Για άνθρωπος που δε θα τοποθετούσε τους Radiohead στη δεκάδα των πιο αξιόλογων γκρουπ της γενιάς τους ακόμη και αν τον σημάδευαν με πιστόλι, δεν έχω κάποιου τύπου ιδεολογικό πάθος για το ζήτημα ούτε συνοδεύω τις αντιρρήσεις μου με το βάρος κάποιας πεποίθησης. Ο Thom Yorke δεν είναι όσο σνομπ νομίζουν αρκετοί, αλλά ακόμη και αν πιστεύει πως βρίσκεται σε κάποιο παράλληλο σύμπαν υπερβατικής μεταδημιουργίας, πολύ καλά κάνει, έτσι προχωράνε τα πράγματα. Αν ώρες ώρες αδιαφορεί παντελώς για το αν η μουσική του ανταποκρίνεται στον μέσο όρο, χίλια μπράβο του, πολύ μου φαίνεται ότι έχουμε ρίξει τον πήχη στο κλίμα της γενικής απενοχοποίησης. Και αν οι οπαδοί τους διακατέχονται πράγματι από αίσθημα αφόρητου δογματισμού και έλλειψη αυτοσαρκασμού, θα έπρεπε να τους βάλουμε εδώ και χρόνια να δείξουν και στους φανατικούς των Sonic Youth πώς γίνεται να συμφιλιωθείς με το συγκεκριμένο συναίσθημα για να μη νομίζουν πως μας το κρύβουν μέσα στους ωκεανούς του coolness τους. Για τους Radiohead πιστεύω κάτι απλό και καθόλου δραματικό. Είναι ένα καλό και κάποιες φορές εξαιρετικό γκρουπ, αλλά σε καμία περίπτωση όσο καλό νομίζουν και οι ίδιοι και πολλοί άλλοι.
Όταν εμφανίστηκε ο πρώτος που με το άκουσμα του Kid A κατηγόρησε το γκρουπ για επιτήδευση, οι Radiohead κέρδισαν οριστικά το ντιμπέιτ του παρόντος. Η συζήτηση θα στρεφόταν πια για πάντα στη σχέση του γκρουπ με τη συμβατικότητα ή μη της μουσικής τους, όπου συμβατικότητα προφανώς δε θεωρείται το να μην μπορείς να ξεπεράσεις επί είκοσι χρόνια τον Aphex Twin. Θεωρώ το Kid A ένα από τα πιο αδιάφορα πράγματα που έχω ακούσει στη ζωή μου, αλλά δεν μπορώ να το υποστηρίξω χωρίς κάποιος να πιστέψει πως δε θα ήμουν τόσο απόλυτος αν δεν αφορούσε αυτούς. Συμμετέχουμε πάντοτε σε έναν έντονο διάλογο για το γκρουπ, ακόμη και όταν οι ίδιοι δεν πιστεύουμε ή επιδιώκουμε κάτι τέτοιο. Πρόκειται για αδιανόητη επιτυχία τους, αλλά σε κάποιο επίπεδο και για βαθιά ήττα. Οι Radiohead είναι μια εκ των πραγμάτων σημαντική μπάντα, αλλά για γκρουπ που τόσο απόλυτα προώθησε την "κλινική" του σχέση με τη μουσική, θα έπρεπε να τους ενοχλεί ότι κυρίως συζητείται το τι κάνουν και γιατί κάθε φορά το κάνουν και όχι το πόσο καλά το κάνουν.
Κάπως έτσι συνεχίζουν - και αυτό ίσως επηρεάσει και σε αυτόν τον δίσκο όσους δεν τους συμπαθούν - με την κατηγορία του "pretentious" να τους συνοδεύει, κατηγορία που τους κολακεύει. Οι Radiohead δεν είναι φυσικά pretentious και δυστυχώς. Δεν έχουν βγάλει ούτε έναν επιτηδευμένο δίσκο, κάθε φορά αγωνιούν ειλικρινά για το πώς θα καινοτομήσουν, στην πραγματικότητα είναι ένα εγκληματικά έντιμο γκρουπ. Pretentious γεννιέσαι και όλοι οι σπουδαίοι pretentious Βρετανοί είχαν arty αλλά ποπ γονίδιο. Οι Radiohead έχουν ροκ γονίδιο, αφόρητα ροκ γονίδιο, και για αυτό το μόνο που αντιλαμβάνονται ως πρόοδο είναι αποκλειστικά η σχέση τους με τον ηλεκτρονικό ήχο. Το 1997 έβγαλαν έναν πολύ καλό art-rock δίσκο, με έμφαση στο "rock". Το "art" ατυχώς θεωρήθηκε γενετικό γνώρισμα της μπάντας και η ιστορία αποφάσισε πως ο δίσκος ήταν ΤΟΣΟ σπουδαίος που έκτοτε η οποιαδήποτε νοηματοδότηση της κάθε τους επανεκκίνησης παράγει καταστατικά πρόοδο. Δεν έχει σημασία αν είναι δίκαιο, οι Radiohead το κατάφεραν και από μία άποψη ευτυχώς, αυτό δείχνει πως η μουσική δεν είναι τόσο σοβαρή υπόθεση όσο νομίζουν.
