Spiteful
Όπου Spite διάβαζε μέλη των Damned, Sex Pistols και Stooges. Του Χρήστου Πελτέκη
O Sonny Vincent δεν θα έπρεπε να χρειάζεται περαιτέρω συστάσεις, μα επειδή ο κόσμος που ζούμε μάλλον δεν είναι και ο δικαιότερος για τέτοιους μουσικούς και όχι μόνο, ας γραφτούν σαν εισαγωγή τουλάχιστον τα βασικά.
Τα οποία λένε ότι όντας γέννημα θρέμμα της Νέας Υόρκης, υπήρξε ο ιδρυτής, τραγουδιστής, κιθαρίστας και συνθέτης των Testors, μιας μπάντας που μεσουράνησε στα... υπόγεια της πόλης για μια πενταετία, από το 1975 ως το 1980, άφησε τον ιδρώτα της στις ίδιες σκηνές με τους Dead Boys τους Suicide τους Cramps και άλλους που μπορείτε να φανταστείτε, αλλά σε αντίθεση με τους περισσότερους από αυτούς, η μόνη επίσημη κυκλοφορία που είδε το φως όσο η μπάντα ήταν ενεργή είναι το επτάιντσο Time Is Mine / Together, λίγο πριν διαλύσει.
Έτσι, τραγούδια σαν το Bad Attitude, το You Don't Break My Heart το It's Only Death για να αναφέρω μόνο μερικά, τραγούδια που θα έπρεπε να έχουν μείνει κλασσικά δίπλα σε παντοτινά punk rock άσματα όπως το Ain't It Fun το Ghost Rider το Chinese Rock ή το Born To Lose, έμελε να ακουστούν όχι από το ευρύ κοινό μα τουλάχιστον από τους φανατικούς εκείνης της σκηνής, δεκαετίες αργότερα όταν και κυκλοφόρησαν κάποιες συλλογές με τις ηχογραφήσεις της μπάντας.
Ο Sonny βέβαια όλο αυτό το διάστημα δεν έχανε τον καιρό του μοιρολογώντας, αλλά κάτω από διάφορα ονόματα συγκροτημάτων όπως Sonny Vincent and the Extreme, Model Prisoners, Shotgun Rationale, Rat Race, και συνθέσεις που περιλάμβαναν μουσικούς σαν τους Scott και Ron Asheton των Stooges, Cheetah Chrome των Rocket From the Tombs και Dead Boys, Greg Norton των Husker Du, Captain. Sensible των Damned, Richard Hell, Moe Tucker των Velvet Underground και σταματώ εδώ, για τα υπόλοιπα όσοι πιστοί ανατρέξετε στον κύριο...Γκούγκλε που λέει και ο φερόμενος ως πρωθυπουργός μας, o Sonny λοιπόν, ηχογραφούσε και περιόδευε με όλα αυτά τα καλά παιδιά ασταμάτητα, κάτι που -για να φτάσουμε και στο ζητούμενο- συνεχίζει ως τις μέρες μας. Κι ας μην γνώρισε ποτέ του την μεγάλη ή έστω την μικρή επιτυχία, κι ας μην έλυσε με καμιά από τις παραπάνω προσπάθειες το οικονομικό του πρόβλημα.
Στο Spiteful (με το ωραίο του εξώφυλλο να σημειώσω για να μη το ξεχάσω) η παρέα που συνοδεύει τον Vincent είναι και πάλι μπαρουτοκαπνισμένη και εκλεκτή, αποτελούμενη από τον Steve Mackay (τα πνευμόνια πίσω από το στόμιο του οργιώδους σαξοφώνου στο Funhouse των Stooges για τους απρόσεκτους), τον Rat Scabies (ντράμερ των Damned), και τον Glen Matlock (που έπαιξε -αυτός ήξερε να παίζει- κάποτε μπάσο αλλά και έγραψε ωραία τραγούδια σε ένα συγκρότημα που λεγόταν Sex Pistols).
Και -η παρέα πάντα- δεν προσέρχεται επαναπαυμένη στις αγκάθινες -βεβαίως- δάφνες της, αλλά καταθέτει ότι έχει και δεν έχει μέσα στο γήπεδο... στο στούντιο έλεγα.
Τι όμως είναι αυτό που έχει? Είναι αυτό που πάντα είχε και έδινε ο Vincent, δηλαδή ατόφιο Punk rock, καλοπαιγμένο με κέφι, τραχύ όπως του πρέπει και μελωδικό όταν χρειάζεται, τσαμπουκαλεμένο, με χαρακτήρα και μυρωδιά δρόμου. Τόσο απλό...
Από το Sidewalk Cracks που ανοίγει τον δίσκο μέχρι το DTK που τον κλείνει, σε 14 τραγούδια που το μεγαλύτερο φτάνει παρά ένα δευτερόλεπτο τα τρία λεπτά, οι ήχοι της τσιμεντένιας ζούγκλας βουίζουν (και όπου μπαίνει το σαξόφωνο του Mackay, κοχλάζουν πραγματικά) στ' αυτιά στήνοντας άγριο χορό, με τις απαραίτητες στάσεις-ανάσες κάτω από την παχιά σκιά των μεταλλικών φυλλωμάτων όπου οι ταχύτητες κατεβαίνουν και η μελωδία αναδύεται σαν ατμός από τους υπονόμους, που τον παίρνει και τον στροβιλίζει μαζί με παλιές λεκιασμένες εφημερίδες ο άνεμος.
Sidewalk Cracks, Bad Superstition, Disinterested και Macon οι προσωπικές μου προτιμήσεις απ' αυτό το βουητό, όπου οι Stooges συναντούν τους Dead Boys και τον Johnny Thunders κι έπειτα κινούν όλοι μαζί και βρίσκουν τους Testors και τον Sonny Vincent (ξέχασα να γράψω πόσο μου αρέσει η φωνή και ερμηνεία του), ενώ τα Not The Same και Now That I Have You είναι τα πάνκικα καψουροτράγουδα που τόσο μου έχουν λείψει από τα χρόνια που οι Ramones σταμάτησαν να βγάζουν δίσκους, αφού σχεδόν πάντοτε φρόντιζαν να συμπεριλάβουν και από ένα τέτοιο τουλάχιστον στο tracklist.
Μιας και είπα για τους Ramones και για την μυρωδιά του δρόμου πιο πάνω, ε λοιπόν... το σκέφτηκα καλά... αυτός ο δίσκος μου φέρνει στα ρουθούνια την ίδια μυρωδιά που ανέδυε ας πούμε το Halfway To Sanity των Ramones, αυτή την βρώμικη μυρωδιά του πεζοδρομίου, τις αφροδισιακές ιδιότητες της οποίας περιέγραφε ο Noodles (Robert De Niro) στο Once Upon A Time In America κάπως έτσι:
"I like the stink of the streets. It makes me feel good. And I like the smell of it, it opens up my lungs. And it gives me a hard-on."