο single και ακούγοντας καλύτερα το “This Is Why” σκέφτηκα ότι οι Paramore που ήξερα μέχρι τώρα, παρά τις κατά καιρούς «μετεξελίξεις» τους, ποτέ δεν ήταν jazz. Στη συνέχεια, οι υποψίες μου ότι όντως κάτι καλό γίνεται στον νέο τους δίσκο, αποδείχτηκαν βάσιμες μόλις άκουσα το “The News”. Όταν δε διάβασα δηλώσεις της Hayley Williams, τις βρήκα -για πρώτη φορά, ομολογώ- ενδιαφέρουσες και την καλωσόρισα στον κόσμο των «μεγάλων». Βλέπετε, για να είσαι κυριολεκτικά punk πρέπει η οργή σου να παραμένει πολύ δυναμική στην έκφρασή της. Αν όμως βρει άλλες διεξόδους, μπορείς να είσαι μεταφορικά punk, κάτι που δεν είναι κατ’ ανάγκη καλύτερο, αλλά μοιάζει καταρχάς πιο πλούσιο. Αυτό έγιναν και οι Paramore, αν και κατά τη γνώμη μου ούτε στις απαρχές τους δε μπορούσες να τους πεις punk, όσα εισαγωγικά κι αν έβαζες στη λέξη. Εκτός κι αν τα μέσα των ‘00’s σε βρήκαν να ανήκεις στη Gen Z και ερωτευμένο με την αποκαλούμενη pop-punk.
Είναι η μετάλλαξη του “This Is Why” τόσο ξαφνική ή τόσο ουσιαστική; Εύκολο: απαντάμε με σιγουριά όχι στο πρώτο και ναι στο δεύτερο. Είναι όμως η πιο ουσιαστική μέχρι σήμερα; Κι εδώ η απάντηση είναι καταφατική. Και αυτό δεν οφείλεται τόσο στο έδαφος που είχε προλειάνει το “After Laughter”, αλλά στον επαναπροσδιορισμό των κατά καιρούς εκφρασμένων επιρροών τους υπό την εμπειρία της ενηλικίωσης. Και δε μιλάμε μόνο για μουσική ενηλικίωση. Ναι, λοιπόν, είναι τόσο indie όσο οι Bloc Party (τους οποίους γουστάρουν τρελά), τόσο pop όσο οι Yeah Yeah Yeahs και τόσο punky pop όσο οι Foals και οι Fall Out Boy. Ταυτόχρονα όμως, πλέον ακούγονται πιο ώριμοι από όλους τους παραπάνω, με εξαίρεση τους πρώτους.
Κάτι άλλο που σίγουρα αποδείχτηκε καίριο, ήταν το ότι η last woman standing σε όλη τη δισκογραφία της μπάντας Williams, «βρίσκεται» με κλειστά μάτια με τον παλιόφιλο και συνιδρυτή ντράμερ Zac Farro, αλλά και με τον κιθαρίστα Taylor York, που γράφει ένσημα στο συγκρότημα εδώ και δεκαέξι συναπτά χρόνια. Κι αυτό είναι αναμφισβήτητο ρεκόρ, ύστερα από τόσα πήγαινε - έλα μελών, όπως και το ότι για δεύτερο σερί δίσκο κράτησαν την ίδια σύνθεση. Να πούμε όμως και για την παραγωγή του Carlos de la Garza (Bad Religion, M83), που αναμφίβολα έκανε πιο «ζεστό» τον ήχο τους. Το ‘χει ξανακάνει πρόσφατα και θαυματουργικά στους Wolf Alice, οπότε καμία έκπληξη κι εδώ. Κάποια τελευταία εύσημα πρέπει να δοθούν στα φωνητικά της Hayley, που πρώτη φορά ξεδιπλώνονται τόσο μεστά και ευέλικτα, ώστε να διατηρούν πιο επάξια παρά ποτέ τον καθιερωμένο πρωτεύοντα ρόλο τους.
Μια δοκιμή θα σας πείσει. Για τα “This Is Why” και “The News” τα είπαμε. Το πρώτο είναι πλήρως αντιπροσωπευτικό των δυνατοτήτων τους και το δεύτερο μια indie έκρηξη με post-punk κιθάρα που σε γεμίζει ενέργεια. Κάτι τέτοιο επιχειρούν και με το “C’est Comme Ça” που μετά τα μισά του μας θυμίζει για λίγο πώς ακουγόταν η κιθάρα στους Sad Lovers & Giants, όπως και με το “You First”, για να έρθει ως γέφυρα ο ύμνος προς τιμήν των Toy “Big Man, Little Dignity” που μας περνά σε πιο ήπιες και πολύχρωμες στιγμές. Μία από αυτές είναι το “Thick Skull”, όπου η ερμηνεία παίρνει θεατρική διάσταση, έχοντας ήδη στρωμένο το έδαφος από την ευαισθησία των “Liar” και “Crave”, που θα ορκιζόσουν ότι γράφτηκαν από τους Wolf Alice.
Λοιπόν, τι ήρθε Μετά το Γέλιο; Χαμόγελα. Και μάλιστα αυτοπεποίθησης.