Ένας ακόμα ελληνικός δίσκος που παίρνει άριστα από αυτό εδώ το site, και επειδή το έργο είναι πολλοστής προβολής, θα τα γράψουμε εμείς πρώτοι για να μην κουράζουμε και ορισμένους. Σύμφωνα με τους πλέον κακόπιστους, λοιπόν, το συγκρότημα έχει πληρώσει το συντάκτη, σε χρήμα ή δεν ξέρω κι εγώ με ποιον άλλον τρόπο. Παίζει επίσης και ότι ο συντάκτης γράφει αυτά που γράφει γιατί τα μέλη του group είναι φιλαράκια του και απόψε το βράδυ θα πάνε να τα πιούνε, και στα μάτια όλων θα υπάρχει το σήμα του ευρώ (όπως στον Σκρουτζ με τα δολάρια) από τις αυξημένες πωλήσεις λόγω της καλής κριτικής. Για κάποιους άλλους, ο συντάκτης απλώς υπερβάλλει - είδε ελληνικό CD και τον έπιασε το πατριωτικό του. Θέλει επίσης να τα έχει καλά με τις εταιρείες για να παίρνει δωρεάν promo και να μπαίνει τσάμπα στις συναυλίες (σημείωση: έχω να δω promo από το δεύτερο album των Coldplay και να μπω τσάμπα σε συναυλία από τη Γιορτή της Μουσικής που ήταν τσάμπα ούτως ή άλλως). Είδατε, σας προλάβαμε - μάς τα έχετε ξαναπεί, τα έχουμε ξανακούσει, και δε μάς κάνουν πια εντύπωση. Το μόνο που μάς κάνει εντύπωση είναι ότι υπάρχουν κάποιοι που δεν μπορούν / δε θέλουν να αναγνωρίσουν ότι ένα άριστα στο πρώτο album των Pop Eye μπορεί και να μη σημαίνει απολύτως τίποτα από τα παραπάνω, αλλά πολύ απλά να εξηγείται με τον φυσιολογικό τρόπο: από το γεγονός, δηλαδή, ότι οι Pop Eye έβγαλαν όντως έναν άριστο πρώτο δίσκο.
Άριστος, γιατί είναι γεμάτος εύστροφες και κολλητικές συνθέσεις που τιμούν πραγματικά το πρώτο συνθετικό του ονόματος του group, κλείνοντας το μάτι σε ολόκληρη την προηγούμενη (μερικές φορές και την προ-προηγούμενη) δεκαετία, χωρίς να ακούγονται αναχρονιστικές. Επειδή διατηρεί μια συγκινητική αθωότητα παρόμοια με (και εντονότερη από) αυτή του πρώτου εκείνου album των Raining Pleasure, και μια αφοπλιστική ειλικρίνεια που πηγάζει από την ανεπιτήδευτη ομορφιά των κομματιών. Κομμάτια που δανείζονται από διάφορες εκφάνσεις της indie pop κουλτούρας χωρίς να αντιγράφουν τίποτα συγκεκριμένα, και που αρνούνται να μπουν κάτω από κάποια ταμπέλα πέρα από τη γενική κατηγορία της pop, καθώς το στιλ του συγκροτήματος είναι αβίαστα πολυσυλλεκτικό (άλλοτε electro, άλλοτε ambient, άλλοτε σχεδόν lounge, με δόσεις brit-pop στο "Get Away", ακόμα και με απόηχους από Χατζιδάκι στο "Α Vicious Game"), προβάλλοντας ένα σύνολο τραγουδιών που γεννήθηκαν από κάποια εσωτερική ανάγκη, και ως τέτοια, είναι αδύνατον να μη σου κρατήσουν καλή παρέα.
Oι Pop Eye είναι ενδεχομένως πολύ νέοι για να έχουν χαζέψει με τις ώρες το εξώφυλλο του "Tiger Bay" των Saint Etienne όταν πρωτοκυκλοφόρησε, για να έχουν εντρυφήσει σε εκείνη τη διπλή συλλογή των The Field Mice του 1998 ή για να έχουν ξεφυλλίσει τα Fractal στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας. Για αυτό είναι και προς τιμή τους που κατορθώνουν να δημιουργήσουν ένα τέτοιο album που, πέρα από την πληρότητα των ίδιων των συνθέσεων, είναι γεμάτο αναμνήσεις. Ευτυχές ατύχημα ή συνειδητοποιημένες επιρροές, δεν έχει τελικά και πολλή σημασία. Το πραγματικά σημαντικό είναι ότι οι Pop Eye έχουν παραδώσει ένα album άμεσο, ευθύ και νοσταλγικό, που δε διστάζει ούτε να εκθέσει την ευαισθησία των δημιουργών του, ούτε και να γίνει αιχμηρό εκεί που χρειάζεται.
To μόνο που θα μπορούσε να ειπωθεί για αυτό το ντεμπούτο είναι ότι η (πολύ προσεγμένη) παραγωγή δεν απογειώνει ορισμένα σημεία του δίσκου, έτσι όπως γίνεται στα live του συγκροτήματος, κάτι βέβαια που είναι ψιλά γράμματα, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν δει το group επί σκηνής. Συνολικά, το "Pop Eye" έχει τη δύναμη να προσθέτει αυτό το "κάτι περισσότερο" - για να θυμηθούμε και τον άστεγο ερασιτέχνη ποιητή του "Before Sunrise", και δεν μπορεί παρά να γίνει ένα από τα αγαπημένα αποκτήματα του φετινού καλοκαιριού.