Έχω μπροστά μου όλες τις μάσκες του εν δυνάμει μουσικού (και γενικότερα μηνυματικού) δέκτη και τις δοκιμάζω εναλλάξ προκειμένου να δω ποια καθρεφτίζεται απόλυτα στον καθρέφτη των Sonic Youth. Έτσι ο οπαδός της κιθαριστικής παραμόρφωσης μεταλλάσσεται σε λάτρη της αναδομητικής pop, ο ακόλουθος της αυτοσχεδιαστικής δημιουργίας δίνει τη θέση του στον συνειδητοποιημένο κοινωνικά ακροατή και ο στρατευμένος τεχνολάγνος μεταμορφώνεται σε ένα λαογράφο - μελετητή της σε βινύλιο καταγεγραμμένης σύγχρονης μουσικής ιστορίας. Και παρότι η εκφραστική μου δυναμική δε βρίσκει το αντίστοιχό της είδωλο στον καθρέφτη, ωστόσο έχω την αίσθηση πως μόνο όλες οι μάσκες τοποθετημένες μαζί δημιουργούν την απόλυτη ταύτιση με τον ήχο (ή καλύτερα το ηχητικό νοηματικό αντίκτυπο) του 'NYC ghosts & flowers'.
O τελευταίος για τον 20o αιώνα δίσκος του τελευταίου μεγάλου Νεοϋορκέζικου συγκροτήματος, είναι και μια από τις πιο πολυδιάστατες και 'ολοκληρωτικές' δουλειές του μέχρι στιγμής. Ακριβέστερα μιλώντας, είναι η πιο εικονιστικά ολοκληρωμένη και παραστατική δημιουργία του από εποχής 'Daydream Nation'.
Βέβαια, αυτό δε σημαίνει πως είναι ο επόμενος σε αξιολογική κλίμακα δίσκος από το προαναφερθέν αριστούργημα. Απλά, είναι ο δίσκος που χωρίς κόπο σε τοποθετεί σε ένα συγκεκριμένο τόπο και συνθήκες καθαρά 'φωτογραφικές' που σχεδόν ασυνείδητα (για τον ακροατή μόνο καθώς για το συγκρότημα ήταν και ο σκοπός) στη σπουδαιότερη μουσικά και γενικότερα καλλιτεχνικά πόλη του κόσμου τα τελευταία 30 χρόνια, τη Νέα Υόρκη.
Το 'NYC ghosts & flowers' είναι κατά μια έννοια μια 45λεπτη περιήγηση στην 'άλλη' Νέα Υόρκη, σ'αυτή που το άγαλμα της ελευθερίας δεν κρατά πυρσό αλλά περίστροφο, σ'αυτή που τα πανύψηλα και εντυπωσιακά κτίρια δεν είναι τίποτα άλλο παρα ένα μέσο καταπίεσης και αυταρχισμού, τερατογεννέσεις μιας παρανοημένης ιδιοφυίας.
Το 'χρονικό' αυτό όμως δεν αναλώνεται μόνο στη Νέα Υόρκη του σήμερα. Αφορμή και πνοή ύπαρξης παίρνει από την πόλη της δεκαετίας του ΄50 και του΄60, όταν η γενιά των beat καλλιτεχνών (;) ξόρκιζε με δηλητηριώδεις στίχους την αστική αποξένωση και το ψυχικό τέλμα αυτών που την υπέμεναν. Άλλωστε και η ζωγραφιά του εξωφύλλου ανήκει στον W.S. Burroughs. Στον ίδιο θα μπορούσαν να ανήκουν και οι στίχοι, η σκυτάλη όμως δόθηκε στα πνευματικά του τέκνα και έτσι τους αναλαμβάνουν (με περίσσια τέχνη και έμπνευση, ομολογουμένως) οι Sonic Youth.
Το να πει κανείς πως 'για μια ακόμα φορά οι S.Y. δημιουργούν έναν όμορφο και δεμένο δίσκο' είναι σίγουρα περιττό και ανούσιο. Πότε άλλωστε δεν έπραξαν κάτι τέτοιο, όταν ακόμα και στα δύσκολα έβγαιναν νικητές; Εξίσου περιττό είναι και το να περιγράψεις τον ήχο τους. Μήπως θα'παιζαν ακουστικά ή θα κυνηγούσαν την επικρότηση της pop μάζας; Παραμορφωμένα και ψυχοδιεγερτικά παίζουν όπως πάντα, τον κιθαριστικό θόρυβο τον έχουν ανάγει σε επιστήμη, ενδοσκοπούν ενίοτε με τις σιωπές τους, παραδίδουν και μαθήματα για το πως πρέπει να ακούγεται η rhythm section που σέβεται τον εαυτό της (τον φανερό ή τον κρυμμένο, δεν είναι σίγουρο...).
Αυτό που είναι απερίγραπτο στην τέχνη των Sonic Youth, είναι το πως μπορούν με τα ίδια υλικά και τα ίδια εκφραστικά μέσα να φτιάχνουν και διαφορετικό αισθητικό αποτέλεσμα, διαφορετική ιδέα. Πως είναι δυνατό να εικονοπλάθουν την πόλη και την προσωπικότητά της με punk χρώματα ('Renegade princess'), μινιμαλιστικά ηχοτοπία ('Side 2 Side'), αυτοσχεδιαστικούς διαλόγους ('StreamXsonic subway'), anti-pop διακηρύξεις ('Free city rhymes') και ασκήσεις πρόζας σε κιθαροψυχοτροπικό υπόστρωμα ('NYC ghosts & flowers'), που θα μπορούσαν κάλλιστα να υπάρχουν στο 'Bad moon rising' ή στο 'Washing Machine'.
Και αν μερικές φορές δίνεται η αίσθηση της επανάληψης του παρελθόντος τους (όσο επιτρέπει κάτι τέτοιο η 'νεωτεριστική' παραγωγή του Jim O'Rourke), αυτό αναιρείται τόσο από την τελική εικόνα του δίσκου, όσο και από το γεγονός οτι ακόμα και μετά από τόσα χρόνια ο ήχος τους παραμένει εξελίξιμος και σε καμια περίπτωση τετριμμένος.
Με την ίδια λογική που και άλλοι καλλιτέχνες (από λογοτέχνες μέχρι ζωγράφους) περιέγραψαν με τα δικά τους μέσα την πόλη που τους ωρίμασε αισθητικά και τους ενέπνευσε, οι Sonic Youth καταθέτουν τη δική τους οπτική για το 'μικροσύμπαν' του Μεγάλου Μήλου.
'We are the Sonic Youth from New York City' μας είχαν συστηθεί στην τελευταία τους επίσκεψη στη χώρα μας. Ίσως την επόμενη συστηθούν ως 'the sound of New York city'...και όλοι τότε θα ξέρουμε το γιατί.