Live At Fabrik Hamburg 1980
Η τζαζ ζει και αναπνέει στα λάιβ, οι 'ζωντανοί' δίσκοι δεν είναι μόνο τεκμήρια ιστορικής αξίας (και συγκυρίας) αλλά και ουσιαστικής δημιουργικότητας. Του Γιώργου Λεβέντη
Όποια πορεία και αν πήρες για να συναντήσεις κάποια στιγμή τον σαξοφωνίστα-θρύλο Pharoah Sanders που πέθανε πέρυσι, αποκλείεται να απογοητεύτηκες. Είτε από τον δρόμο του κάζουαλ φαν που κάποια στιγμή νιώθει ότι πρέπει και αυτός να συναντήσει την τζαζ. Είτε από τον ακαδημαϊκό δρόμο της. Είτε κατά τύχη - ο Sanders ευτύχησε να έχει πολλές και ορατές "καριέρες" (αν ο όρος είναι δόκιμος). Σε κάθε περίπτωση, αν συντονίστηκες ως θαυμαστής με την δημιουργικότητά του, κατέληξες να καταλάβεις πολλά περισσότερα από το γιατί ο Coltrane τον πήρε υπό την προστασία του, που και αυτό μόνο να καταλάβεις φτάνει.
O δίσκος ανήκει στην ωραία σειρά με τις λάιβ ηχογραφήσεις στο θρυλικό Fabrik του Αμβούργου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη ζωντανή εκδοχή του δίσκου ‘Journey To The One’ που κυκλοφορησε το 1980 και στο οποίο περιλαμβάνονται όλα τα κομμάτια που περιέχονται εδώ με την εξαίρεση του "The Creator Has a Masterplan". Τον Sanders συνοδεύουν οι John Hicks (πιάνο), Idris Muhammad (ντραμς) και Curtis Lundy (μπάσο). Πρόκειται για υψηλού επιπέδου ηχογράφηση, ηχητικά και τεχνικά, που καταφέρνει ταυτοχρόνως τόσο να αναδεικνύει ό,τι έκανε σπουδαίο τον Sanders, όσο και να αποτυπώνει το μεταβατικό στάδιο στο οποίο βρίσκεται circa 1980. Μια σπάνια περίπτωση δηλαδή live δίσκου που στέκεται εξαιρετικά ως τρία-σε-ένα: αξιόλογη ζωντανή ηχογράφηση, σημείο εκκίνησης και γνωριμίας για καινούριους φαν και τεκμήριο δράσης μιας εποχής που η τζαζ κρατιόταν ζωντανή κυρίως από χομπίστες και προσηλυτισμένους (πολλοί από αυτούς στην Ευρώπη).
Το επίθετο που συνόδευσε τη μουσική του Sanders πιο συχνά από κάθε άλλο είναι το "spiritual" και είναι θεωρητικά ένα ερώτημα τι και πώς από τη ριζοσπαστική free jazz περίοδό του, μένει ζωντανό το 1980, όταν έχει εισέλθει στην πιο δημοφιλή και χαλαρή του φάση. Αλλά το ερώτημα είναι και λίγο παραπλανητικό. Ναι, η μετα-radical περίοδός του τον έκανε πιο δημοφιλή, αλλά τον έκανε και πιο εκλεκτικό. Η συνάντησή του με την πιο αφαιρετική τζαζ, με στοιχεία R&B και γενικά με ό,τι αργότερα θα ονομάζαμε 'world music' καταλήγει όχι να του αφαιρεί βάθος, αλλά να του προσδίδει. Για να χρησιμοποιήσουμε συμβατικότερες αναλογίες, ο Sanders το 1980 είναι λιγότερο "ριζοσπαστικός" από τις προηγούμενες εκδοχές του με τον τρόπο που το Ζοοropa είναι λιγότερο "ριζοσπαστικό" από το ‘War’. Πρόκειται δηλαδή για ανάγνωση εύκολη που δεν έχει σχέση με την μουσική πραγματικότητα, στην οποία ισχύει το ακριβώς αντίθετο.
