To αν θα συμπαθήσει κάποιος τον Rufus Wainwright πιθανόν να εξαρτάται από το τι είναι αυτό που θα προσέξει πρώτα πάνω του. Βλέποντας το εξώφυλλο του "Want One" δεν είναι δύσκολο να τον χρίσεις ψώνιο και να μην ασχοληθείς ξανά μαζί του, ενώ όταν διαβάζεις ότι θα ήθελε να συνεργαστεί με τη Celine Dion ή ότι θα ήθελε να έχει δεσμό με τον Jarvis Cocker, περιμένεις να είναι από εκείνους τους τύπους που προβάλλονται από τις σελίδες του Smash Hits μόνο και μόνο γιατί ξέρουν να δίνουν ενδιαφέρουσες και προκλητικές συνεντεύξεις.
Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική όμως, κι αυτό γιατί η προσωπικότητα του Wainwright είναι τόσο εκρηκτικά πολύπλευρη που θα μπορούσε να κάνει έναν ψυχίατρο να πάρει το πτυχίο του και να το κάνει σουβέρ. Ο Wainwright περιοδεύει μαζί με τον Sting, δηλώνει πως οι gays δεν υπήρχαν πριν εμφανιστεί η Judy Garland, ενώ μερικούς μήνες πιο πριν, πάλευε με την κατάθλιψη και τις καταχρήσεις, έχοντας πατήσει το κουμπάκι του εαυτού του που γράφει πάνω "self-destruct". Παράλληλα με όλα αυτά, έγραφε και μερικά από τα πιο σημαντικά κομμάτια που έχουν γραφεί τα τελευταία χρόνια από σύγχρονο singer - songwriter.
Φανταστείτε τον σαν ένα υβρίδιο Elvis Costello, Perry Blake και Neil Hannon (The Divine Comedy), και μπορείτε να πάρετε μια πρώτη, πολύ αρχική ιδέα για τη μουσική του. Ιδιοσυγκρασιακός, προσωπικός και με ένα ύφος που ακροβατεί ανάμεσα στην απελπισία και σε ένα αντισυμβατικό χιούμορ, ο Wainwright συνθέτει χρησιμοποιώντας ευφάνταστες μελωδικές δομές και ενορχηστρώσεις, χωρίς να επιδιώκει ούτε στιγμή να κάνει κάτι "πρωτότυπο". Το αντίθετο μάλιστα, δίνει την εντύπωση πως επιθυμεί να φτιάχνει δίσκους που θα μπορούσαν να ακούγονται σαν κλασικά albums από κάποια περασμένη δεκαετία. Αυτή η δεκαετία θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε: στη μουσική του Wainwright μπορεί κανείς να βρει κλασική μουσική (τρανταχτή απόδειξη το sample από το "Bolero" του Ravel που υπάρχει στο πρώτο κομμάτι του "Want One"), τραγούδια που θα μπορούσαν να υπάρχουν στο soundtrack του "Moulin Rouge", τους Beach Boys ή εκείνο το anthem που θα χάριζε στους Radiohead άλλη μια επιτυχία του βεληνεκούς ενός "Paranoid Android" (θα επανέρθουμε σε αυτό παρακάτω).
Και είναι αυτή η αντίθεση ενός δημιουργού που αναφέρει την Britney Spears στους στίχους ενός τραγουδιού ενώ σε ένα άλλο γράφει τις πιο ενδόμυχες σκέψεις που έχουν γραφεί ποτέ από γιο προς πατέρα, ένας δημιουργός που πέρασε την εφηβεία του με το φόβο μήπως έχει κολλήσει AIDS και παράλληλα ήταν ερωτευμένος με την κλασική μουσική και τα τραγούδια των μιούζικαλ, που σε πείθει πως ο Wainwright δέχεται πολλαπλάσια ερεθίσματα από το μέσο άνθρωπο και πως έχει το χάρισμα να αποτυπώνει αυτές τις τόσο ετερόκλητες πηγές έμπνευσής του σε στίχους και νότες. Άλλοτε ρομαντικός, άλλοτε pop, άλλοτε στοχαστικός, άλλοτε ονειροπόλος, άλλοτε επικός - αυτές είναι λίγες μόνες όψεις από την προσωπικότητα του Wainwright. Kι έπειτα είναι και η φωνή του, μια χροιά που διαθέτει τόση ζεστασιά που σε κάνει να αισθάνεσαι πως όλα αυτά που συμβαίνουν στους δίσκους του σε αφορούν άμεσα, έστω κι αν δεν έχεις ιδέα σε τι πράγμα αναφέρονται.
Αυτό είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του Wainwright: ακόμα κι αν όλα μέσα στο "Want One" μοιάζουν κωδικοποιημένα, αυτό δεν εμποδίζει καθόλου από το απολαύσει κανείς το συνθετικό πλούτο και τη μελωδική αρτιότητα των συνθέσεων, κι αυτό γιατί κάθε εγκεφαλική διεργασία έχει περάσει στο περιθώριο και το μόνο που ενδιαφέρει είναι το συναίσθημα. Οπωσδήποτε, μπορεί κανείς να προσέξει την τελειομανία στις ενορχηστρώσεις, την άψογη παραγωγή του Marius DeVries (Massive Attack, Bjork), τα αριστοτεχνικά επίπεδα των φωνητικών - αλλά αν εστιάσει σε αυτά, θα έχει χάσει και την ουσία. Ό,τι κάνει το "Want One" ξεχωριστό, δεν είναι άλλο από την ευαισθησία που εκπέμπει, μια ευαισθησία που εκφράζεται πολυσήμαντα και μέσα από πολλές διαφορετικές διαθέσεις.
Αφήσαμε μια εκκρεμότητα. Μιλάγαμε για ένα anthem του βεληνεκούς του "Paranoid Android". Αυτό δεν είναι άλλο από το "Go Or Go Ahead", ένα κομμάτι για το οποίο θα μπορούσα προσωπικά να γράψω πολλές σελίδες, αλλά ας αρκεστώ στο ότι πρόκειται για ένα αριστούργημα ποτισμένο με ίσες (και τεράστιες) δόσεις μελαγχολίας και αισιοδοξίας, κυλώντας σαν ένα συναισθηματικό rollercoaster και πλημμυρίζοντας τον ακροατή με μια τέτοια φόρτιση που ο μόνος τρόπος για να εκτονωθεί είναι να αγκαλιάσεις όλους όσους βρίσκονται γύρω σου. Λίγο πριν το δεύτερο ρεφραίν, ο Wainwright τραγουδάει "look in her eyes / forget about the ones that are crying" - και αυτά μπορεί ίσως και να είναι τα πιο συναρπαστικά και ηλεκτρισμένα τριάντα δευτερόλεπτα που μπορούμε να ακούσουμε σε οποιοδήποτε album, από οποιονδήποτε καλλιτέχνη.