Zeros
Ο Luis Vasquez βρίσκεται ακόμη στο δρόμο... Του Άρη Καραμπεάζη
Υπάρχει μια αόριστη ιδέα περί του ότι ο Luis Vasquez βρίσκεται ακόμη στο δρόμο του να ξεκινήσει να ηχογραφεί κανονικά άλμπουμ. Δηλαδή άλμπουμ με ολοκληρωμένα τραγούδια και όχι με αποσπασματικές αφηγήσεις ηλεκτρονικογοτθικού ήθους. Η οποία ενισχύεται από το γεγονός ότι και ο ίδιος ισχυρίζεται κάθε φορά ότι τώρα θα ηχογραφήσει ένα δίσκο με φουλ μπάντα και όλο το αναβάλει και για μια ακόμη φορά τελικά τα κάνει όλα μόνος του στο στούντιο. Αυτές οι αγωνίες περί συλλογικότητας στη μουσική δημιουργία όμως δείχνουν πλέον ξεπερασμένες και η αλήθεια είναι ότι όσους και να μαζέψει γύρω του την επόμενη φορά και όσο σταθερό και να μείνει το σχήμα, δύσκολα οι Soft Moon θα ενταχθούν στη συνείδηση μας ως Gang Of Brothers.
Διαβάζοντας βέβαια (από κάποιο περίεργο βίτσιο) την μάλλον προχειρογραμμένη και αδιάφορη, όπως αποδίδεται, ιστορία των Joy Division δια χειρός Peter Hook, και γενικώς μέσα από τις πολλαπλές αναθεωρήσεις της έννοιας του "ροκ συγκροτήματος", που τείνουν να καταλήξουν στον ορισμό αυτού περισσότερο ως ανοχή παρά ως σύνθεση διαφορετικών εγώ, διερωτάται κανείς τι σημασία έχουν τελικά όλα αυτά και γιατί αυτή η ούτως ή άλλως ναδίρ στιγμή της μουσικής βιομηχανίας, που ανεχόμαστε άπαντες, πρέπει να μας βρει με περισσότερες αγωνίες και για την μουσική την ίδια. Ειδικά όταν οι περισσότεροι από τους μοναχικούς του σήμερα, μεταξύ αυτών και ο Vasquez, μια χαρά δείχνουν να τα καταφέρνουν και μόνοι τους. Άλλωστε είναι μάλλον παράδοξο να πηγάζει η κλειστοφοβική μουσική από τη σύμπραξη περισσοτέρων ατόμων, ή μήπως όχι;
Στα δύο επιθετικά εναρκτήρια λεπτά του In Ends ξεκαθαρίζεται απολύτως επιτυχημένα το κλίμα ολόκληρου του άλμπουμ, και παρότι χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις από τις προηγούμενες φορές, τελικά υπάρχει μια αισθητή βελτίωση σε επίπεδο στόχευσης, καθώς το σχέδιο Soft Moon απομακρύνεται οριστικά από τον κίνδυνο της σκοτεινής καρικατούρας αλλοτινών εποχών, και διατηρεί μια ευγενή ηλεκτρονικότητα, στην υπηρεσία σκοτεινών πάντως προθέσεων. Πιο αισθητή από το σκοτάδι, είναι όμως η ένταση -ενίοτε στα όρια του πανικού- που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον σε όλο το δίσκο, ο οποίος κάθε φορά που τελειώνει, αισθάνεσαι σχεδόν μια ανακούφιση για κάτι που έχει περάσει και όλα πήγαν καλά τελικά.
Και αν τα drum machine είναι προγραμματισμένα στις επιταγές των μεγαλύτερων δασκάλων του είδους, τα απολύτως περιορισμένα φωνητικά κάνουν εξίσου σημαντική δουλειά, καθώς όπου εμφανίζονται οριοθετούν το σκηνικό που υπόσχεται, αλλά τελικά ποτέ δεν στήνει ολοκληρωμένο, ο δημιουργός τους, ακόμη και όταν φτάνει στο παρά πέντε να το κάνει, όπως στο Crush για παράδειγμα, που εμφανώς διακρίνεται από τα υπόλοιπα του δίσκου.
Συνεπώς και πάλι ο ακροατής μένει με την αίσθηση της ανολοκλήρωτης υπόσχεσης, αλλά καθώς αυτό γίνεται με απολύτως επιμελή και τελικά συνειδητό τρόπο κατ' επανάληψη ατέρμονη, δεν είμαι τελικά τόσο σίγουρος ότι θα πρέπει να περιμένουμε κάποτε sing along καταστάσεις υπό το όνομα Soft Moon, αν λάβει κανείς υπόψη του και το ότι στο επίπεδο που κινούνται σχεδόν τα πάντα έχουν ειπωθεί οριακά από το πρώτο κι όλας λεπτό.
Δηλαδή ισχύουν πάνω κάτω τα όσα είχαμε πει και για την περίπτωση των In Death It Ends, με τη διαφορά ότι ο Vasquez έφτασε απευθείας στο σημείο για το οποίο ο Porl King χρειάστηκε πολλά χρόνια και ακόμη περισσότερα σχεδόν άχρηστα τραγούδια για να φτάσει. Δηλαδή, να μην παλεύει με τα Θηρία του παρελθόντος, αλλά απλώς να προσκολλάται επιτυχημένα στην αύρα τους, και να την ενισχύει τελικά, για να μην ξεθαμπώνει μες στο χρόνο αυτή, μέχρι να αναλάβουν οι επόμενοι. Είναι από τις περίεργες περιπτώσεις, που ενώ δεν κάνουν τίποτε καινούργιο, τελικά καταφέρνουν μέχρι και μιμητές να βρίσκουν.