Εάν υπήρχε pop μουσική τον 19ο αιώνα ο Roland θα ήταν ένα pop-αστέρι, γράφει σε κριτική του το Music Week, υπαινισσόμενο ότι τα τραγούδια του συμβαδίζουν με το πνεύμα του συγκεκριμένου αιώνα. Δεν είναι απόλυτα ακριβές αυτό, γιατί οι συνθέσεις του Roland ναι μεν παραπέμπουν σε lifestyle προηγούμενων αιώνων, αλλά ταυτόχρονα και σε ένα σύμπαν παρα-ρεαλιστικό, το οποίο δημιούργησε από την πρώτη του δουλειά του το 1980 το "Werewolf of London" και το συντήρησε μουσικά μέχρι το 1996, οπότε και διέκοψε τους δεσμούς του με τη μουσική βιομηχανία. Ο ήχος του χαρακτηρίστηκε γοτθικός, μπαροκ, μελαγχολικός, σκοτεινό φολκλόρ, ψυχωτικός. Μετά το 1996 αφοσιώθηκε στη συγγραφή βιβλίων και το 2004 επέστρεψε με το άλμπουμ "Pavane". Πρόσφατα ολοκλήρωσε το καινούργιο του cd, το "Re-Animator"το οποίο μπορεί να θεωρηθεί μια φυσιολογική συνέχεια της μέχρι τώρα πορείας του.
Και πάλι η φωνή του κινείται μεταξύ ψιθύρου, αφήγησης, ανακοίνωσης, αναπόλησης, απόγνωσης, αποστροφής, με ηχόχρωμα άλλοτε λεπίδας που αγγίζει τρυφερό δέρμα και άλλοτε παρηγοριάς γιατρού προς ασθενή που έζησε το χειρότερό του εφιάλτη. Δημιουργεί από μόνη της τον παρα-ρεαλιστικό κόσμο στον οποίο εκτυλίσσονται οι ιστορίες που αφηγείται και θυμίζουν έντονα Ε.A. Poe, H. James και H.P. Lovecraft, του οποίου θέματα εντοπίζονται στα τραγούδια του "Re-Animator". Ο άρχοντας-Διάβολος και οι παρατρεχάμενοί του, μάγισσες, βρικόλακες, serial killers, απέθαντοι, πλάσματα που λατρεύουν το έρεβος κυκλοφορούν στους στίχους, αλλά όλα αυτά μοιάζουν να είναι τυλιγμένα με ένα μανδύα υποδόριου χιούμορ, γεγονός που ελαφρύνει τον οποιονδήποτε τρόμο, σε σημείο που να θεωρείς τα δρώμενα σχεδόν φυσιολογικά, κάτι σαν τους Adams family αγαπητέ μου αναγνώστη.
Συνθετικά και ενορχηστρωτικά το "Re-Animator" δεν χαράσσει νέα πορεία. Οι κοφτές κιθάρες είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, η φωνητική μελωδία παραμένει συνήθως βατή και με εύκολες αναπνοές, τα λιτά τύμπανα μαζί με το στεγνό μπάσο στρώνουν στέρεο ρυθμικό μονοπάτι, τα πλήκτρα συνεισφέρουν εύρος στο υποβλητικό σκηνικό και περιστασιακά κάποια άλλα όργανα τονίζουν την ηχητική εναλλαγή. Συγκεκριμένα στο Pan υπάρχει το βαρύθυμο φλάουτο, στο Taliesin το βιολί συμπρωταγωνιστεί μαζί με τη φωνή, ενώ και πάλι το βιολί οδηγεί την εισαγωγή στο Abdul Alhazred και στο Arkham. Ιδιοφυές το Swamp girl με δύο surf-rock κιθάρες να συνομιλούν και το όργανο να αλωνίζει με ανατολίτικες κλίμακες. Σε αρκετά τραγούδια υπάρχει ένα ρυθμονομικό break και έτσι σπάει η ροή couple-refrain, χαρίζοντας μια δόση έκπληξης στη σύνθεση.
Οι μουσικοί που συμμετέχουν στο άλμπουμ δεν είναι τίποτα πρωτόβγαλτοι. Σύμφωνα με το δελτίο τύπου, έχουν συνεργαστεί με τους Caravan και τον Steve Hillage, οπότε έχουν κύρος και αξιοπρέπεια αντίστοιχη με τους "ώριμους" παίκτες της Εθνικής Γαλλίας (για τις αδελφές τους ή τη σχέση τους με την τρομοκρατία δεν αναφέρεται κάτι σχετικό).
Βέβαια υπάρχει η υποψία ότι ο Roland και σ' αυτό το cd πορεύεται κραδαίνοντας την ίδια μανιέρα, επειδή δεν είναι ικανός ή επειδή βαριέται να τροποποιήσει τους κανόνες του παιχνιδιού που παίζει από το 1980. Δεν μοιάζει προφανής η απάντηση και αρμόδιο να κρίνει είναι το Δικαστήριο της Μουσικής, αλλά οι οιωνοί δείχνουν ότι ο γερο- Paul θα συνεχίσει τη δημιουργική προσπάθεια της ζωής, αποδεχόμενος σαν μοίρα και προορισμό του τη κατασκευή παρόμοιων μουσικών ιστοριών.