Σαν τον άνεμο
Σε μέρες δισκογραφικής κρίσης, πολύ ισχυρότερης από την γενική κρίση και κατά πολλούς χωρίς ελπίδα επιστροφής, οι επανεκδόσεις έχουν εξελιχθεί στο πιο ισχυρό χαρτί όσων επιμένουν να εκδίδουν παραδοσιακά, αλλά και στο μεγαλύτερο δέλεαρ όσων επιμένουμε να αγοράζουμε παραδοσιακά. Ευτυχές το ότι και εντός συνόρων δραστηριοποιούνται πλέον αρκετά label, που όχι μόνο τιμούν με πολυτελείς και προσεγμένες επανεκδόσεις κυκλοφορίες του παρελθόντος, αλλά ανασύρουν και υλικό που πραγματικά έμενε θαμμένο για χρόνια. Missing Vinyl, Ειρκτή, Anazitisi και ιδού η B-Other Side, συσχετιζόμενη και αυτή με την VEA Music, την γνωστή ψυχεδελογκαραζοφολκ και όχι μόνο δισκογραφική πηγή της τελευταίας εικοσαετίας.
Το Σάββατο 11/12/2010 ο Σωτήρης Κοματσιούλης με μια μπάντα από "πιτσιρικάδες", κατά τα λεγόμενα του ίδιου, επέστρεψε στη σκηνή, όχι ως λαϊκός τραγουδιστής ή ως παρωχημένα ροκίζον alter ego του 70s εαυτού του, αλλά για να υποστηρίξει αυτήν εδώ την κατ' ευφημισμό και μόνον επανέκδοση του υλικού της πιο γόνιμης φάσης της καριέρας του. Και λέω κατ' ευφημισμό, γιατί ουσιαστικά εδώ μέσα υπάρχει 80 % ακυκλοφόρητο υλικό, συνεπώς ο όρος της ιδιόμορφης ανθολογίας ίσως είναι περισσότερο ταιριαστός.
Το σίγουρο είναι από τη μία ότι αυτοί που ενδιαφέρονται (όπως έχουμε ξαναπεί) να συμπληρώσουν στην ολότητα του το παζλ της εξέλιξης του ηλεκτρικού ήχου στην Ελλάδα, αποκτούν ακόμη ένα πολύτιμο κομμάτι, ουσιαστικά χαμένο μέχρι πρότινος και αποκομμένο από αυτή την εξέλιξη. Ομοίως οι νεότεροι ξεκαθαρίζουμε στο μυαλό μας ότι στα τέλη της δεκαετίας του 60 - αρχές 70 η εγχώρια pop/ rock σκηνή δεν περιορίστηκε σε αντανάκλαση του ιταλικού τραγουδιού, καθώς αυτό αποτύπωνε σε μεσογειακές αποχρώσεις τον νέο ήχο που ερχόνταν από Αγγλία - Αμερική. Με τον Κοματσιούλη δεν οχυρώνονται τα πράγματα σε ένα γενικά και αόριστα ξενόφερτο rock 'n' roll, ακίνδυνο και διασκεδαστικό, αλλά ούτε και λαμβάνουν τις διαστάσεις του επίμονα (και για πολλούς από εμάς γραφικά) πασιφιστικού ροκ των Poll, για το οποίο η φράση "που σαι νιότη που έδειχνες πως θα γινόμουν άλλος", βάζω στοίχημα ότι όλο και θα ακούστηκε από τότε από κάποιους διορατικούς μουσικόφιλους της εποχής.
Τα τραγούδια του Σωτήρη Κοματσιούλη, παρά τις όποιες (θεμιτές) αδυναμίες, τα μάλλον αγαθά μέσα (στις ενορχηστρώσεις αναφέρομαι κυρίως) και τα μπόλικα (αλλά όχι ενοχλητικά προσδιορισμένα) δάνεια, αποκαλύπτουν κυρίως -και αυτό έχει πρωτίστως σημασία- έναν sui generis καλλιτέχνη, ο οποίος αν διέσχιζε την πορεία της τέχνης του μες στο χρόνο με λιγότερα απρόοπτα και περισσότερη συνέπεια ως προς την αλληλουχία των κινήσεων, είναι σίγουρο ότι θα κατέληγε σε ενδιαφέροντα- όχι μόνο για τα εγχώρια δεδομένα- αποτελέσματα. Η θεατρικότητα, το φλερτ με ότι ομοίως αόριστα ονομάζουμε acid ήχο (έστω και σε πρωτόγονο στάδιο), η pop φλέβα που ξεπηδάει μπόλικες φορές και η διάθεση για ψάξιμο, φέρνουν στο μυαλό μου τον Ιταλό Renato Zero. Κύρια διότι έχω την αίσθηση ότι ο Κοματσιούλης αν συνέχιζε ευθεία ούτε από την έντεχνη μεταπολιτευτική μουντίλα θα παρασύρονταν, αλλά ούτε και θα ξέπεφτε στο επίπεδο του ανώδυνου pop διασκεδαστή. Μία ισορροπία που ο Ιταλός την κράτησε εν πολλοίς με ευστοχία, περισσότερη σίγουρα από τους δικούς μας Κώστα Τουρνά ή Πασχάλη (όχι τόσο ανόμοια τα μεγέθη, όσο φαίνονται ανάμεσα στους δύο).
