Κατά το παρελθόν (είκοσι και χρόνια οικειοθελούς σύμπλευσης), ο δικός μου δρόμος μ' αυτόν του Σπύρου Φάρου ήρθαν πολλές φορές κοντά. Κάποιες, αλλά όχι λίγες, αποχωριστήκαμε ανέπαφα "διαφωνούντες".
Εξηγούμαι, βγάζοντας να χρησιμοποιήσω το παλιό μου καντάρι, θα διευκολύνει πιστεύω:
Αναγνωρίζω τη σύνθεση ενός εξαιρετικού τραγουδιού όπως το "Drifters" στο τελευταίο δισκογράφημα των Yell-O-Yell. Ένα βαρίδι στα δεξιά, λοιπόν.
Χρεώνω ότι σε μια απ' τις τελευταίες τους (όπως απεδείχθη) συναυλίες, το μπάσο κόντεψε να την τινάξει στον αέρα. Ένα στα αριστερά, και συνεχίζω...
Αναγνωρίζω ένα από τα "χαμένα" σπουδαία τραγούδια των πρώιμων nineties, το "Sleepwalk" από τη βινιλιακή συλλογή "Random Relations Part 1" της Elfish. Επίσης, το πολύ προχωρημένο για την εποχή του πρότζεκτ των This Fluid. Σήμερα μόλις ένας δίσκος όπως το "Flud" -δέκα χρόνια απ' την κυκλοφορία του, δηλαδή- μπορεί να παιχτεί χωρίς γρίφους πια, και να σε πάρει μαζί του σε κάτι που έχει ενδυναμωθεί απ' την ίδια τη μουσική εξέλιξη στο εντωμεταξύ, που σε κάνει να το εμπιστεύεσαι. Άλλα δύο στα δεξιά, ήδη βλέπω και μια κλίση...
Χρεώνω την ασάφεια, τα επιτηδευμένα σκαμπανεβάσματα και τη μικρή κλίμακα που κάνει να δουλεύει το μυαλό μου (κυρίως αυτό το τελευταίο) το προκείμενο "Don't You Wanna...". Ένα ακόμη βαρίδι στα αριστερά...
Με πολλούς τρόπους είχα συνηθίσει τον Φάρο να προπορεύεται. Σ' αυτό του το, πρώτο αμιγώς προσωπικό, άλμπουμ προσπαθεί τουναντίον να ισορροπήσει, αντί να τολμήσει. Να φτιάξει μια σταθμισμένη πάνω σε πρότερα δεδομένα εκδοχή ηλεκτρονικής τραγουδοποιΐας, που ενίοτε γίνεται εύκολα θελκτική, και ισόποσα γραφική ή κάπως έτσι φαντάζει τέλος πάντων. Συνδεδεμένη με μια πρακτική που την πιστεύουν πλέον ελάχιστοι. Κι εδώ μπαίνει το δαιμόνιο της αυτοκαταστροφής: η επιλογή του να θέλει να επωμιστεί ο ίδιος το τραγούδι είναι τραβηγμένη. Για να τα καταφέρει, καταφεύγει σε μια επιτηδευμένη θεώρηση περί θεατρικής, θρυμματισμένης κάποτε ερμηνείας, που φέρνει στους The Residents (εκείνη η άλυτη εξίσωση μεταξύ του εσκεμμένα δύσκολου και του αποδεκτού) και στιγμές αντλεί από μια στημένη βραχνάδα τύπου Tom Waits, αλλά χαμηλότερου επιπέδου. Σ' όλο το υπόλοιπο του "Don't You Wanna...", ωστόσο, μοιάζει λες και κάποια μάγισσα έδωσε μικρόφωνο σε ένα παιγνιώδες πνεύμα. Το παράδοξο, έως ακατανόητο, είναι ότι στο συνθετικό και (λιγότερο στον) ενορχηστρωτικό τομέα έχει γίνει μια άμεσα αναγνωρίσιμη δουλειά, η οποία υποβιβάζεται τοιουτοτρόπως σε μια εξέλιξη καθηλωμένη, απόντων των απογειωτικών στοιχείων που μια ερμηνεία απαιτείται να δίνει στο αποτέλεσμα.
Μερικά ινστρουμένταλ μέρη ή και τραγούδια ολόκληρα στέκονται από μόνα τους, έχοντας μια αυτουποστηριζόμενη εσωτερική ενέργεια που δεν κλονίζεται. Το ξεκίνημα του "Fairy"με τους στίχους του William Blake ("Come hither my sparrows/ My little arrows...") δεν θα μπορούσε να γίνει πιο εγκλωβιστικό στη σκοτεινή του αλλοπροσαλλοσύνη. Κρίμα που τα δέκα του λεπτά το γεμίζουν κενά. Ή το "Eldorado", πάνω σε στίχους από το ομότιτλο ποίημα του Edgar Allan Poe, ένα απ' τα πολύ καλά φετινά τραγούδια που ακούσαμε από εγχώρια πηγή, ένα αξιοθαύμαστο πεντάλεπτο στην απόδοσή του τού μάταιου αλλά αναγκαίου. Εκεί, όμως, σταματάει ο παρόν δίσκος. Τα υπόλοιπα από τα δέκα συνολικά τρακ (η θέση 7 είναι κενή) αξίζουν κι επιδέχονται μια φιλική απόρριψη, εκ του σύνεγγυς αιτιολογημένη, και ασφαλώς πολυπλεύρως δικαιολογημένη. Ακούγοντας το "Junky Sex" ένοιωσα να πηγαίνω πάρα πολύ πίσω, όπως πριν λίγα χρόνια με τον Edward Ka-Spel στο "The Poppy Variations" των The Legendary Pink Dots. Δεν θέλω πλέον άλλα ενοχικά ξαλαφρώματα, άλλα μπαρκαρίσματα για μεγαλειώδη εγχειρήματα που απλά υπόσχονται, άλλες φαντασίες που αποδεικνύονται ανεπαρκείς.
Εξάλλου, στο 2007 ζούμε και είναι τέτοιες πια οι εξωγενείς εμβολές ώστε έχουμε απομυθοποιήσει τα πάντα, ακόμη κι εκείνο το "κάνω απλά το κέφι μου" που σε αλλοτινές εποχές έπιανε στα στριμωξίδια. Όπως και πάντα, μια αναχρονιστική, εντούτοις επίχρυση, μετριότητα (ο ορισμός της) δεν είναι ποτέ αρκετή. Για να κλείσω κάποτε.