Κάπου στα μισά της προηγούμενης δεκαετίας, το Rolling Stone είχε αφιερώσει το εξώφυλλό του από κοινού στην Tori Amos, στην Bjork και στην Polly Jean Harvey. Δεν ήταν και τόσο άσχετο όσο είχε πρωτοφανεί. Οι χαλαροί ηχητικοί σύνδεσμοι της Bjork με τις δύο συναδέρφους της θα φαινόταν πιο καθαρά λίγο αργότερα, αλλά μια, έστω και μακρινή, συγγένεια Tori Amos / PJ Harvey είχε φανεί ήδη τουλάχιστον από την εποχή του "Boys For Pele" (1996) και την album version του "Professional Widow". Όλα σε εκείνο το κομμάτι έδειχναν απροκάλυπτα το "Rid Of Me" ως βασική επιρροή - τον οριακό δεύτερο δίσκο της Polly Jean Harvey, όπου και είχε ξεδιπλώσει τον ήχο της στην πιο ωμή και στριφνή του εκδοχή.
Από εκεί και πέρα, η Harvey δοκίμασε μια σειρά από διαφορετικά πράγματα. Όλα ευπρόσδεκτα, αλλά τίποτα δεν ήταν σαν το χαστούκι του "Rid Of Me". Διέπρεψε στο "To Bring You My Love", έχτισε επιτυχώς το προφίλ της ως ο θηλυκός Cave, έφτιαξε ένα θαυμάσιο pop δίσκο με το "Stories Of The City...", εξερεύνησε πολλά υπόγεια μονοπάτια, αλλά η κορυφή του "Rid Of Me" ήταν πάντοτε ψηλότερη. Στο "Rid Of Me" οι κιθάρες ήταν ακατέργαστες, oι εμμονές της Harvey διαγράφονταν ανάγλυφες μέσα από τις αντι-μελωδίες της, ο ήχος είχε πρωτοφανή αμεσότητα (παραμένει άλλωστε μέχρι σήμερα μια από τις χαρακτηριστικότερες δουλειές του Steve Albini), οι ερμηνείες έπαιζαν από ικετευτικές μέχρι λυσσασμένες, από φάλτσους λυγμούς μέχρι επιθετικά δίστιχα όπως "I might as well be dead/ but I could kill you instead" (και μάλιστα στο ίδιο κομμάτι).
Στο "The Devil" που ανοίγει το νέο album, η Harvey κορυφώνει μια απλή, κατά βάση, μελωδία με ένα ξέσπασμα που γυρίζει πάλι το χρόνο πίσω και φέρνει στο μυαλό την ατίθαση μορφή των δύο πρώτων δίσκων. Η Harvey εκείνης της εποχής έδινε την εντύπωση του θηλυκού που αν της αρέσεις, θα έρθει να σου την πέσει πρώτη. Και αν της πεις όχι, τότε θα κάνει τα πάντα για να σε κερδίσει, χωρίς ηθικούς φραγμούς. Στο "White Chalk", η ίδια αυτή κοπέλα είναι πλέον 15 χρόνια μεγαλύτερη, και όλα λίγο-πολύ είναι όπως τότε, με τη διαφορά ότι ο τσαμπουκάς έχει εν μέρει υποχωρήσει για χάρη ενός ιδιότυπου, σκοτεινού ρομαντισμού, ενώ, σε καθαρά τεχνικό επίπεδο, η ηλεκτρική κιθάρα έχει δώσει τη θέση της στο πιάνο.
Το στοίχημα σε οποιονδήποτε τόσο ηχητικά λιτό δίσκο είναι ότι καμιά προσεγμένη παραγωγή δε μπορεί να σε ξελασπώσει αν οι ίδιες οι συνθέσεις δεν είναι πραγματικά γερές, και η Harvey θριαμβεύει τουλάχιστον σε τρία από τα νέα τραγούδια, στο αγχώδες "Silence", στον απελπισμένο σπαραγμό που ακούει στο όνομα "To Talk To You", καθώς και στο αλλόκοσμο "The Mountain" που κλείνει το album. Στα υπόλοιπα, η ατμόσφαιρα διατηρείται σταθερά μελανόχρωμη, με τα κομμάτια να εναλλάσσονται, άλλα περισσότερο, άλλα λιγότερο διακριτικά, εντυπωσιάζοντας κατά τις πρώτες ακροάσεις για να ξεθωριάσουν ελαφρώς τις επόμενες. Όσο για την Amos, τώρα είναι η σειρά τής Harvey να πάρει κάτι από την αύρα της, αναπαράγοντας μερικώς το εύθραυστο, εσωτερικό κλίμα του "Little Earthquakes". Και να της διδάξει ότι οι καλοί δίσκοι δεν είναι ανάγκη να διαρκούν 80 παρά κάτι λεπτά: μπορεί κάλλιστα να κρατάνε και 34.