Στην βάση των Stars Of The Lid στο Austin του Texas τα τραγούδια όπως τα ξέραμε τελούν υπό δίωξη και καταστροφή. Είναι από εκείνες τις μετρημένες εξαιρέσεις που δύο κιθαριστές (σαν τέτοιοι ξεκίνησαν τουλάχιστον οι Brian McBride και Adam Wiltzie) απαξιούν ακούγοντας τις συγχορδίες του συμβατικού του ρόλου τους και εκστασιάζονται με τις απλανείς εσωτερικές φαντασιώσεις των Brian Eno και Steve Roach.
Και κάπου εκεί σπινθηρίζει η απαρχή του 'The Tired Sounds Of ...', χωρίς κανένα περαιτέρω στοιχείο για την γέννησή του. Τι θα μπορούσε άλλωστε να είναι κάτι τέτοιο όταν το κοντινότερο που μπορεί να περιγράψει τον χαρακτήρα του είναι μια κουκίδα στον χάρτη του διαστήματος. Και κάπως έτσι βγήκε, με την υποψία του απροσδιόριστου και αόριστου, αυτό το άρρυθμο, απλανές drone ambient δίωρο που νοιώθεις ότι σε παραλύει, σε ναρκώνει κουνώντας το ρολόι όλο και πιο αργά, που σου ψιθυρίζει ότι όσα άκουγες πριν αυτό βρει την θέση του στο cd player σου δεν ήταν μουσική, που σου τάζει ηρεμία και γαλήνη, που διατίθεται να αγοράσει όλες τις ανάγκες σου. Μόνον ξυπνώντας από τη νάρκωση - πιθανότατα ώρες μετά, ο ενδιάμεσος ύπνος ανήκει στις συχνότερες των παρενεργειών, τα' χουν αυτά οι θεραπείες - βλέπεις ότι τα ανταλλάγματα της συνδιαλλαγής παραήταν πενιχρά. Ακόμη και οι ήχοι από τα έγχορδα και τα πνευστά μοιάζουν με παραμορφωμένες νοητικές γκριμάτσες, με αναποτελεσματικά αποκριάτικα κοστούμια.
Κάπως έτσι πρέπει να αισθάνθηκε ο Οδυσσέας ακούγοντας το τραγούδι των Σειρήνων στην Οδύσσεια. Και η μόνη λύση για ασφαλή διαφυγή ήταν να πάψει να το ακούει. Αυτό προσπάθησα και εγώ. Να πάψω να ακούω το γοητευτικό μυστήριο του 'Requiem For Dying Mothers Part 1', της συνέχειάς του, τα στέρεα χτυπήματα των πλήκτρων στην ατμόσφαιρα του 'Down 3', αλλά και της καλύτερης σύνθεσης εδώ, της μικρής σουίτας του αυτοδύναμου 'Fac 21'. Η τελευταία φορά που θυμάμαι ο ανεκτικός εαυτός μου να έκανε κάτι παρόμοιο πρέπει να ήταν σε album των Hash Jar Tempo την προηγούμενη δεκαετία και παλιότερα, αν η μνήμη μου δεν με απατά, σε αντίστοιχα παιχνιδίσματα των Harold Budd, Peter Michael Hamel και άλλων βαρετών συναφών που οι εναλλακτικοί τότε απέρριπταν εκ του συστάδην και ομόφωνα. Ομολογώ όμως ότι δεν μου συνέβηκε ποτέ κάτι παρεμφερές με τα πρώτα των Flying Saucer Attack και οτιδήποτε των Popol Vuh. Τώρα πώς με τις αλλαγές των εποχών το κενό χρειάζεται να' χει χρώμα για να το δει κανείς, δεν το κατάλαβα. Ήταν ποτέ θέμα εποχής; Και από πότε τρέχει αυτός ο νέος κανόνας, αν επιτρέπεται;