(...κάτι παραπάνω από μιά έξυπνη ανάγνωση της σχέσης του ambient με την υπόλοιπη μουσική, από τον κύριο Alanski, σε ένα αποτέλεσμα ικανό να συγκινήσει όσους βρίσκουν υπερβολικά light και 'εύκολο' τον Kid Loco...)
O Jay Alanski μπορεί άνετα να είναι υπερήφανος για το εύρος της κουλτούρας του, για τη σχέση του με την τέχνη σε κάθε μορφή της (μουσική, κινηματογράφος, λογοτεχνία, ζωγραφική κ.λ.π.) και για την ικανότητά του να διακρίνει το ξεχωριστό, όπου και να βρίσκεται αυτό, καλά κρυμμένο στο βάθος ή εκτεθειμένο στην επιφάνεια. Η δεύτερη ολοκληρωμένη δουλειά του κάτω από το όνομα A Reminiscent Drive επιβεβαιώνει αυτή την υγιή άποψη ενός ανθρώπου που δείχνει να «διψάει για τέχνη» και αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος του website του στο 'έργο των άλλων' που καθημερινά του αλλάζει τη ζωή και όχι στον ίδιο.
Η υπο-ρυθμική διάθεση που κατατρέχει το δίσκο σε όλη του τη διάρκεια, θα τον οδηγήσει ίσως στο ambient section των καλά οργανωμένων δισκοπωλείων, το πέρασμα όμως από το house στο drum&bass και πιο πέρα στα λιτά -σχεδόν post...- σκηνικά που στήνονται προς το τέλος, θα κάνουν τον καλά ενημερωμένο ακροατή δικαιολογημένα να αμφισβητήσει αυτή την επιλογή. Ούτε βέβαια η ενασχόληση του -ως παραγωγού- με το μεγαλύτερο ποσοστό της ελαφράς ποπ μουσικής στη Γαλλία τα τελευταία χρόνια έχει αφήσει αδιάφορο τον Alanski - άλλωστε η χώρα του φέρει βαριά παράδοση σε easy ακούσματα, είτε αυτά ονομάζονται pop, είτε φέρουν τη μορφή μιας χαρούμενα ανώδυνης jazz. Το μίγμα όλων αυτών των πραγμάτων ίσως πλέον να ακούγεται σαν υπόθεση ρουτίνας σε μια εποχή, στην οποία οι μισοί δίσκοι που κυκλοφορούν προσπαθούν να συνδιάσουν το drum & bass με τη jazz, και το house με οτιδήποτε άλλο. Αυτό που κάνει ίσως το Ambrosia να ξεχωρίζει είναι η καθαρότητα και η αυτοτέλεια που η κάθε ξεχωριστή μουσική διατηρεί μέσα στο σύνολο, αποτέλεσμα του σεβασμού με τον οποίο αντιμετωπίζεται, αλλά και του ότι ο Alanski πραγματικά γνωρίζει το κάθε τι με το οποίο καταπιάνεται. Οργανώνει λοιπόν το χάος του έξυπνα και κυρίως όχι ευπρόβλεπτα.
Η σκοτεινή ατμόσφαιρα του δίσκου παραμένει ενεργή ως το τελευταίο δευτερόλεπτο δεν αναιρεί όμως την πολυμορφία και την 'ποικιλία' των στυλ που φανερά αναζητά ο δημιουργός του. Μας παρέχονται λοιπόν instrumental θέματακια σε στυλ chill-out στην Ibiza με εξωτική μορφή ("Ambrosia"), τραγούδια που κάνουν πιο κατανοητό το γιατί τελικά χαιδεύει υπερβολικά τα αυτιά μας ο Kid Loco ("Are you coming back to me"), drum & bass παιχνίδια (σε πολλές παραλλαγές), ένα ακόμη instrumental με ατμόσφαιρα όχι κινηματογραφική (ευτυχώς!), αλλά τηλεοπτική (σαν από κακοφτιαγμένο αστυνομικό σήριαλ στα '80ς)- "The unseen world"- και όλα αυτά μόλις στο μισό και κάτι λιγότερο των εξήντα λεπτών του 'Ambrosia' lp. Τα δύο highlight βρίσκονται στη μέση με την επιβλητική μετρονομική electonica (αλά clicks & cuts), να διαδέχεται το πιο γυμνό και φορτισμένο τραγούδι του δίσκου με ρεσιτάλ της Nicole Graham στα φωνητικά ("One hundred eleven reasons" και "travelling soul" αντίστοιχα). Στο τέλος δε τα πράγματα και πάλι δυσκολεύουν κάπως, τουλάχιστον για τους απαίδευτους ακροατές, με τη μουσική να στηρίζεται κύρια στις ελείψεις ήχων και εκφραστικών μέσων, παρά στην αφθονία αυτών.
Το 'Ambrosia' δεν είναι τεχνητά άρρωστο, επιτηδευμένα μελαγχολικό και εσκεμμένα κατατονικό, και ακόμη και αν σε ορισμένες στιγμές φλερτάρει με όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς το κάνει πάντοτε με τρόπο ευγενικό και ενίοτε ριζοσπαστικό. Ο δημιουργός του φαίνεται να βάζει σε δεύτερη μοίρα τη δική του μουσική σε σχέση με τις υπόλοιπες δραστηριότητες του. Όταν λοιπόν αποφασίζει να την περάσει στο προσκήνιο φαίνεται ότι κάποιος ουσιαστικός λόγος υπάρχει για αυτό. Ψάξτε τον καλά λοιπόν μέσα στο Ambrosia!