Pessimist & Karim Maas
Πεσιμιστής, ναι, αλλά σπουδαίους δίσκους εξακολουθεί να βγάζει... Του Άρη Καραμπεάζη
Οι Mark Smith & Tom Cooper (κατά σειρά εμφανίσεως ψευδωνύμων, ως προς τα πραγματικά τους ονόματα) παρέδωσαν κάπου στο μέσον της χρονιάς το άλμπουμ που φυσιολογικά ανέμεναν όσοι αφενός κουράστηκαν με την επιβολή του techno στα πάντοτε απροσδιόριστα όρια μεταξύ σοβαρής & αστείας ηλεκτρονικοχορευτικής μουσικής, αφετέρου ήταν υποψιασμένοι ότι και αυτή τη φορά δεν θα σώσουν την κατάσταση οι Raime.
Ένα γενναιόδωρα σκοτεινό άλμπουμ, χωρίς κανένα διακριτικό τίτλο από την αρχή μέχρι το τέλος, με υποβοηθητική αρίθμηση στα επιμέρους κομμάτια, αλλά κυρίως με συνειδητή απουσία κάθε ίχνους δημεγερτικής τεχνοτροπίας που μεταχειρίζεται το είδος, είτε για να υποσκάψει τον ήχο του αύριο, είτε απλώς για να ξεσηκώσει τα πλήθη του σήμερα.
Κοινώς ένας δίσκος που ενώ γνωρίζει πολύ καλά τι έγινε και τι θα γίνει γύρω του και πριν και μετά από αυτόν, εν τούτοις μοιάζει να αδιαφορεί ερμητικά να εκφράσει ή να προτείνει το οτιδήποτε. Ένας σπουδαίος δίσκος δηλαδή και από αυτή την άποψη.
Το περίπου ακριβές αντίθετο δηλαδή εξίσου σημαντικών δίσκων στις παρυφές του ήχου, όπως το ‘FOG FM’ του Anthony Naples για παράδειγμα, που παρά την εμφανή υπεροχή του από το πρώτο άκουσμα σε αγχώνει για το αν η ακρόαση λαμβάνει χώρα πριν ή μετά την ημερομηνία λήξης (και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, δεν περιμένουμε από όλη την τέχνη να είναι ούτε αιώνια, ούτε καν πολυετής δηλαδή).
Δύο χρόνια μετά το –ήδη αιώνιο πάντως– ‘Pessimist LP’, ο δημιουργός του ορίζει αυτή τη φορά ακόμη πιο έντονα την απομόνωση ως μία κατάσταση πέρα από το αρνητικό ή το θετικό, ως μία φυσική εξέλιξη και στο επίπεδο του ήχου. Το ότι για να το κάνει, κατανοεί το απαραίτητο της σύμπραξης, επιβεβαιώνει μια ούτως ή άλλως έντονη υποψία περί του ότι η περίπτωση του υποκαθιστά με τον καλύτερο τρόπο κάθε κενό που απέμεινε τόσο από την απώλεια, όσο και από την μετέπειτα αδυναμία των Pole.
Ακριβώς στην λήξη της δεκαετίας, και τα δύο αυτά άλμπουμ του Pessimist, ως σχεδόν υποχρεωτικό σύνολο, βρίσκονται ήδη σε διακριτή αντίπραξη τόσο με την νέα βρετανική jazz των μουσικών πανεπιστημίων, που τυγχάνει πάντως σε λογική και όχι αδικαιολόγητη άνθιση, όσο κυρίως με τα κάθε είδους υπολείμματα lager punk παλιάτσων, που προσδοκούν θέση στα τεκταινόμενα μιας μπερδεμένης χώρας, με την δικαιολογία ότι οι κρίσιμοι καιροί παράγουν δήθεν απαραίτητα σπουδαία μουσική. Είναι σαφές ότι η τελευταία προέρχεται από σπουδαίους ανθρώπους και μόνον, ανεξαρτήτως συνθηκών.