Οι Tarnation έβγαλαν δυο δίσκους, τα 'Gentle Creatures' (1995) και 'Mirador' (1997) στις εταιρίες 4AD και Matador. Αν κάποιοι τους θυμούνται μέχρι σήμερα, είναι για την υπέροχη φωνή της 42-χρονης πια τραγουδίστριας Paula Frazer (και γιατί τη μπερδεύουν εύκολα με τη Liz Fraser). Και πράγματι η εξίσωση Tarnation = Frazer είναι σωστή. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως στη σύντομη ζωή του γκρουπ η Frazer άλλαξε εφτά ντράμερ και πέντε μπασίστες. Άλλωστε πρέπει κανείς να είναι πολύ σπασίκλας της rock για να θυμάται το όνομα έστω κι ενός ακόμη μουσικού των Tarnation. Ούτως ή άλλως, η Frazer συνέχισε σόλο και επισήμως: το 'Leave the Sad Things Behind' είναι το τρίτο άλμπουμ της μετά τα 'Indoor Universe' (2001) και 'A Place Where I Know' (2003).
Η Paula Frazer μεγάλωσε στη Georgia και το Arkansas, κάτι που εξηγεί τη Νότια προφορά της και τις country επιρροές της. Στις αρχές των 1980s μετακόμισε στο San Francisco, και κάπως έτσι πρέπει να δικαιολογείται η αγάπη της για τη folk-rock, και την pop των 60s και 70s. Τα παραπάνω αποτελούν και τις βασικές συνιστώσες των συνθέσεων του 'Leave the Sad Things Behind', μαζί με τις κινηματογραφικές ατμόσφαιρες τύπου Morricone, όπου η Ευρώπη συναντά την "Άγρια Δύση". Έτσι μια ιδέα από Μέξικο στο 'Watercolor Lines' δίνει το καλύτερο τραγούδι του cd. Η θεματολογία είναι αυτή που θα περίμενε κανείς από τον τίτλο του δίσκου: Οι αναμνήσεις και η σχέση μας με το παρελθόν. Παίζουν φίλοι και συνεργάτες της Frazer, μουσικοί όλου του φάσματος της ανεξάρτητης σκηνής του San Francisco, από American Music Club μέχρι Kronos Quartet.
Παρά την ποικιλία αναφορών και την πάντα ωραία φωνή της Frazer, ο δίσκος ακούγεται λίγο επίπεδος, περισσότερο παλιομοδίτικος παρά διαχρονικός. Σε σχέση με τις βραδυφλεγείς μελωδίες της Tarnation εποχής, που είχαν μια ερωτική ελκυστικότητα, εδώ τα πράγματα μου φαίνονται λίγο περισσότερο σιροπιαστά από όσο πρέπει.