Abandon
Αρχίζει με ουρλιαχτό - όπως και οι περισσότεροι δίσκοι με μπαλάντες. Του Άρη Καραμπεάζη
Όσο και να χτυπιούνται οι σαχλαμαρίζοντες οπαδοί της ροκ εκλαϊκευσης, η ιστορία του ροκ γράφεται πάντοτε από έναν περίεργο συνδυασμό μειονοτήτων και ελιτιστών, περιθωριακών και μη εχόντων στον ήλιο μοίρα, στραβωμένων, περίεργων και αντιδραστικών. Στην πορεία η αντίδραση σχεδόν πάντα θα ξεθωριάσει, η ελίτ θα εξελιχθεί σε λούμπεν δημοκρατικό προλεταριάτο, ο ήλιος θα στρέψει το βλέμμα του και προς τα εδώ και οι μειονότητες θα κερδίσουν ακόμη και τις εκλογές, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα. Αλλά όταν θα έχουν συμβεί όλα αυτά, καμιά ιστορία δεν θα μείνει για να γραφτεί. Τότε απλά γίνεται "ταμείο". Οι Arcade Fire ξεκίνησαν σαν μία μεγάλη παρέα που έψαξε να βρει αδιέξοδο από την ανυπολόγιστη μιζέρια της, χωρίς καν να ευελπιστεί ότι θα το κάνει με δημιουργικό τρόπο. Ο επόμενος δίσκος τους είναι απόλυτα σίγουρο ότι δεν θα έχει καμία σχέση με αυτή την συγκλονιστική πραγματικότητα (όπως δεν είχαν και οι προηγούμενοι δύο) και ακόμη και αν θα αλλάξει την ιστορία της μουσικής, δεν θα έχει αλλάξει στο ελάχιστο τη δική τους προσωπική ιστορία, η οποία είναι ήδη φθίνουσα. Διαβάστε οποιαδήποτε ροκ αυτοβιογραφία και θα σας το επιβεβαιώσει, εκτός και αν τη γράφει ο Bruce Springsteen για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι τον ξενερώνουν ακόμη και οι μπύρες όταν είναι πάνω από τέσσερις στο ίδιο εικοσιτετράωρο.
Και καθώς τα χρόνια περνούν... ακόμη και οι πιο ιδιαίτερες και ακραίες περιπτώσεις, έχουν την ευκαιρία να γλύψουν τα πεταμένα ξεροκόμματα του mainstream και για μία ελάχιστη στιγμή να δοθεί την εντύπωση ότι τα πόδια χτύπησαν όντως το κεφάλι. Η Zola Jesus αναθεωρεί προς το χασμουρητότερο μερικές από τις πράγματι σπουδαίες στιγμές της (μέχρι και από το New Amsterdam!) και μάλιστα όχι με τυχαία βοήθεια, αλλά με τη συνδρομή του τύπου που κάποτε τρόμαζε τα πρόβατα που ήδη από τότε σέρνονταν πίσω από περιπτώσεις του τύπου Nick Cave. Η Chelsea Wolfe λοξοδρόμησε πριν καν συνειδητοποιήσουμε ό,τι τέλος πάντων κατάφερε να κάνει και εν γένει η ιστορία τείνει να αποδείξει ακόμη μια φορά ότι το Αιθέριο κατασπαράζει χωρίς πολύ κόπο ότι Κραυγαλέο κυκλοφορεί και μας το προσφέρει πίσω σε συσκευασία που περιέχει και τα τέσσερα τυριά προκατασκευασμένα και θερμοκολλημένα πάνω στα ζυμαρικά και απλά θέλει λίγο ζέσταμα.
Είκοσι εφτά λεπτά περίπου διαρκούν τα τέσσερα πρώτα τραγούδια του Abandon και άλλα τόσα το Sour Sap, που παρουσιάζεται ως bonus track και που απαιτεί περισσότερη γνώση παρά υπομονή. Σκονισμένα υπό-power electronics διαμάντια (και μη), σε εξειδικευμένα και απομονωμένα ντεθοφιλικά δισκοπωλεία ανά τον πλανήτη, ίσως και να έχουν μεγαλύτερη αξία από το μουσικό του περιεχόμενο. Δεν έχουν όμως τη σφραγίδα- κράχτη της Sacred Bones πάνω τους, το ονειρικά άρρωστο εξώφυλλο, στα όρια του μουσικοφιλικού αυνανισμού με αίσιο τέλος, και την μετεφηβική περσόνα της αθώας Margaret Chardlet να στηρίζει το άρρωστο του πράγματος σε θεωρίες αντιστροφής. Και κάθε προσπάθεια αποσύνδεσης της μουσικής από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά σε οδηγεί πάντοτε στο να πιστεύεις ότι οι Theatre Of Hate είναι τυχόν σπουδαιότεροι από τους Cure, πράγμα που φυσικά και δεν ισχύει.
Το να ακουστεί και να κατανοηθεί ακόμη και στο ελάχιστο το παρόν άλμπουμ, έστω και από περιορισμένες ποσότητες ηλιθίων, που καταναλώνουν άκριτα ό,τι τους προσφέρεται στη συνήθη "ήταν-μια-φορά-το-ροκ-επικίνδυνο" συσκευασία, μαζί με μία ακόμη δώρο, θα είναι από μόνο του ένα τεράστιο κέρδος. Το να συμμετέχει στο επόμενο άλμπουμ της Pharmakon η σαρανταμελής συμφωνική ορχήστρα του κάτω Brooklyn, θα είναι μια απώλεια, αλλά θα μπορέσουμε να ζήσουμε και με αυτήν, όπως ζήσαμε και με τη γλίτσα που ξέρασε πάνω μας το πρώτο ρέψιμο του Bon Iver, από τη στιγμή που είχε χωνέψει και τα δύο ελάφια και μπήκε καθαρός στο στούντιο. Όσοι ξέρουν να συλλέγουν τους πραγματικά καλούς δίσκους ως μεμονωμένα σπουδαίες στιγμές σε μια προσωπική τους πορεία στη μουσική, που δεν έχει ανάγκη από τον επόμενο μεγάλο ήρωα, έχουν ήδη τοποθετήσει το Abandon στην αλυσίδα των ατομικών τους μέσων επιβίωσης και προστασίας. Οι επόμενοι περιμένουν στη γωνία, που βρίσκεται ο κάθε εφαψίας μουσικών συναισθημάτων που πρόλαβαν να νεκρώσουν, πριν καν ολοκληρωθούν. Καλή τους ώρα.
File Under : ψυχωμένος και καλά στοχευμένος θόρυβος, που στο τέλος της μέρας ακούγεται σαν μία ολοκληρωμένη λυτρωτική μπαλάντα, γιατί πράγματι τέτοιος είναι.