Πριν από δύο χρόνια έμπαινες στο HMV και το νέο τότε CD των Pixies ήταν σε ειδικό ράφι με τις προτάσεις του καταστήματος για το τι θα ήταν καλό δώρο για τους γονείς. Το υπονοούμενο ήταν «μην το ακούσετε εσείς οι ίδιοι γιατί θα βαρεθείτε – απλά χαρίστε το στον πατέρα σας ή στην μητέρα σας». Και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να μείνει νέος για πάντα, αλλά από το να είσαι το συγκρότημα που κάποτε ενέπνευσε τον Cobain να γράψει το Smells Like Teen Spirit μέχρι να γίνεις η δισκοπρόταση του HMV δίπλα στους Take That, υπάρχει οπωσδήποτε μια κάποια απόσταση.
Λίγα χρόνια μετά τη διάλυση των Pixies, θα έπρεπε να έχει γίνει φανερό ότι ήταν μάταιο να περιμένουμε έναν άξιο διάδοχο του “Trompe Le Monde” – του δίσκου με τον οποίο μας αποχαιρέτισαν το 1991. Νομίζαμε, δηλαδή, ότι ο Black Francis μπορούσε να γράψει κομμάτια του ίδιου βεληνεκούς και απλά μας τα έκρυβε, προτιμώντας να κυκλοφορεί τον έναν αδιάφορο σόλο δίσκο μετά τον άλλον;
Η αλήθεια πάντως είναι ότι διάδοχος του “Trompe Le Monde” υπήρξε, κυκλοφόρησε το 1993 και είχε το όνομα “Frank Black”, ήταν μάλιστα μια χαρά δίσκος και σήμερα θα θεωρούταν κλασικός αν είχε βγει κάτω από το όνομα Pixies. Καλώς ή κακώς όμως το περιτύλιγμα έχει από ό,τι φαίνεται μεγάλη σημασία, και αυτός είναι και ο λόγος που το όνομα των Pixies μπήκε πάνω στην μετριότητα του 2014 που είχε τον τίτλο “Indie Cindy”, και είναι ο ίδιος λόγος που οι Pixies επιστρέφουν και φέτος με το “Head Carrier”, το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένας ακόμα δίσκος του Frank Black αλλά βγαίνει με το όνομα Pixies για να πουλήσει περισσότερο (μόλις έγραψα αυτό που σκέφτονται οι περισσότεροι για το νέο άλμπουμ αλλά για κάποιο λόγο λίγοι το λένε στα ίσια). Αυτό δε σημαίνει ότι έχουμε έναν κακό δίσκο, αλλά σημαίνει και ότι δεν έχουμε κάτι το ιδιαίτερα ενδιαφέρον.
Η τραγωδία που πλήττει τον Frank Black είναι ότι μοιάζει να μην καταλαβαίνει τους λόγους για τους οποίους οι δίσκοι των Pixies έμειναν θρυλικοί ενώ οι προσωπικοί του όχι. Προφανώς νομίζει ότι αν προσλάβει μια μπασίστρια και τη δασκαλέψει να τραγουδάει ακριβώς όπως η Kim Deal τότε όλα θα είναι όπως παλιά. Αμ δε. Ή νομίζει ότι αν μιμηθεί τα ουρλιαχτά του “Tame” στο “Baal’s Back” ο χρόνος θα γυρίσει πίσω στο 1989, χωρίς να υπολογίζει όμως ότι ένας δήθεν οργισμένος πενηντάρης δεν έχει καμία σχέση με έναν γνήσια οργισμένο εικοσάρη.
Κάποιες συνθέσεις είναι ευπρόσδεκτες, με το “Oona” και το “Tenement Song” να ξεχωρίζουν ως τραγούδια που θα μπορούσαν να είναι b-sides της εποχής του “Bossanova”, ή έστω να έχουν μπει στο ίδιο το “Bossanova” (κάπου στη μέση της β΄πλευράς). Συνολικά όμως, το “Head Carrier” κυλάει αδιάφορα ως ένας τυπικός δίσκος αμερικάνικου ροκ, με τη διαφορά ότι έχουμε κάμποσες στιγμές όπου το συγκρότημα προσπαθεί να αναπαράγει το ίδιο του το παρελθόν για να φάει τελικά τα μούτρα του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το “Um Chagga Lagga” που πάει να πλασαριστεί κάτι σαν διάδοχος του “ Isla De Encanta” αλλά στην πραγματικότητα είναι μια από τις πιο ντροπιαστικές στιγμές του δίσκου.
Οι Pixies τελείωσαν το 1991 με το “Trompe Le Monde”, και όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε, τόσο λιγότερο θα απογοητευόμαστε με κάθε νέα κυκλοφορία τους.