Κάθε τομέας έχει τον ειδικό του: Η κατασκοπία τον Μπoντ, Τζέιμς Μποντ, το θέατρο (είχε) τον Λόρενς Ολίβιε, το Moto GP τον Βαλεντίνο Ρόσι, οι καφέδες τον Λουμίδη, τα μακαρόνια τον Ακάκιο και πάει λέγοντας. Όταν κάποιος θεωρείται αυθεντία στον τομέα του, τότε όλοι κάνουν τα στραβά μάτια όταν το υποκείμενο του θαυμασμού αρχίζει απλώς να επαναλαμβάνεται, τεχνικά άρτια μεν, αλλά χωρίς τίποτε ιδιαίτερο που θα πάει την τέχνη λίγο παραπέρα.
Ο Paul Weller, μια και το 'φερε η κουβέντα, είναι ο τύπος που θα μπορούσε να σώσει την τιμή του στέμματος, εάν το ροκ εν ρολ δεν ήταν στην ουσία του μια προφεουδαρχική κοινωνία στην οποία κάλλιστα θα μπορούσαν να επιβιώσουν μόνο οι Manowar, λόγω μπράτσων και κατάλληλου οπλισμού. Ο Weller λοιπόν, ποτέ δεν χάλασε το χατίρι του εαυτού του, όντας ο πιο αγαπημένος και σίγουρα ο πιο στυλάτος σνομπ της μουσικής σκηνής, πιο σνομπ ακόμη και από τον Bryan Ferry, αλλά με πιο προωθημένο γούστο στα πουκάμισα.
Φέτος, ο Weller ξανακάνει τα όνειρά του πραγματικότητα (22 τον αριθμό), επιστρέφοντας στις αυθεντικές παραγωγές μετά από ένα σύντομο και αμφιλεγόμενο πέρασμα από ένα best of διασκευών. Το 22 dreams είναι μια απόπειρα επιστροφής στις μέρες του Heavy soul, με πλήθος καλεσμένων που μετατρέπουν το δίσκο στο μουσικό αντίστοιχο καστ του The Dark Knight: Εκτός του Weller, πίσω από τα όργανα και τα μικρόφωνα κάθονται μεταξύ άλλων ο Graham Coxon, o Noel Gallagher, o Robert Wyatt (σε ανταπόδοση επίσκεψης από το εξαιρετικό Comicopera). Το αποτέλεσμα είναι αυτό ακριβώς που περιμένει κάποιος από έναν περπατημένο μουσικό με καλές φιλίες: Το Song for Alice είναι γεμάτο με Wyatt και τα τζαζ αγγίγματά του και αυτόματα ένα από τα highlights του δίσκου, ενώ το Black River όπου ο Graham Coxon παίζει ντραμς (!) ακούγεται σαν υπόκρουση σε παλιά ταινία του Χόλιγουντ. Τέλος, η τρίτη καμέο εμφάνιση του Noel Gallagher στο Echoes round the sun, όπου ο αντιπρόσωπος των κακομαθημένων αδερφιών από το Μάντσεστερ συμμετέχει και στη σύνθεση, είναι η έκπληξη του δίσκου. Μαζί τους, είδαν φως και μπήκαν οι Aziz Ibrahim (Stone Roses), Gem Archer (Oasis), Steve Cradock (Ocean Colour Scene).
Πίσω δεν πάνε και τα υπόλοιπα, όπως το γερμανοπρεπές Lullaby fur Kinder, αλλά και τα Sea spray και All I Wanna Do.
Εν ολίγοις, ο Weller έφτιαξε ένα δίσκο που δεν προσθέτει απλώς μερικούς ακόμη λόγους σεβασμού στην πορεία του, αλλά απορροφά τον ακροατή του για τα 70 σχεδόν λεπτά που διαρκεί. Είναι κάτι σαν best of του ύφους που έχει διατηρήσει ο κάποτε Jam και Style Council τις τελευταίες 3 δεκαετίες από όταν υπέδειξε με σαφήνεια τι ακριβώς είναι entertainment. Αυτό από την άλλη όμως είναι και το αδύναμο σημείο του δίσκου, παρότι η φωνή του Weller δένει πολύ καλά τα τραγούδια μεταξύ τους. Και αν τα τελευταία χρόνια δημιούργησε αμφιβολίες για τις εμπνεύσεις του και άφησε την εντύπωση ότι ήρθε η ώρα να ακολουθήσει τους υπόλοιπους ρόκερς στο μουσείο της τεχνικής τελειότητας και της λειψής δημιουργικότητας, με το 22 dreams παίρνει παράταση.