Η ιστορία του Buena Vista Social Club είναι λίγο - πολύ γνωστή σε όλους. Καλό timing, μύθος σε σωστές δόσεις, επαγγελματική προώθηση, και νάτο το hype.
Το εξοργιστικό της υπόθεσης είναι ότι οι μουσικοί του, ιδιαίτερα ο Compay Segundo και ο Ibrahim Ferrer (που παρεμπιπτόντως τυγχάνει θεϊκός τραγουδιστής) αντιμετωπίζονται σαν ατραξιόν. Ελάτε να δείτε τον παππού των ενενήντα χρόνων και τον άλλο που έκανε το λούστρο για να ζήσει και ακούστε τι ωραία που τραγουδάνε. Σημεία των καιρών...
Το καλό της υπόθεσης είναι ότι έφτασε στα αυτιά όλων αυτή η Μουσική! Και μάλιστα έφτασε στην κατάλληλη στιγμή, όταν νομίζαμε πια ότι τα είχαμε ακούσει όλα και τίποτα δεν θα κατάφερνε να μας συγκινήσει όπως αυτά που ξέραμε. Και αυτό το κατάφερε ένας ογδοντάχρονος πιανίστας, ο Ruben Gonzalez.
Δεν είναι φαινόμενο. Δεν είναι ούτε καν ο σημαντικότερος πιανίστας της Κούβας (η θέση αυτή ανήκει εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα στον Chucho Valdez). Είναι απλά ένας πιανίστας απίστευτα μελωδικός, με εκπληκτικό phrasing και αίσθηση του ρυθμού που του δίνει ξεχωριστή προσωπικότητα. Ένας μουσικός που ταξιδεύει τον ακροατή όπως πολύ λίγοι το κατάφεραν. Ακόμη και κομμάτια όπως το Quizas Quizas Quizas, που έχουμε συνδυάσει με χορούς μεσηλίκων και σήριαλ της τηλεόρασης, καταφέρνει να τα κάνει απολαυστικά.
Δεν ξέρω τον αντίκτυπο που θα έχει ο Ruben σε έναν ακροατή που δεν είναι εξοικειωμένος με τη λατινοαμερικάνικη μουσική. Ίσως να το αφήσει αδιάφορο, πράγμα απόλυτα λογικό. Ίσως όμως και να τον συνεπάρει η αγνή ομορφιά του και να του ανοίξει νέους ορίζοντες αισθητικών εμπειριών (για μουσική μιλάμε πάντα, έτσι;)
Ακούστε οπωσδήποτε το Chanchullo, ή ακόμη καλύτερα το πρώτο του προσωπικό album (!) Introducing Ruben Gonzalez του 1998. Στη χειρότερη περίπτωση θα χάσετε λίγη ώρα. Στην καλύτερη ...καλωσήρθατε!