Είτε βγάζουν επομένως δίσκο bubblegum pop είτε τρίωρο freak jazz τζαμ δε θα τους αδικήσω / τη χαρίσω συζητώντας γιατί κυκλοφορούν αυτό που κυκλοφορούν και όχι πόσο καλό είναι. Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουν πολλοί, εδώ και αρκετά χρόνια υπάρχει κάτι που λέγεται "τυπικός Radiohead δίσκος" και αυτός εδώ είναι ένας τέτοιος. Κινείται γύρω από μοτίβα και όχι συνθέσεις, εκτιμάται ως σύνολο, η οργανικότητά του πότε το αφήνει να σε "βρει" εκεί που δεν το περιμένεις και πότε κρύβει το γεγονός ότι με το να είναι τόσο καλοί στον ρόλο του εαυτού τους οι Radiohead δεν έχουν ασχοληθεί με το να βρουν σε τι άλλο θα μπορούσαν να είναι καλοί. Είναι δίσκος καλός αλλά όχι ΤΟΣΟ καλός.
Τυπικό τραγούδι Radiohead από την άλλη ίσως να μην υπάρχει, αλλά υπάρχει κάποιου τύπου πρότυπο post-2001 Radiohead τραγούδι και το ‘’Daydreaming’’ είναι τέτοιο και ανήκει στα καλύτερα πράγματα που μας έδωσε το γκρουπ τα τελευταία χρόνια. Νιώθω ότι υπάρχει πάντα ένα ερώτημα περί του τι οφείλουμε να περιμένουμε από την τραγουδοποιία των Radiohead από τη στιγμή που κατέστησαν σαφές πως θεωρούν ότι οι συντεταγμένες της μουσικής εξέλιξης αποκλείουν αξιωματικά τις δυνατές συνθέσεις (πόσα λίγα κατάλαβαν από μια τέχνη που πήραν τόσο σοβαρά). Και αυτός τους ο δίσκος ακούγεται κυρίως ως σύνολο, οπότε τι ακριβώς κρίνουμε; Tον τρόπο που κυλάει, την αρτιότητα στην εκτέλεση, τη σχέση του οργανικού τρόπου ανάπτυξης με τις όποιες κορυφώσεις; Kαι όταν οι μελετητές του έργου τους σε κάθε (μα κάθε) δίσκο τους τα τελευταία χρόνια μας προειδοποιούν πως είναι ο πιο προσβάσιμός τους, τι ακριβώς εννοούν, πέρα από το ότι προφανώς σε κάποια φάση ακούγονταν σαν Globe Unity Orchestra και οι υπόλοιποι δεν το πήραμε χαμπάρι;
Εγώ κρίνω την ποιότητα της εκτέλεσης και ο δίσκος σε αυτό δεν πάσχει. Από τη στιγμή μάλιστα που μιλάμε για εξαιρετικά καταρτισμένους μουσικούς, όπως γνωρίζει όποιος τους έχει δει ζωντανά, απορώ γιατί συμβιβάζονται με το είδος των κυκλικών lullabies και δεν εξερευνούν τις σημαντικές ικανότητές τους. Θυμίζω ότι είναι ένα γκρουπ που όχι μόνο δεν έκρυψε, αλλά προς τιμήν του διαφήμισε το writer’s block της επίπονης περιόδου 1998-2000 και παρά ταύτα ο κόσμος έδωσε τον χαρακτήρα προφητείας ακόμη και στις στιγμές που ο Thom Yorke έβαλε το λάπτοπ στην πρίζα και ηχογράφησε ό,τι θα μπορούσε να ηχογραφήσει κάθε πρωτοετής της πληροφορικής. Με τους Radiohead πια με συγκινούν μόνο στιγμές όπως το ‘Ful Stop’ που είναι το αγαπημένο μου του δίσκου και γίνεται πιο αγαπημένο όταν το σκέφτομαι σαν ενδεχόμενη αφετηρία μιας φανταστικής παλαβής σύνθεσης. Αφού υπάρχει κόσμος που θεωρεί οτιδήποτε και αν κάνει το γκρουπ ‘’out there’’ γιατί δεν βγάζουν έναν πραγματικά ''out there'' δίσκο; Kαι αυτό το άλμπουμ μου επιβεβαιώνει πως οι Radiohead μπορούν να κάνουν καλά λιγότερα πράγματα από όσα νομίζουν, αλλά και αυτό το άλμπουμ μου επιβεβαιώνει πως μπορούν να είναι καλύτεροι με περισσότερους τρόπους από όσους έχουν καταγραφεί.
