Ενώ με τη μουσική του "Μάγου Άιζενχάιμ" [The Illusionist] είχα απογοητευτεί οικτρά, εδώ ένοιωσα πάλι πως ο Glass ξαναβρήκε φλέβα. Και νομίζω πως το σάουντρακ αυτό είναι ένα τέλειο μάθημα προσαρμοσμένης μουσικής πάνω σ' έναν χαρακτήρα [της Judi Dench] και στην πλάνο προς πλάνο ακολουθία του ως το τέλος. "Το σκορ είναι ουσιαστικά γραμμένο και ραμμένο για την Μπάρμπαρα. Ξεκινά και τελειώνει μαζί της", σχολιάζει ο συνθέτης. Ο όρος "εμπλουτισμένος μινιμαλισμός" νομίζω πως μπορεί να εφευρεθεί για να εκφράσει ή να "χαρακτηρίσει" τέτοιες έντονα κλασικόμορφες ορχηστρικές δουλειές.
Κι ενώ δεν λείπει κανένα από εκείνα τα τυπικά στοιχεία της μουσικής του [αναγνωρίσιμες βαριάντες, σπασμοί και συγκοπές, οι λεπτές αποχρώσεις του φλάουτου, τα μπάσα τύμπανα και τα τραγικά τσέλα], ωστόσο υπάρχει μια περιέλιξη -κι αγωνία για το πρόσωπο που σκιαγραφεί-, διαφαίνεται ένας ανεκδήλωτος δυναμισμός και μια ευγενής ένταση που όλο πάει να ξεσπάσει κι όλο συγκρατείται.
Θα ήταν άδικο να πω ότι μου αρέσουν συγκεκριμένα κομμάτια [First Day of School ως έξοχη εισαγωγή, Sheba & Steven ως υποβλητικό βασικό θέμα, Betrayal ως πειραματισμός και κλιμακούμενη απόδραση, το υπόγειο παιχνίδισμα του Going Home], γιατί εδώ έχουμε ένα μάλλον συμπαγές και ολοκληρωμένο συμφωνικό έργο. Έχουμε επίσης και μια αλληλουχία συναισθημάτων και μεταπτώσεων που μεταγράφονται εντός, ακόμη και χωρίς τις εικόνες: θλίψη, μοναξιά, μελαγχολία, υπόσχεση, προσμονή, κουράγιο, προδοσία, καταβύθιση, επιστροφή, ανάμνηση.
Δεν ισχυρίζομαι πως φτάνει το ύψος των "Ωρών" ή την κορυφή του Koyaanisqatsi. Σας προτρέπω όμως να τ' ακούσετε ως ένα αυτόνομο και αξιόλογο έργο, ελπίζοντας πως δε θα 'ναι απλώς μια αναλαμπή, αλλά ένα δείγμα ανάκαμψης. Κι ο βαθμός που βλέπετε παρακάτω είναι απόλυτα σχετικός.