Δυόμισι χρόνια μετά τον τελευταίο προσωπικό του δίσκο (μεσολάβησε η συνεργασία του --ως ερμηνευτής-- με το Νίκο Ξυδάκη) ο Σωκράτης Μάλαμας κυκλοφορεί τη νέα του δουλειά με τίτλο «Ο φύλακας κι ο βασιλιάς». Η πρώτη έκπληξη έρχεται με το που αντικρίζεις το δίσκο .Το εξώφυλλο κοσμεί μια «παιδική» ζωγραφιά του ίδιου του Μάλαμα , ο οποίος έχει φιλοτεχνήσει και τις ζωγραφιές του ενθέτου.
Ως προς το μουσικό μέρος, που είναι και αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει, ο δίσκος είναι πολυσυλλεκτικός, τόσο ως προς τις μουσικές φόρμες που χρησιμοποιούνται, όσο και ως προς τη συμμετοχή της Μελίνας Κανά και του Μανώλη Λιδάκη. Σχετικά με τον δεύτερο, θεωρώ ατυχές το άνοιγμα του --μονόχνωτου κατά τα άλλα-- Μάλαμα σε άλλους τραγουδιστές, καθώς οι συμμετοχές , γενικότερα αλλά και εν προκειμένω, αποδυναμώνουν και διασπούν το συνολικό κλίμα και την ατμόσφαιρα του δίσκου. Πέρα απ’αυτό, πάντως, ο Μανώλης Λιδάκης στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, τόσο στη λυρική μπαλάντα «Φύλλα αλκαλικά», όσο και στο λαϊκότροπο «Πουλί σε δέντρο αρχοντικό».
Στα δύο από τα τρία τραγούδια που ερμηνεύει η Κανά ("Όλα ζουν αν τα θυμάσαι", "Έπιασε βροχή"), τα οποία είναι και τα «γλεντζέδικα» του δίσκου, ανιχνεύω μια ευκολία, μια προσπάθεια αναζήτησης του «πιασάρικου» ραδιοφωνικού σουξέ, ενώ στο τρίτο ("Ανήσυχες μέρες") πιστεύω ότι η Κανά βρίσκεται εκτός κλίματος. Αναφορικά με τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου, ενδιαφέρον παρουσιάζει η στροφή (ή επιστροφή , αν σκεφτεί κανείς πώς ξεκίνησε) του Μάλαμα σε πιο ροκ ήχους .Τα τραγούδια «Το μετάξι» και «Του χρόνου τα σκυλιά» είναι καθαρόαιμες ροκ μπαλάντες, ενώ ηλεκτρικά όργανα χρησιμοποιούνται και σε πιο λαϊκότροπα τραγούδια (όρα «Πριγκηπέσα»). Σ’ αυτό έχει παίξει καταλυτικό ρόλο ο Άκης Κατσουπάκης , ο οποίος έχει αναλάβει την ενορχηστρωτική επιμέλεια του δίσκου. Οι ενορχηστρώσεις, όπως και σε όλες τις δουλειές του Μάλαμα , είναι ευφάνταστες και δουλεμένες. Το κενό που άφησε η απουσία του σπουδαίου Κώστα Θεοδώρου (τόσο στην ενορχήστρωση όσο και στο παίξιμο) καλύφθηκε επάξια από την καλή δουλειά του Κατσουπάκη , αλλά και από το παίξιμο μιας πλειάδας καλών μουσικών.
Ερμηνευτικά ο Μάλαμας κινείται στα γνώριμα (και τόσο αγαπημένα) αισθητικά πρότυπά του (ή και κλισέ, αν προτιμάτε). Σ’αυτόν τον τομέα θεωρώ ότι ο Μάλαμας είναι ωριμότερος από ποτέ, ενώ δοκιμάζει --άτολμα έστω-- κάποιες φωνητικές εκτροπές όπως π.χ. στο φερώνυμο τραγούδι του δίσκου.
Αναφορικά, τέλος, με τους στίχους οι περισσότεροι κινούνται στο σύνηθες μοτίβο των δίσκων του Μάλαμα και είναι ενδιαφέροντες μέσα στη γενικότητά τους. Πρέπει, βέβαια, να ομολογήσω ότι δυσκολεύομαι να κατανοήσω τις αναφορές κάποιων τραγουδιών όπως, για παράδειγμα, στο τραγούδι «Ο φύλακας κι ο βασιλιάς». Ξεχωρίζω για τους στίχους τους το «Λιμάνι», όπου ο Μάλαμας παίζει με τη φόρμα, το «Πουλί σε δέντρο αρχοντικό» του Αλκαίου και το «Χαμένο ρούχο» του Θανάση Παπακωνσταντίνου για το ευφάνταστο και φρέσκο της σύλληψης.
Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για έναν ενδιαφέροντα δίσκο, παρά τις όποιες ενστάσεις μας . Άλλωστε, το στοίχημα για το Μάλαμα είναι να ανταπεξέλθει (και --γιατί όχι-- να ξεπεράσει) στις προσδοκίες που προκύπτουν από τα υψηλά στάνταρ, που ο ίδιος έχει θέσει με τις προηγούμενες δουλειές του.