Όταν ο Sanders με τους δικούς του, λοιπόν, κάνουν μια μικρή επίδειξη δύναμης στο "Υοu Gotta Have Freedom", δεν αντιλαμβανόμαστε έναν μουσικό που απλά πια δεν φοβάται να γίνει χαριτωμένος, αλλά έναν θρύλο που μπορεί να παίξει τα πάντα. Η εναλλαγή τόνων στο παίξιμό του και το τρομερό σόλο του Hicks που έρχεται δήθεν αδιάφορο, δίνουν στίγμα και μόλις το καταφέρνουν σηκώνονται να φύγουν πριν γίνουν βαρετοί. Ναι, ισχύει ότι αυτή είναι η περίοδος που ο Sanders (και όχι ο μόνος από τους ομοτέχνους του) έχει στραμμένο το βλέμμα στο dancefloor, αλλά μόνο άσχετοι θα θεωρήσουν πως αυτό επηρεάζει τα τεχνικά του στανταρντ.
Ομοίως και στο "Dr. Pitt", με ένα ακόμη τα-κάνω-και-στον-ύπνο-μου-αν-θέλετε σόλο του Hicks. Αν υπάρχει τελικά ένα θέμα που διατρέχει τον δίσκο είναι η προσπάθεια του Hicks να μην μείνει αμφιβολία πως μπορεί να κρατηθεί στα επίπεδα που ορίζει ο Sanders. Το καλύτερο όμως σημείο του δίσκου είναι το μυθικό ( αλλά ύπουλα μυθικό) παίξιμό του στο "Greetings To Idris", για το οποίο δεν υπάρχουν λόγια, μόνο αυτά. Ο υψηλός τεχνικός πήχης σώζει και το " It's Easy to Remember", τη διασκευή του κλασικού θέματος των Rodgers και Hart, που διασκεύασε και αυτός ούτος ο Coltrane. Θα επέτρεπε στον εαυτό του, λοιπόν, ο Sanders να δείξει ότι δεν μπορεί να ασχοληθεί με τις μπαλάντες με τον τρόπο που το έκανε ο μέντοράς του; Από όλα τα κομμάτια, μόνο το "The Creator Has A Masterplan" μοιάζει να μένει πίσω και να ακούγεται διεκπεραιωτικό. Παραδόξως είναι και αυτό που παίρνει το μεγαλύτερο χειροκρότημα από το κοινό, οπότε φαντάζομαι θα μείνει αναπάντητο το ερώτημα "ξέρεις εσύ, δηλαδή και δεν ξέρουν οι ρέκτες του Fabrik που κράτησαν την τζαζ στους ώμους της όταν το χρειάστηκε". Τι να σας πω, έχω χειροκροτήσει και εγώ και χειρότερα.
Ο δίσκος δείχνει όχι απλά έναν θρύλο στα καλύτερά του, αλλά και τη στιγμή που ετοιμάζεται να πάει τη μουσική του ένα βήμα (ακόμη) παραπέρα. Και μόνο για αυτό, ανήκει στην κατηγορία των live δίσκων που η επιτυχία τους εξαρτάται από τους πιστούς. Πιστοί όμως μπορεί να είναι όλοι και όταν ο ίδιος ο Sanders εξηγούσε πως το παίξιμό του δεν βασίζεται σε περίπλοκη τεχνική ή σε κάποια διάνοια, αλλά στο ένστικτο, δεν ήταν σεμνός, αλλά έδινε να καταλάβουμε το σημείο που η υψηλότερη τέχνη συναντιέται με τα δικά μας ένστικτα. Ναι, το 1980 η μουσική του Pharoah Sanders ήταν party music, αλλά με τον τρόπο που ήταν party music οι όπερες του Mozart.