Dead Computer Blues
Τα μελανά χρώματα κυριαρχούν εσχάτως στην αισθητική των Sigmatropic. Του Αντώνη Ξαγά
Δεν ξέρω αν η ζωή, η ιστορία της ζωής καλύτερα, κάνει κύκλους και επαναλαμβάνεται, αν ακολουθεί μια γραμμική πορεία προς έναν σκοπό (ή ένα τέλος, ποια η διαφορά;) ή αν είναι ένα Random Walk χωρίς σκοπό (και χωρίς νόημα); Ή αν τελικά όλα γίνονται για γυρίσεις πίσω εκεί όπου ξεκίνησες, κάπου διάβασα ότι ο Malcolm Young των AC/DC είπε "αφού θα ξαναγυρίσεις έτσι κι αλλιώς στην αφετηρία, ποιος ο λόγος να ξεκινήσεις κιόλας;" Όταν μιλάμε για χρόνο και δη τον ανθρώπινο όλα είναι σχετικά (όπως -δεν- είπε και ο θείος Αλβέρτος!)
Όποια πάντως κι αν είναι η γεωμετρία της ιστορίας, αυτή, η ιστορία "για καλό ή για κακό γράφεται από εκείνους που δεν εγκαταλείπουν την προσπάθεια", μια σπουδαία ατάκα αλιεμένη από μια πρόσφατη νέα βιογραφία του ...Στάλιν. Κάπως έτσι γράφει ιστορία και ο Άκης Μπογιατζής στο αφιλόξενο περιβάλλον το οποίο είθισται να αποκαλούμε "ελληνική ροκ σκηνή" ("κατσαρίδα της ελληνικής σκηνής" τον είχε χαρακτηρίσει κάποτε ο Μπάμπης Αργυρίου). Στην οποία ζητούμενο δεν είναι η μεμψιμοιρία, η μιζέρια, η λογική "σώστε την καρέτα-καρέτα", το ζητούμενο (πρέπει να) είναι η απάντηση μέσω της δημιουργίας και της συνέχειας. Και της συνέπειας. Μιας συνέπειας η οποία μπορεί άλλοτε να εκφράζεται μέσα από μια εμμονή στο ίδιο (βλέπε AC/DC παραπάνω) και άλλοτε από μια εμμονή σε μια διαρκή αλλαγή (και όχι δεν θα εξέλιξη, τέτοιοι τελεολογικοί/δαρβινικοί όροι μου φαντάζουν κάπως ξένοι στην τέχνη).
Ένα τέτοιο πνεύμα διαρκούς και συνεπούς δημιουργικής αναζήτησης διακατείχε τον Άκη Μπογιατζή ήδη από τα εσχάτως με το ζόρι ηρωοποιημένα και εξωραϊσμένα 80s. Ένα πνεύμα που οδήγησε σε μια σειρά αλλαγών όπου όμως η μία έμοιαζε φυσική συνέχεια της προηγούμενης (καλά τα λέει εδώ το δελτίο τύπου), όσες μακροσκοπικές διαφορές και εάν υπήρχαν. Και κάπως έτσι ίσως να κατάφερε να διατηρήσει και την απόσταση ασφαλείας από τον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας η οποία τελικά ρούφηξε τους περισσότερους "ήρωες" της εποχής, πολλούς μάλιστα δεν τους άφησε να ξαναβγούν ποτέ (ακόμη και με την κυριολεκτική έννοια).
Να θυμηθούμε; Πόσα χρόνια πίσω, στο funk new wave των Cpt Νέφος, μετά οι Libido Blume (μπλούμε παίδες, όχι μπλουμ!), κάπου εδώ κινδυνεύω να χαθώ στη δίνη προσωπικών αναμνήσεων, μετά ένα κενό, σπουδές, εξωτερικό, μετά οι Sigmatropic, όνομα εμπνευσμένο από κάποιες ιδιότροπες αντιδράσεις των οργανικών μορίων, σαν θέμα ήταν SOS στην Οργανική Χημεία IV στα χρόνια του πανεπιστημίου, από την οποία ελάχιστα πράγματα θυμάμαι πλέον (τις σιγματροπικές αντιδράσεις όμως δεν τις έχω ξεχάσει). Οι Sigmatropic λοιπόν, οι οποίοι στην αρχή ήταν καταχρηστικά "οι", όντας ένα σχήμα "me, myself and my PC", έφτιαξαν το σπουδαίο "Random Walk" (το οποίο ακόμη φρονώ ότι φαντάζει νήμα ξεκρέμαστο από κάθε άποψη). Μετά ήρθαν οι δύο δίσκοι-σταθμοί των χαϊκού, οι διεθνείς συνεργασίες, προϊούντος του χρόνου οι Sigmatropic γίνονται με κάθε δίσκο ολοένα και περισσότερο συγκρότημα, με συνεργάτες να προστίθενται και να μένουν λίγο πολύ σταθεροί, μπορεί ακόμη και τώρα "words & music" να υπογράφονται από τον Μπογιατζή αλλά πλέον δεν μιλάμε για αποκλειστικά "προσωπικό όχημα". Μ' αυτά και μ' αυτά πάντως καιρό είχαμε να ακούσουμε κάτι καινούργιο, σε ...υλικό αντικείμενο πάνε κοντά επτά χρόνια, στο ενδιάμεσο είχε βγει βέβαια και ένα virtual single, ένα από τα κομμάτια του οποίου το ξανασυναντάμε και στον νέο τιτλοφορούμενο "Dead/computer/blues" δίσκο.
