Hollow butterfly
Συμμετρία κι ομοιομορφία ο άνθρωπος τις δέχεται ευκόλως κι αβίαστα. Την ελευθερία εντός τους, όμως, αρκετά δυσκολότερα, εκεί πέφτει σκέψη. Πώς να εξηγήσεις κατανοητά ότι απ' ένα σημείο και μετά, που δεν το ορίζεις κιόλας, το ένα συν ένα παύει να κάνει ακριβώς δύο και θες να κάνει δύο περίπου. Τι κάνει λοιπόν, έναν ποπ δίσκο ξεχωριστό, ειδικώς όταν επιθυμεί να εξιστορήσει μια εποχή που όλως ξαφνικά μετατοπίστηκε; Αν δεν το 'χετε σκεφτεί ή απλά προβληματίζεστε, η βοήθεια του κοινού, γνωστών και φίλων σάς υποδεικνύει με νόημα τη λέξη με τα εννιά γράμματα: (τα) τραγούδια, και τα τραγούδια στον τρόπο τους περικλείουν τα πάντα... Βέβαια, αυτή είναι μια απ' τις εικασίες που θέλουμε δε θέλουμε έχει ρίσκο υψηλό. Απ' την άλλη, ωστόσο, αν δεν μπεις εκεί, το σφυγμό της σύγχρονης κουλτούρας δεν τον πιάνεις...
Ο Συμεών Νικολαΐδης είναι ο γιος του Νίκου Νικολαΐδη, γεννημένος στην Αθήνα το '74. Πέρασε από ρόλους και σάουντρακ στις ταινίες του πατέρα του, έχει το δικό του Shakti Studio, όπου κι ηχογράφησε μόνος του το ντεμπούτο του "Real Shadows" (το 'βγαλε η Olon Music προ 3ετίας), αλλά για το παρόν, δεύτερό του προτίμησε σοφώς να κάνει τις περισσότερες ηχογραφήσεις στα Warehouse Studios με τον Βαγγέλη Ζήση, η μεγαλύτερη συλλογικότητα λειτουργεί πλευρικά στο φετινό του βήμα...
Τα τραγούδια του "Hollow Butterfly" μιλούν τη λαϊκή, βασική μουσική ομιλία κι έτσι επικοινωνούν επιτυχώς προς πολλές κατευθύνσεις και διαθέσεις. Πηγαίνοντας αλλού χαμηλά επομένως, θέλανε κατά τη γνώμη μου ένα τραγούδισμα που να τα ανεβάζει. Σ' αυτό ο Simon Bloom παραείναι εξισορροπιστικά υποτονικός, και στο πρώτο του άλμπουμ αυτό συνέβαινε, και χάνει ολομόναχος τις ευκαιρίες να παίξει στο ανώτατο επίπεδο ποπ, παρόλο που 'χει to the point ιδέες στα μισά τρακ που γράφει. Έτσι κι αλλιώς το πλαίσιο βασιλεύει δω μέσα, κι η ερμηνεία είναι μέρος όχι του πλαισίου αλλά και του περιεχομένου. Το μόνον τραγουδιστή που θυμάμαι να στήνεται με τέτοιον τρόπο, αλλά να βγάζει ύπουλα ξεσηκωτικές δυναμικές είναι ο Barry Andrews των Shriekback, για του λόγου το αληθές ακούστε το "Big Night Music". Στις εξηγήσεις είναι δηλαδή που ενίοτε δεν τα καταφέρνει καλά, οπότε και δεν εκπλήσσει που ύστερα έρχονται στο ίδιο σετ εξαιρετικά τρακ όπως το ομότιτλο -όπου τα μεσογειακά χρώματα δένονται με την αμερικάνικη ψυχεδέλεια της Δυτικής Ακτής των όψιμων 60s-, όντως μοναδικό στο cd, αλλά και γενικότερα, με μικρές ή μεγάλες τυπικούρες λ.χ. "Aware", "Strolling To Infinity", "Morphine Blues", που όμως θα μπορούσαν να μην ήταν τέτοιες αν στήνονταν αλλιώς. Ίσως ο Bloom είναι ώρα να σκεφτεί σοβαρά το να παραδώσει χώρο στις ερμηνείες των τραγουδιών του. Εξάλλου, και στο παρόν όποτε το κάνει, καταργώντας για λίγο το "δεύτερες" απ' τις δεύτερες γυναικείες φωνές, πετυχαίνει σπουδαία αποτελέσματα αλά "Circles", βοηθούμενος αδιαμφισβήτητα κι απ' τα πολύ καλά ρεφρέν.
Οι πιο εξέχουσες στιγμές του cd δίνονται μαζεμένες στις θέσεις απ' την 3 ως την 5. Αν ήταν απλωμένες θα σήκωναν και συνολικά καλύτερα το άλμπουμ, αλλά τι αξία έχει να το λέμε εμείς, όταν το μάνατζμεντ σχεδιασμού του δίσκου δεν το 'κανε. Έτσι γίνεται συνήθως όταν αυτό που αναζητάς επισκιάζεται τελικά από όλα όσα δεν αναζητάς, αισθάνεσαι επαρκής, ωστόσο δίνεις τα πράγματα στους άλλους απ' την πλευρά σου μόνον.
Αν ακούσει κανείς διαδοχικά το "Real Shadows" και το "Hollow Butterfly" θα διαπιστώσει ότι ο Νικολαΐδης όντως έχει κάνει προόδους, ιδίως στους τομείς που αφορούν στο κοστούμι των συνθέσεων. Ο νέος του δίσκος έχει πιο γεμάτο και καλύτερο ήχο, είναι πιο ρυθμικός, έχει μακράν αποτελεσματικότερο touch, απόρροια των περισσότερων μουσικών που συμμετέχουν, αλλά και του ότι και στιλιστικά είναι λιγότερο προσανατολισμένος στις 70s prog-folk μπαλάντες που μας συστήθηκε. Εντούτοις, θα καταλάβει και πως τρία μόλις χρόνια μεταξύ των δίσκων και δείχνει σάμπως δω γύρω να 'χει εξαντληθεί αυτό που ο Simon Bloom ήθελε κάνει. Για να δώσει κάτι υψηλότερο στον επόμενο, ας σκεφτεί την άποψη να αναθεωρήσει το πού θα πάνε τα κομμάτια του καθαυτά κι αν θα παραμείνουν προσηλωμένα στο 1+1=2. Διότι απ' αυτό το "ίσον" χάνει, τις όποιες φορές...