Πολλοί είναι αυτοί που πρέπει να ευχαριστήσουμε για το γεγονός ότι ακούμε αυτό το δισκάκι. Τον Shuggie Otis που έγραψε τη μουσική, τραγούδησε και έπαιξε όλα τα όργανα. Τον David Byrne που το ξέθαψε και το ξανακυκλοφόρησε από τη Luaka Bop. Kαι εκείνο τον άγιο άνθρωπο που έφτιαξε τα cd και έμμεσα είναι υπεύθυνος για χιλιάδες επανακυκλοφορίες χαμένων αριστουργημάτων. Όπως αυτό.
Ο Shuggie (γιος του Johnny) Otis ήταν ήδη αναγνωρισμένος μεγάλος κιθαρίστας πριν από το 1974 που βγήκε το 'Inspiration Information'. Oι Rolling Stones που του πρότειναν να γίνει μέλος τους στη θέση του Mick Taylor κάτι θα ήξεραν. O ίδιος όμως ήθελε να αποδείξει ότι ήταν κάτι πολύ παραπάνω από αυτό. Ένας ολοκληρωμένος μουσικός. Αυτός ήταν ο λόγος που τον έκανε να κλειστεί μόνος στο studio για πολλούς μήνες και να δουλέψει τα κομμάτια του. Και προέκυψε το 'Inspiration Information'. Που πήγε άπατο.
Η εμπορική επιτυχία δεν είναι πάντα ασφαλές κριτήριο για την αξία ενός δίσκου και το ξέρουμε καλά αυτό. Ίσως ο κόσμος να είχε αρχίσει να κουράζεται από τα μεγαλόπνοα έργα. Κάποιοι πιτσιρικάδες της εποχής άλλωστε είχαν ήδη αρχίσει πρόβες με τα συγκροτήματά τους, που θα ανέτρεπαν την πορεία της μουσικής λίγο αργότερα (ανάμεσά τους, ειρωνεία της μοίρας, και ο ίδιος ο Byrne που είναι υπεύθυνος για την επανακυκλοφορία). Όπως και να έχει πάντως, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα διαμάντι.
Κατ' αρχήν είναι υπεράνω ταξινόμησης. Δεν είναι soul, αν και οι μελωδίες είναι βγαλμένες από τους δρόμους του Harlem. Δεν είναι blues, όσο και το παίξιμο, ειδικά στην κιθάρα, να είναι εμπνευσμένο από αυτά. Δεν είναι ψυχεδελικό album γιατί όσο και να απογειώνει τα κομμάτια του ο Shuggie δεν χάνεται ποτέ η αίσθηση της γήινης μαύρης μουσικής. Και δεν είναι ambient (γιατί πολύ απλά ο όρος δεν είχε ακόμη χρησιμοποιηθεί στη μουσική) αλλά καταφέρνει να σε χαλαρώσει και να σου δώσει γαλήνη και ανάταση όσο λίγα ambient έργα.
Ακούγοντας το 'Inspiration Information' με τα τέσσερα κομμάτια από το 'Freedom Fight' του 1971 σαν bonus tracks (ανάμεσά τους και το 'Strawberry Letter 23' που εμείς οι νεότεροι ακούσαμε για πρώτη φορά από τους Brothers Johnson στο soundtrack του Jackie Brown) ένιωσα μια σπάνια αίσθηση αρμονίας. Και μια ακαθόριστη νοσταλγία, αφού οι πρώτες υποσυνείδητες αναμνήσεις μου δημιουργήθηκαν στο πρώτο μισό των 70s, και αυτός ο δίσκος όχι μόνο βγήκε τότε, αλλά είναι χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της εποχής του, της προχωρημένης στα όρια του υπερβολικού (εντός των οποίων δεν κατάφερναν πάντα να κρατηθούν όλοι) αισθητικής της και της καλλιτεχνικής ελευθερίας που επικρατούσε και επέτρεπε τέτοιου είδους πειράματα. Ακόμη και το εξώφυλλο την εκπροσωπεί εικαστικά. Το προτείνω ανεπιφύλακτα ειδικά τώρα που είναι καλοκαίρι, σαν το ιδανικό άκουσμα για ηλιοβασιλέματα στην ακτή (αν κλείσει το mic θα πιάσω δουλειά σε ταξιδιωτικό πρακτορείο...) υπό την προϋπόθεση ότι οι μουσικές αναζητήσεις του ακροατή ξεφεύγουν λίγο από τα τετριμμένα.