Computer, blues, να δυο λέξεις που δεν τις συναντάς εύκολα συσχετισμένες σε μία φράση, για πολλούς μοιάζουν και ασύμβατες, από τη μία ο υπολογιστής, το καινό δαιμόνιο της "ψυχρής" ψηφιακής εποχής, από την άλλη τα blues, ακόμη και στην πιο διευρυμένη και ...διεστραμμένη τους ερμηνεία, συνώνυμα σχεδόν της αναλογικής "ζεστής" φυσικότητας. Πριν όμως πέσουμε σε (αμπελο)φιλοσοφίες του τύπου, τι είναι ο άνθρωπος, τι είναι ο υπολογιστής κλπ κλπ, ο τίτλος μάλλον αυτοσαρκαστικά πρέπει να εκληφθεί, ο Μπογιατζής δεν είναι κανένας νεο-λουδίτης που ...σπάει τα μηχανήματα (πως θα μπορούσε να είναι;).
Απλά αυτό που συμβαίνει στον δίσκο είναι ότι η μηχανή, από ισότιμος κάποτε εταίρος έχει πάρει έναν ρόλο πιο συνοδευτικό στη συνθετική διαδικασία, τα κομμάτια είναι εμφανές ότι έχουν χτιστεί γύρω από μια "φυσική" ραχοκοκαλιά. Κι αν ακόμη το αποτέλεσμα σαν κλίμα, σαν αίσθηση είναι κοντά στο προηγούμενο "Dark outside", η πορεία είναι διαφορετική και αποτυπώνεται σαφώς στην πιο ακουστική διάσταση των κομματιών, μπορείς άνετα να φανταστείς ένα μικρό καπνισμένο μπαρ και το συγκρότημα να παίζει σε μια γωνιά.
Dark outside, dead blues, τα μελανά χρώματα κυριαρχούν εσχάτως στην αισθητική των Sigmatropic, ξεκινώντας εδώ από το εικαστικά εντυπωσιακό εξώφυλλο (βασισμένο σε πίνακα του Jean-Francois Millet). Θέλετε να το δείτε σαν πολιτικό σχόλιο για τους καιρούς μας; Θα το έθετα καλύτερα ως μετα-πολιτικό σχόλιο, μια σκεπτική (skeptic!) στάση, με ένα βλέμμα που προσπαθεί να υπερβεί την ιδεο-ψυχαναγκαστική εμμονή των καλλιτεχνών με το "επίκαιρο" και να φωτίσει αφανείς πτυχές οι οποίες θα είναι εδώ ακόμη και όταν τούτη η υποτιθέμενη "κρίση" περάσει (τώρα που το σκέφτομαι, νομίζω ένας δημιουργός πρέπει πάντοτε να βλέπει τον κόσμο σε κρίση). Έτσι στον δίσκο δεν βρίσκεις ευθύβολες άμεσες αναφορές, ο λόγος είναι πιότερο υπαινικτικός, ποιητικός, συμβολικός ("Clouds of Antarctica"), ακολουθεί την τεχνική της παραβολής (όπως στην έξοχη σύλληψη του "When Jesus walked the streets of Athens"), κάποιες φορές και υπερβολικά λόγιος, μπορεί να χρειαστεί και λεξικό ("false commands for acerbic cells"), ενώ σε σημεία δεν ρέει τόσο αβίαστα στην προσπάθεια να συντονιστεί με τη μουσική.
Η απουσία τούτη τη φορά παραγωγού (αλλά και πολλών καλεσμένων), μπορεί να έχει τα μειονεκτήματα της έλλειψης μιας άλλης, εξωτερικής ματιάς, κάνει όμως τον δίσκο πιο συνεκτικό, πιο ομοιογενή (εκεί π.χ. που το "Dark outside" ήταν περισσότερο συλλογή κομματιών). Ο μόνος guest εδώ είναι ο Γιάννης Ντρενογιάννης (αν μπορούμε να τον πούμε κι έτσι, η συνεργασία αυτή πάει πολύ πίσω στον χρόνο), ο οποίος βάζει κι εδώ το θαυματουργό του χέρι στο "Crystallized", μαζί με το ομώνυμο τα δύο καλύτερα κομμάτια του δίσκου. Η τραγουδοποιία των Sigmatropic θα έλεγα ότι χρωστά πολλά στον Bowie, στον τρόπο περισσότερο παρά στο ύφος, γενικά είναι δουλεμένη και πολυσχιδής, ανακαλύπτεις blues γυρίσματα αλλά και διακριτικές πινελιές theremin και moog. Ο δίσκος κλείνει με μια επανερμηνεία του "Off hand", ενός όχι από τα πλέον γνωστά κομμάτια των Libido Blume (υπογεγραμμένο από τον Δημήτρη Στεργίου), ένα μελαγχολικό μετα-αποκαλυπτικό τέλος, δώσε μου 5 ακόμη λεπτά, 5 λεπτά μόνο, αυτά τα 5 λεπτά που κι ένα παιδί ζητάει πριν το σηκώσεις από το κρεβάτι για να πάει σχολείο, 5 λεπτά που κανέναν δεν έσωσαν τελικά...
Κι αν λοιπόν τελικά πρέπει οπωσδήποτε να βρούμε ένα γεωμετρικό σχήμα για να το προσαρμόσουμε στην πορεία του Άκη Μπογιατζή, εγώ θα ζωγράφιζα μία γραμμική σπείρα, όπου ακόμη και μια επιστροφή στα βασικά μπορεί να είναι ένα βήμα προς το μέλλον. Κι αν όπως λένε, από το παρελθόν δεν μπορείς να προβλέψεις το μέλλον, η ζωή γαρ δεν είναι φυσική μηχανική, μπορούμε να είμαστε όσο γίνεται σίγουροι ότι οι Sigmatropic στο επόμενο βήμα θα είναι πάλι σε αναζήτηση νέων διαφορετικών μονοπατιών...