Τι να γράψω για τον πρώτο δίσκο των Στέρεο Νόβα. Πώς μπορεί κανείς να κρίνει αντικειμενικά ένα συγκρότημα που τον έχει σημαδέψει τόσο; Γενικά, θα μπορούσα να κάνω αυτή τη σελίδα να μοιάζει με απομαγνητοφωνημένο κείμενο ψυχανάλυσης (μου). Αλλά δε θα το κάνω (ελπίζω). Επίσης θα μπορούσα να συνοψίσω αυτήν την κριτική στη φράση «Αν δεν το έχεις, απόκτησέ το». Αλλά επίσης δε θα το κάνω (προφανώς).
Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή. Κάπου στα δυτικά προάστεια της Αθήνας, ο Μιχάλης παρατήρησε τον Κώστα σε κάποιο πάρτυ όταν ο δεύτερος χόρευε Smiths. Από κει άρχισαν να γνωρίζονται, να πηγαίνουν ο ένας στο σπίτι του άλλου και να ακούν ποπ δίσκους της εποχής. Και αποφάσισαν να φτιάξουν και τη δική τους μουσική μαζί με έναν άλλο φίλο τους, τον Αντώνη. Μάζεψαν κασσετοφωνάκια, παιδικά αρμόνια, φίλους για να κάνουν φωνητικά και παραγωγή. Και έφτιαξαν τον σπουδαιότερο -ίσως- ελληνικό δίσκο των 90s.
Η παραγωγή σίγουρα δεν ήταν τέλεια, ο ήχος δεν ήταν καθαρός, οι φωνές δεν ήταν άψογες, οι στίχοι ίσως να πάσχουν από διδακτισμό, τα εξώφυλλα ήταν ερασιτεχνικά... αλλά ποιος νοιάζεται. Οι Στέρεο Νόβα κάνουν δυνατές δηλώσεις με τα τραγούδια και τη μουσική τους. Λένε όλα αυτά τα πράγματα που μας έσφιγγαν στο λαιμό. Δίνουν το καινούριο σε μια εποχή που η μουσική στην Ελλάδα είχε μείνει τραγικά στάσιμη. Με λίγα λόγια, τίποτα δε θα ήταν το ίδιο.
Ο τύπος αρχικά ούτε τους πρόσεξε. Αργότερα από αμηχανία κυρίως τους πολιτογράφησε χιπ χοπ. Όμως τι είναι το είδος που παίζουν οι Στέρεο Νόβα. Ψίθυροι, παραμορφωμένες φωνές, ασθενικά μπιτ, ηλεκτροπληξία, ακουστικές κιθάρες. Μουσικές για αργά το βράδυ, όταν έχεις επιστρέψει σπίτι και κάνεις τον απολογισμό σου. Αυτό είναι οι Στέρεο Νόβα. Μην τους ακούτε τους άλλους όταν σας λένε για ελεκτρόνικα και πρωτοπορία. Βλακείες. Απόπειρες ελεκτρόνικα είχαν γίνει και πριν τους Στέρεο Νόβα στην Ελλάδα. Άσε που ο ήχος τους δεν είναι καθαρά ηλεκτρονικός. Τι σημασία έχουν όμως οι ταμπέλες;
Το γεγονός είναι ότι οι Στέρεο Νόβα είχαν φτιάξει ένα άλμπουμ ριζικά διαφορετικό από ό,τι είχε συνηθίσει μέχρι τότε το αυτί του Έλληνα ακροατή.
Για τον δίσκο τι να σου πω; Προτιμώ απλά να σου δώσω μερικούς τίτλους κομματιών... 'Ηλίθια Αστεία', 'Εξώστης', 'Ευδοκία', 'Προάστεια', 'Το Κίτρινο Ποδήλατο', 'Vox Populi'... διαχρονικά αριστουργήματα -και δεν είναι μεγάλα λόγια, δεν το συνηθίζω άλλωστε- που θα μας θυμίζουν πως κάποτε ίσως είμασταν πιο ευαίσθητοι και λιγότερο πουρές της καθημερινότητας.
Η ζέστη έξω τα έχει παραλύσει όλα, μέσα στο δωμάτιο ακούγεται μόνο το φουρ φουρ του ανεμιστήρα και ο ήχος από τα κουμπιά του πληκτρολογίου. Καιρός να ακούσω και την επανέκδοση τώρα...
Τα μπιτ ακούγονται πιο βαθιά, τα σινθς πιο ζωντανά, οι φωνές έχουν ξαναπεραστεί. Το ίδιο και οι κιθάρες. To artwork είναι συμπαθητικό. Thank God! Το πείραμα πέτυχε. Και τα δύο ανέκδοτα tracks -Το Μοντέλο και Τα Πουλιά- μ'αρέσουν, δεν μπορώ να πω. Ίσως να χρειαζόταν κιόλας αυτό το ρετούς.
Κι επειδή πέρασαν 8 παράγραφοι χωρίς να πω κουβέντα για ένα συναισθηματικά φορτισμένο -για μένα κυρίως- άλμπουμ θα αρκεστώ να στείλω φιλιά στην παρέα μου το καλοκαίρι του 2001. Ξέρουν αυτοί...
Τώρα πρέπει να βαθμολογήσω, ε; Απλά, να ξέρετε ότι ο βαθμός δεν είναι αντικειμενικός...