Η πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό ακούγοντας τον drummer Josh Garza να ανοίγει και να οδηγεί σταθερά τα λεπτά του 'First Wave Intact' είναι αυτή του μακαρίτη John Bonham να βαράει το drum set των Led Zeppelin. Ξερνούσαν κάποτε, punk κοινό και γραφιάδες υπό το εικαστικό σύνδρομο του Jamie Reid, συνθήματα του στυλ: "το seventies rock πέθανε!".
Να, όμως, που βγαίνουν κάποτε (και αυτό το κάποτε διαρκεί) μπάντες σαν τους Αμερικάνους Secret Machines για να πιστοποιούν πως υπάρχει τρόπος, και μάλιστα τελείως ασφαλής και αποστειρωμένος πια, να δεθούν όλα τα παραδοσιακά στοιχεία του ιδιώματος έτσι ώστε να μπορούν να είναι όλα τους μοντέρνα και με την, πάντοτε επικίνδυνη, γραφικότητα στο χαμηλότερο επίπεδο, όπως και την πλήξη. Ποιος δεν απεύχεται τις καρικατούρες;
Φωνή, μπάσο, κιθάρες, τύμπανα και keyboards από τρεις μουσικούς από το Ντάλας του Τέξας (με προϋπηρεσία σε διάφορα τοπικά σχήματα, με γνωστότερους φαντάζομαι τους Tripping Daisy και UFOFU), οι οποίοι σχημάτισαν τους Secret Machines τον Ιούλιο του 2000 και στη συνέχεια τράβηξαν προς τη Νέα Υόρκη. Με μια ενδιάμεση στάση στο Σικάγο, όπου σε έξι μέρες ηχογράφησαν σ' ένα στούντιο που ανήκε στον Brian Deck (Red Red Meat, Califone), και με αυτόν ως παραγωγό, το 'September 000' ep, το οποίο έβγαλε η μικρή Ace Fu Records.
Η Reprise, βεβαίως, ανήκει στο group της Warner. Δε φαίνεται εντούτοις να αλλάζει κάτι με αυτό, τουλάχιστον σε συνθετικό επίπεδο. Οι Secret Machines, εξάλλου, οφείλουν πάρα πολλά στις μεγάλες επιρροές τους και στην εξυπνάδα με την οποία τις διαχειρίζονται. Διότι περί διαχείρισης πρόκειται, κάθε άλλη λέξη δεν αποδίδει ό,τι κάνουν με πληρότητα.
Άλλοτε ευθείς, με το heavy rock των Led Zeppelin σε εφαρμογή (στα δύο πρώτα tracks), άλλοτε χαμένοι στο ψυχεδελικό progressive των Pink Floyd (από το τρίτο και μετά), δεν ξεχνούν σε κάθε στιγμή πως τώρα διανύουμε την πέμπτη χρονιά των zeros και δίνουν σ' αυτό τη μεγαλύτερη σημασία φέρνοντας στον ηχητικό τους καμβά και τους Spiritualized, The Flaming Lips και Mercury Rev, συν μια γενικότερη psych-pop αισθητική που γίνεται ιδιαιτέρως ελκυστική σε τραγούδια όπως το 'The Leaves Are Gone'.
Ο τραγουδιστής/ κιθαρίστας Benjamin Curtis είναι χαμαιλέοντας. Εκφραστικός και σίγουρος πως ακόμη και όταν βγουν στο προσκήνιο οι Simple Minds, ο Brian Eno ή οι The Band (!), αυτός μπορεί και θα τα καταφέρει, χωρίς να είναι ο Robert Plant, ο Roger Waters ή ο Jim Kerr.
Ο αδερφός του Brandon Curtis είναι ο πολυμήχανος του συγκροτήματος, παίζοντας μπάσο και πλήκτρα και υφαίνοντας το σπουδαίο, καλλιτεχνικό κόσμο που ξανοίγεται πίσω από κάθε σύνθεση. Μικροί ήχοι από το πουθενά, ένα puzzle game με τις δικές μας αισθήσεις. Για τον Josh Garza τα είπαμε στην αρχή. Ο τύπος είναι ένας από τους καλύτερους rock drummers που έχω ακούσει εδώ και πολύ καιρό.
Μετά από όλα αυτά, θεωρώ ότι η πανοραμική κατεύθυνση των Secret Machines (η επιτυχία της πρέπει να χρεωθεί στο συν-παραγωγό Jeff Blenkinsopp;), γίνεται ακόμη ουσιαστικότερη διότι δεν σου δημιουργεί καμιά ανάγκη να ανατρέξεις μετά το 'Now Here Is Nowhere' στο 'The Dark Side Of The Moon'. Σε έχουν από μόνοι τους καλύψει και άντε το πολύ-πολύ να ψάξεις τους Mercury Rev να διασκευάζουν το 'Planet Caravan', μόλις δύο χρόνια πίσω. Και ενώ έχουν παρέλθει ισχυρά τραγούδια όπως τα 'Nowhere Again', 'The Road Leads Where It's Led', 'You Are Chains', 'Light's On' και 'Pharaoh's Daughter'. Καταλάβατε τι εννοώ νομίζω.
Ένας αναβιωτικός δίσκος με διευκρινισμένη, σύγχρονη άποψη, λοιπόν, και συνάμα ένας που δεν γεννάει ζητούμενα, αλλά εμπαίζει τους rock connoisseurs και την ίδια τη "βαριά" ιστορία τους χωρίς προκαταρκτικά. Αναδόμηση. Εκεί βρίσκεται η σπουδαιότητά του, μια σπουδαιότητα που, όπως διαπιστώνουμε, είναι και αυξητική με τα ακούσματα. Σχεδόν ...