Αgainst my better instincts, που λένε και στην Οξφόρδη, οι Radiohead γενικά μου αρέσουν και με τον ίδιο τρόπο μου αρέσει γενικά και ο δίσκος. Μου αρέσει που είναι ένα ροκ γκρουπ που θέλει να πηγαίνουν τα πράγματα μπροστά και έχω συμβιβαστεί πια με το ότι το ‘’μπροστά’’ στη μουσική σημαίνει ‘’διάθεση για μπροστά’’. Δε μου αρέσει και ποτέ δε μου άρεσε το ότι είναι μόνο αυτό, ένα ροκ γκρουπ, και ποτέ δεν καταλαβαίνεις ότι είναι ροκ γκρουπ περισσότερο από τις στιγμές που χρειάζεται να αναπτύξουν ένα οργανικό electro θέμα, οι πιο ροκ στιγμές τους είναι ακριβώς αυτές. Μου αρέσουν οι περιλάλητες ενορχηστρώσεις του Greenwood στο δίσκο και αποφεύγω να σκεφτώ τα κομμάτια χωρίς αυτές. Μου αρέσει ο τρόπος που χειρίζεται τα συναισθήματά του ο Thom χωρίς να μιλάμε για τυπικό break-up άλμπουμ. Μου αρέσει το ότι κατά πάσα πιθανότατα ο δίσκος θα ακούγεται πολύ καλός ζωντανά. Δε μου αρέσει και πάλι το ότι οι Radiohead παίζουν το ρόλο των Radiohead, δε μου αρέσει το κλισέ πιάνο του ‘Glass Eyes’ και δε θα μου αρέσει ποτέ ο Τhom Yorke στο ρόλο του Νick Drake, γιατί πάντα θα ακούγεται όπως ακριβώς υποθέτεις ότι θα ακούγεται ο Thom Yorke στο ρόλο του Νick Drake. Κυρίως δε μου αρέσει που για κάθε δίσκο τους διαβάζω ότι είτε αποδεικνύουν πως αν ήθελαν θα έγραφαν κλασικότερες επιτυχίες είτε ότι αποδεικνύουν πως αν ήθελαν θα τραβούσαν τον ήχο τους προς το πιο ακραίο. Σόρι, αλλά αφενός αν μπορούν να κάνουν κάτι από τα δύο, ας το κάνουν πράγματι, έτσι για αλλαγή - και αν είναι το γκρουπ που θεωρείται ότι είναι μπορούν να κάνουν και τα δύο μαζί - αφετέρου ακόμη και αν αυτό ισχύει δε φαίνεται πουθενά από τους δίσκους τους, το υποθέτουμε για λογαριασμό τους. Οι δίσκοι τους είναι μεγάλα και αργά αναπτυσσόμενα σάουντρακ, με κιθαριστικές πινελιές, επαρκώς παιγμένα και το μόνο που μας κάνουν να υποθέτουμε με σχετική σιγουριά είναι πως οι Radiohead θα είναι πάντα μια ενδιαφέρουσα λάιβ εμπειρία και ένα γκρουπ που δεν μπορεί να ξεπεράσει το ότι με τα ίδια εργαλεία υπάρχουν άνθρωποι που έφτιαξαν μουσική με την οποία μπορείς να χορέψεις. Υπάρχει κόσμος που δεν μπορεί να συμβιβαστεί με το πόσο ασέξουαλ είναι η μουσική τους, αυτό με το οποίο εγώ δεν μπορώ να συμβιβαστώ είναι η κρυφή υποψία πως αυτό είναι επιλογή τους.
