3
Με τον Dzingovic γνωριστήκαμε το 2006 μέσω του τροπετίστα (sic), του Γιώργου, του Αβραμίδη. Λίγους μήνες μετά φτιάξαμε τους Tuflon. Λίγους μήνες μετά αποφασίσαμε να συγκατοικήσουμε. Μέναμε σε μια γαμάτη μονοκατοικία, Συκιές σύνορα με Άνω Πόλη. Εγώ είχα μόλις ανοίξει το Pierrot και ο Θανάσης είχε μόλις κυκλοφορήσει τη ‘Σούπερ Γκόμενα’.
20κάτι εγώ, 30κάτι ο Dzingovic, του έβαζα Can και Acid Mothers Temple και μου έβαζε Πιλαλί και Σιγανίδη και μετά σβήναμε με Television και Pavement (τους οποίους παρεμπιπτόντως είδαμε μαζί στο Λονδίνο εκείνο τον καιρό). Κοντολογίς το ζούσαμε μποέμικα, εκεί λίγο πριν την κρίση, και δώστου πάρτυ στο σπίτι με μη εξαιρετέους καλεσμένους και τζάμ μεταμεσονύκτια και κρεπάλες και τέτοια.
Νομίζω ότι το πρώτο album των Σούπερ Στέρεο, αντικατοπτρίζει κάπως τη φάση της Θεσσαλονίκης τότε. Η "Σούπερ Γκόμενα" δεν έχει (όπως μάλλον και εμείς δεν είχαμε) καμία ιδέα για το τι θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια.
Κάπου μέσα στο ΄09 η στο ‘10 έφυγα και απ'τους Tuflon και απ'το σπίτι (μπάντες μπόλικες και έρωτες και τέτοια). Ψιλοσκατένιες εκείνες οι χρονιές, η κρίση μονοπωλούσε τις κουβέντες, πολλοί άνθρωποι γύρω είχαν αρχίσει να το ψιλοχάνουν. Αγανακτισμένοι, ψεκασμένοι, καμένοι, καταπιεσμένοι, αυτοδημιούργητοι ακριβοδίκαιοι (τα νεύρα μου), υστερικά κρυφοφασισταριά, κατάθλιψη, αναρχοδικεία, φθηνές κακές ντρόγκες, όλοι στην τσίτα. "Το Τέρας" πλησίαζε.
Το δεύτερο album των Σούπερ Στέρεο είναι το αγαπημένο μου. Είναι βαρύ, είναι απαισιόδοξο, είναι βρόμικο και συνάμα έχει χιούμορ, είναι ποπ και σε κάνει να χαμογελάς απ' την αρχή ως το τέλος. Πήρε φορά και μεταβόλιζε ο δικός σου. Μηχανή που της πετούσες μιζέρια και σου γυρνούσε πίσω χαμόγελα. Το έλιωσα το Τέρας. Ακόμα το ακούω συχνά. Σκεφτόμουν από τότε που κυκλοφόρησε να έγραφα κάτι για για την μπάντα. Μετά έλεγα άστο καλύτερα. Δεν μου φαινόταν ποτέ κομψό να γράφει κανείς για τους φίλους του.
Αλλά πριν λίγο καιρό τα παιδιά κυκλοφορήσαν το "3" και με τα πολλά συνειδητοποιώ ότι έχουν περάσει 10++ χρόνια από την αρχή του κειμένου. Και εκείνο τον καιρό οι indie κιθάρες έπρεπε να συνοδεύονται μετά αγγλικού στίχου (με προφορά ευγενική χορηγία Στρατηγάκη) αλλιώς ήταν λέει, ελληνικό ροκ (πέστο μία ξανά με υποτιμητική χροιά και θα με εννοήσεις).
Και τώρα βλέπω cool εγχώριους μουσικoγραφιάδες, ψαγμένα labels και άτομα "της φάσσσshσσσσης" γενικότερα να γουστάρουν ξαφνικά ελληνόφωνη σκηνή. Oh well...
Δε γαμιέται, θα κάνω μια δισκοκριτική στο "3":
Στο "3" λοιπόν, ο Dzingovic παίζει συνθετικά με τις αναφορές του (και κάπως έτσι με τις αναμνήσεις μας), με χάρη dj (όχι απαραίτητα Ιρλανδού :-p) που χτίζει ολόκληρα albums μόνο με samples. Απ' τον χαρακτηριστικό ήχο των παραγωγών του Dave Fridmann (Flaming Lips, Tame Impala και πάρα πάρα πολλών ακόμα) στο ρετροφουτουριστικό σύμπαν των Stereolab και από τις lo-fi ακουστικές των πρώτων δίσκων του Beck στο σοφιστικέ(sic)-ποπ songwriting των Beatles και μετά λίγα Waits κλαπατσίμπανα και μετά λίγα εγχώρια 90s (στα οποία υπάρχουν, υποθέτω, εσκεμμένα και στιχουργικές αναφορές) και λίγη Brit ειρωνεία και λίγοι Sebadoh και λίγα κομψά θορύβια και λίγο ψυχεδέλεια και τέτοια. Το αξιοθαύμαστο δεν είναι το τι παίζεται (γιατί ξέρω, τα έχεις ακούσει όλα αυτά), αλλά η συνταγή η ίδια. Οι αναλογίες δηλ, το πόσο από το κάθε τι, θα μπει πού και γιατί.
Επίσης το lineup του "3" (Κύρκου, Ντούρου, Βασιλόπουλος, Οικονόμου) είναι μακράν οι καλύτεροι Σούπερ Στέρεο. Η πιο to the point απόδοση του πονήματος του Dzingovic και ταυτόχρονα (ίσως λόγω του ιδιαιτέρου των προσωπικοτήτων;) το τελικό αποτέλεσμα είναι ξεχωριστά χρωματισμένο απ' τον καθέναν. Και κάπως έτσι ακούει κανείς τώρα (περισσότερο από ποτέ άλλοτε) μια μπάντα και όχι ένα project.
Το artwork είναι άρτιο {αναμενόμενο, η Replica μονοπωλεί (μαζί με λίγους φίλους ακόμα, για να είμαι ακριβής) για προφανέστατους λόγους, το γραφιστικό κομμάτι στους μουσικούς κύκλους της πόλης}. Η παραγωγή είναι ευτυχώς :-p βρόμικη (ευδιάκριτα τα πάντα, μην τρομάζεις, σαν ασπρόμαυρο φιλμ με πολύ κόκκο ένα πράμα). Τώρα στιχουργικά η φάση σοβάρεψε λίγο σε σχέση με το παρελθόν (άλλοι θα λέγαν ωρίμασε). Εγώ απο την άλλη δεν το βλέπω να σοβαρεύομαι στα κοντά, όποτε πάρε ένα γλειφιτζούρι αντί βαθμού, έτσι για να (μη) μας πάρουν στο ψιλό.
Αυτααααααααά.