Ξεχωρίζουν ασφαλώς τα 'Επιδρομή από τον Άρη' και 'Σύνδρομο', τα δύο μοναδικά κατ' ουσίαν τραγούδια που είχε αφήσει πίσω του ο Κουματσιούλης. Και όταν λέμε ξεχωρίζουν, το κάνουν από χιλιόμετρα, όχι μόνο σε σχέση μα τα υπόλοιπα του δίσκου, αλλά και ότι προχείρως μας έρχεται στο μυαλό από την σύγχρονη εποχή τους (εκτός και αν εμφανιστεί και κάτι άλλο που δεν έχουμε υπόψη μας πάλι!). Στα τρία αγγλόφωνα του δίσκου, ηχογραφημένα σε μια περίοδο που ο Κοματσιούλης έχει μεταξύ άλλων πάρε δώσε και με τον Robert Wyatt (!!! Διαβάστε την ενδιαφέρουσα ιστορία στο εσώφυλλλο, δεν θεωρώ σκόπιμο να την επαναλάβω), περισσότερο χωρεί συμπαθητική ακρόαση παρά κριτική, χωρίς πάντως να ξεπέφτουν στα όρια αυτού που ονομάζουμε γραφικό άκουσμα, παρά την μάλλον άκομψη χρήση μπουζουκιού σε δύο από αυτά, που αμυδρά θα σας θυμίσει ήχο τουριστικό greek ήχο των 70s (ειδικά το αλέγκρο The Kind King).
Όλη η πρώτη πλευρά του δίσκου (τα παραπάνω είναι στη δεύτερη) είναι η τρανή απόδειξη του που θα μπορούσε να πάει ο Κουματσιούλης και η συνθετική/ στιχουργική του δεινότητα. Έρχονται από το 1973 και καθώς τα ακούς και προσπαθείς να τα φανταστείς με προσεγμένη παραγωγή και ενορχήστρωση έχεις την αίσθηση ότι αν κυκλοφορούσαν (αλλά και είχαν ακουστεί - σημαντικό αυτό) στην ώρα τους ίσως και να είχαν καταφέρει να επιταχύνουν κάπως τις εξελίξεις στον ελληνικό ηλεκτρικό ποπ και ροκ ήχο, οι οποίες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, γνώρισαν εξαιρετική καθυστέρηση. Τα τραγούδια όμως του Κοματσιούλη δεν κυκλοφόρησαν το 1973 και κάπως έτσι διάφοροι μετέπειτα φασουλήδες του "εγχώριου ροκ" ενώ το ημερολόγιο έδειχνε ήδη 1980 για τα καλά... απέδιδαν μείγμα αστείου και παρωχημένου progressive rock, για το οποίο έχουν να λένε τώρα ότι τάχα υπήρξαν πρωτεργάτες του ροκ στην Ελλάδα και αναζητούν ένσημα, εύσημα και παράσημα. Τόσο απεγνωσμένοι είναι για το τωρινό τους κατάντημα.
Κυκλοφορημένο αρχικά σε 500 αριθμημένα αντίτυπα, με πολύ καλή ποιότητα ήχου στο βινύλιο και αποτυπώνοντας μία ιδιόμορφα δημιουργική πενταετία (1971-1975) του Σωτήρη Κοματσιούλη (αμέσως μετά ακολουθεί μια... reggae περίοδος, από ότι διαβάζουμε!), το 'Σαν τον Άνεμο' πέρα από τα παραπάνω εγκυκλοπαιδικά και ιστορικοκεντρικά, έχει αυθύπαρκτη μουσική και τραγουδιστική αξία. Θα σας την αποκαλύψει όμως μετά από πολλαπλές ακροάσεις, καθώς στις πρώτες θα σας παρουσιαστεί ως μάλλον αφελές. Κάπως έτσι έγινε και με μένα και μετά την πρώτη μοναδική ακρόαση, ενώ αρχικά ξεκίνησα για το Bios, τελικά έστριψα για αλλού, κι έτσι αδυνατώ να σας δώσω κάποια πληροφορία για το πως διαχειρίζεται ο Κουματσιούλης το υλικό του σήμερα.