Θα πω κάτι που δεδομένου του untouchable στάτους της μπάντας ίσως ακουστεί υπερβολικό, αλλά δεν το λέω για τέτοιο ή για εξυπνάδα, σε εμένα φαίνεται αναμενόμενο. Η ιστορική δικαίωση των Radiohead δε θα αποδειχτεί μια απλή και ευθύγραμμη διαδικασία. Χωρίς προφανή πια μεγάλα τραγούδια και χωρίς την πραγματικά ταλαντούχα λάιβ παρουσία τους, η σχέση των νευρικά χαλαρών δίσκων τους και της αφηγηματικής λογικής τους με την κοινή συνείδηση θα είναι σε βάθος χρόνου μια ενδιαφέρουσα υπόθεση. Έχει παρατηρήσει κανείς πως αν ζητήσεις ακόμη και από τον πιο απαιτητικό φαν τους να σου πει την αγαπημένη του στιγμή από το Kid A θα σου αναφέρει το 'Idioteque' ή την εισαγωγή του 'National Anthem', τις πιο συμβατικές δηλαδή στιγμές του; Έχω προλάβει να ρωτήσω ήδη τέσσερις πιστούς του γκρουπ τι βλέπουν να τους μένει από το AMSP και μου απάντησαν και οι τέσσερις αμέσως το 'Identikit'. Και πάλι η συμβατική στιγμή και πάλι μια στιγμή που όπως και το 'Idioteque' στον κατάλογο ενός τόσο έγκριτου γκρουπ θα έπρεπε να είναι με το ζόρι b-side. Δεν ξέρουμε ακόμη την εποχή μας και την κληρονομιά της. Αν αποδειχθεί αρκετά γενναιόδωρη στην ενσωμάτωση "γενικής προοδευτικής διάθεσης" μύθων, πέρα από την αυθύπαρκτη αντοχή του ανάλογου έργου - αν δηλαδή η εποχή μας σηκώνει νέους Can - η φήμη του γκρουπ δε θα κινδυνεύσει από τίποτε. Σε διαφορετική περίπτωση το παιχνίδι είναι ανοιχτό και είμαι πολύ περίεργος να δω πόσος από τον περιβόητο πειραματισμό τους θα επιβιώσει στη μνήμη μας χωρίς τη συζήτηση για αυτόν.
Και επειδή παρά τις απελπισμένες προσπάθειές μου να μετατραπώ σε αποστασιοποιημένο κυνικό ακροατή, στην ουσία μπορώ να αγαπήσω τη μουσική μόνο ως φαν, θέλω πολύ να δικαιωθεί το φαινόμενο Radiohead και μαζί του όλο το πανηγύρι, ο καυγάς και τα πάθη που ζουν τη μουσική και τη βιομηχανία της. Κάθε δίσκος τους νιώθω ότι με αφορά όσο και τους πιστούς τους. Και παρά το ότι ο χαρακτηρισμός που του έδωσα - καλός αλλά όχι ΤΟΣΟ καλός - νιώθω ότι ανταποκρίνεται στην γενική προσωπική αξιολογική κρίση περί της μπάντας, δε θα ήθελα να είναι ο τελευταίος της. Οι καλύτερες πλευρές του δίσκου, η αβίαστη εσωτερικότητα του συλλογικού, η διακριτική αίσθηση της απώλειας και η ανεπιτήδευτη μουσικότητα δείχνουν ότι το γκρουπ είναι ικανό για πολλά ή τουλάχιστον ικανό όταν κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό του να μη μας ζαλίζει. Οι τεμπέλικες στιγμές δεν είναι ούτε χειρότερες ούτε λιγότερες από ό,τι στο παρελθόν, αλλά από εδώ και πέρα θα αρχίσουν να φαίνονται πιο εύκολα.
"Ιf you try the best you can, the best you can is good enough” τραγουδούσε κάποτε ο Thom Yorke και οι καλύτεροι Radiohead είναι πάντα οι ψυχωμένοι Radiohead. Αυτή την ψυχή πρέπει να ξαναβρούν και ας μην ανησυχούν οι αγχωμένοι περί την πρόοδο φαν, η ψυχή τους δεν βρίσκεται αποκλειστικά στα 90s. Αλλά έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που έπαιξαν μουσική νιώθοντας πως υπάρχει κάτι για να χάσουν. Όλα είναι στο χέρι τους και το παρόν άλμπουμ ακούγεται καλό ως κλείσιμο του κύκλου, αλλά όχι ικανό να γίνει η γέφυρα προς την φλόγα που κάπου έχασαν και θα τους χρειαστεί στην ιστορική κρίση περισσότερο από όσο νομίζουν τώρα. Πρέπει να την βρουν ή έστω μπορούν να την υποκριθούν. Να μην ξεχνάμε ποτέ ότι κανείς δεν μπορεί να παραστήσει τους Radiohead τόσο καλά όσο οι ίδιοι.