Άκουγα πριν λίγο καιρό την εκπομπή του Πετρίδη που έπαιζε κάποιο κομμάτι των Tears For Fears -νομίζω το 'Pale Shelter'- και σχολίασε από πάνω: «αυτή η ποπ μας λείπει σήμερα». Και ήταν αλήθεια. Μεγάλη αλήθεια. Η ποπ που γράφεται σήμερα στην πλειοψηφία της είτε απευθύνεται σε αχυρόμυαλα δεκαπεντάχρονα που θέλουν να «το κουνήσουν» στην εκδρομή του σχολείου τους είτε σε ανοργασμικές τριαντάρες που υγραίνονται στη σκέψη του Χατζηγιάννη χωρίς μπλούζα. Δεν υπάρχει πραγματικά μαζική ποπ (όπως δεν υπάρχει και τίποτα πραγματικά μαζικό σήμερα εκτός από το σεξ) που να ακούν όλοι ευχάριστα για πολύ καιρό και να σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των charts.
Οι Scissor Sisters, λοιπόν (γι'αυτούς δεν είπαμε ότι θα μιλήσουμε;) είναι ακριβώς αυτό. Για την ακρίβεια είναι το τελευταίο ποπ προϊόν που με ενθουσίασε. Και δεν ενθουσίασε μόνο εμένα αλλά και την 16χρονη ανηψιά μου που ξετρελλάθηκε με το δισκάκι και το παίζει συνέχεια εναλλάξ με αυτό της Pink (το οποίο παραδόξως δεν είναι καθόλου κακό by the way). Όπως καταλαβαίνεις και μόνο από αυτό το γεγονός οι αδερφές-ψαλίδια κερδίζουν πόντους.
Τέσσερις στυλάτοι τύποι διαφόρων ενδυματολογικών καταβολών όπως βλέπω στις press photos τους και μια γαμάτη τύπισσα με δολοφονικό ύφος, femme dominatrice κοκκινομάλα με λάγνο βλέμμα και μια ψεύτικη αλεπού στο λαιμό (ναι την έχω ερωτευτεί). Στα live τους το κάνουν μπουρδέλο, ξέρεις mooning, κιλά ιδρώτα, δερμάτινα αξεσουάρ, αλκoόλ, ο βασιλιάς των ταράνδων, drag acts, τέτοια. Α, ναι και άλλο ένα στα συν, Νεοϋορκέζοι bon-vivants. Τι είπες; Ενδείξεις ότι δεν έχουν μουσική και προσπαθούν να προκαλέσουν με το στυλ; Χα! Μικρέ μου, πάλι την πάτησες.
Όμως λέω μια και το αρχίσαμε το θέμα να πούμε και δύο κουβέντες για το άλμπουμ (έτσι από σπόντα). Ο ήχος είναι δυνατός, διαυγής, φανκάτος, ροκίζων, χορευτικός, ντισκοειδής, ποπ. Πώς να σ'το πω τώρα, είναι σα μια παρέα από συμπαθητικά κωλόπαιδα να μπαίνει με το έτσι θέλω στο δωμάτιο, να σου πειράζει τα πράγματα, να σου ξεσυγυρίζει, να σου βουτάει τα cd, να σου ξεκολλάει τις αφίσες και τα κάδρα, να σου μουτζουρώνει τις φωτογραφίες, να φωνάζει στο γείτονα «Δεν έχει βυζιά στο ραδιόφωνο», γενικά να μην αφήνει τίποτα όρθιο. Αλλά εσύ γουστάρεις την παρέα τους και τους λες να ξαναπεράσουν αύριο.
Τα κομμάτια είναι ένα κι ένα, θα μπορούσαν να γίνουν όλα, μα όλα, νούμερο 1 singles. Από τη βέβηλη (με την καλή έννοια) διασκευή του "Comfortably Numb" -που έχει μεταμορφωθεί σε ένα camp anthem- μέχρι το "It Can't Come Quickly Enough" -η καλύτερη στιγμή του δίσκου- ή το "Laura" και τις ντίσκο λούπες του "Tits On The Radio". Σε κάποιες φάσεις ο ήχος τους θυμίζει επικίνδυνα τις αμαρτίες του Elton John στα seventies. Η μεταφυσική τσιρίδα του τραγουδιστή τους (Jake κάπως νομίζω λέγεται) ακούγεται σαν νύχια που γδέρνουν κάποιο τζάμι, αλλά χάρη σε μια παράξενη συνομωσία της τύχης μου αρέσει.
Κοινώς οι Νεοϋορκέζοι φίλοι μας ήρθαν εδώ για να μείνουν (ή τουλάχιστον έτσι ελπίζω).