Athena
Δεν έχει καμία (φυσική τουλάχιστον) σχέση με το Σουδάν ούτε με τίποτις αρχεία. Με την Αθηνά άραγε τι να την συνδέει; Του Αντώνη Ξαγά
Το κορίτσι με το βιολί… Μία θεά γυμνότητα στο εξώφυλλο. Μία αγαλματένια black Madonna. H εν προκειμένω μια μαύρη σύγχρονη «black Athena», που την λένε Sudan Archives…. Γιατί όχι; Οι θεοί και οι θεές άλλωστε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση μας φτιάχνονται (και όχι τούμπαλιν όπως θέλει να μας διδάξει η επικρατούσα θρησκεία).
Ο εν λόγω δίσκος φέρει τον τίτλο «Αθηνά», η οποία πράγματι είναι η «δική» μας αρχαία θεά που γεννήθηκε αρματωμένη από τον… πονοκέφαλο του Δία. Και είναι νομίζω αναπόφευκτος ο συνειρμός, ακόμη κι αν είναι αυθαίρετος (δεν είναι όμως μια μαγεία της τέχνης ότι αυτοί μπορεί να οδηγήσουν σε ατραπούς σκέψης οι οποίες μπορεί και να ξεφεύγουν εντελώς από τις προθέσεις και τις σκέψεις του δημιουργού;) με εκείνη την αιρετική θεωρία και σειρά βιβλίων του Martin Bernal που υποστήριξε την αφρο-ασιατική καταγωγή του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Χαμός έγινε, θύελλα και σκόνη σηκώθηκε, μύδροι ερρίφθησαν, και όσο κι αν πολλά από αυτά που υποστήριξε ο Βρετανός ακαδημαϊκός να μην άντεξαν την βάσανο της εξέτασης, ωστόσο κατάφεραν να κλονίσουν κάποιες βεβαιότητες και να καταδείξουν για άλλη μία φορά ότι η Ιστορία έχει περισσότερο να κάνει με το παρόν παρά με το παρελθόν και μια πλατωνικά ιδεατή «ιστορική αλήθεια».
Όλα αυτά ίσως μας οδηγούν, σαν σε κίνηση φορσέ στο σκάκι, να προσεγγίσουμε το έργο και την καλλιτέχνιδα κυρίως με… χρωματικά κριτήρια, ωστόσο άλλες ήταν –όπως θα δούμε– στην πραγματικότητα αι βουλαί της ίδιας. Η οποία –σε αντίθεση με την Αθηνά– γεννήθηκε με τον… φυσιολογικό ανθρώπινο τρόπο στο Σινσινάτι της βαθειάς Αμερικής, το ληξιαρχικό της όνομα είναι Brittney Denise Parks, από μικρή όμως είχε μια εμμονή με την Αφρική και την μουσική της, κι ας μην είχε πατήσει ποτέ το πόδι της εκεί, και έτσι στο σπίτι την φώναζαν Sudan (κατά μία άποψη θα μπορούσε κάλλιστα να λέγεται… Kenya ή Cameroοn Archives). Με την ενηλικίωσή της απέδρασε από τον συντηρητικό μεσοδυτικό εναγκαλισμό και την έκανε προς την Δύση, προς L.A., την ίδια διαδρομή που χάραξαν οι χρυσοθήρες του 16ου αιώνα μέχρι και την… Λάνα Ντελ Ρέι του 21ου αιώνα, αναζητώντας την γη των μεγάλων ευκαιριών (αλλά και απογοητεύσεων). Εκεί θα δώσει κάποια πρώτα καλά δείγματα γραφής με κάποια EP με τα οποία έχτισε ήχο και όνομα, μέχρι να φτάσει εδώ στον πρώτο της μεγάλο δίσκο, με την εγγυητική σφραγίδα μάλιστα της πολύφερνης Stones Throw.
Κι αν το πρώτο συνθετικό του ψευδώνυμου της μπορεί να υποδηλώνει μια ανάγκη αναζήτησης ταυτότητας σε μια ρευστή εποχή όπου όλοι ψάχνουν ή/και επινοούν από (τουλάχιστον) μία, σε μια παγκόσμια εφαρμογή της διαβόητης τσαρούχειας (για την ακρίβεια του ηθοποιού Τζαβαλά Καρούσου) ρήσης «ότι δηλώσεις είσαι», ακόμη και στις ΗΠΑ οι οποίες μπορεί μεν να στήθηκαν από πιονέρους που ήθελαν να κόψουν ρίζες με το παρελθόν, αλλά χτίστηκαν και από σκλάβους βίαια ξεριζωμένους, χωρίς παρελθόν και με χαμένες πια και απρόσιτες ρίζες, μια διχοστασία που ταλαιπωρεί την χώρα μέχρι σήμερα, αναγκάζοντας μια μαύρη Αμερικανίδα (ή αφροαμερικανίδα που λέει η πολιτική ορθότητα, που μέσα από ελιτίστικες - «unbearably white» σκιαμαχίες μπορεί να εξοβέλισε τους χαρακτηρισμούς «μαύρος» και «νέγρος», ωστόσο δεν άλλαξε την μοίρα του φτωχού «αφροαμερικανού» στον δρόμο, μπροστά στον δικαστή, στον διευθυντή των φυλακών ή στον μπάτσο) να αναζητά ρίζες σε μια μακρινή πνευματική ουτοπία ενός φαντασιακού ανήκειν, το δεύτερο συνθετικό θα μπορούσε να υποκρύπτει μια ακαδημαϊκή συγκρητική κορφολόγηση archive ήχων αποκομμένων από το κόντεξτ τους, μια ακόμη αρχειο-ποντικίνα που σκαλίζει στο ιντερνέτ για εξωτικούς ήχους, κάπου τραγουδάει και η ίδια «all we have is the Internet/limitless at our fingertips/don't sweat it, just get it». Όχι όμως, τα φαινόμενα απατούν για άλλη μία φορά, είτε διαλέξουμε την χρωματική είτε την μουσικολογική ερμηνεία.
Εν προκειμένω λοιπόν η μουσικός διαλέγει ως βάση πάνω στην οποία διαρθρώνει τον ήχο της, το βιολί. Ένα δύσκολο όργανο που στα ακατάλληλα χέρια μπορεί να γίνει έως και ηχητικό βασανιστήριο, πόσο μάλλον από κάποια που δηλώνει –λόγω πενίας– αυτοδίδακτη. Αποφεύγοντας όμως την έπαρση του αυτοδίδακτου η Sudan Archives κρατά την άγνοια κινδύνου, χρησιμοποιεί το βιολί με σχεδόν παιδική αμεριμνησία και πειραματίζεται με μια ελευθερία που εκμεταλλεύεται όλες τις δυνατότητες του οργάνου, είτε ως έγχορδου είτε ακόμη και ως… κρουστού, σε κάμποσα σημεία δεν καταλαβαίνεις καν ότι ακούς βιολί. Κι αν η ίδια μνημονεύει ως επιρροές τον Σουδανό βιολιστή Asim Gorashi ή τον ηλεκτρονικό σκαπανέα Francis Bebey ή γενικότερα την δυτικοαφρικάνικη ρυθμολογία, όπου το βιολί είναι και όργανο που δίνει τον ρυθμό (όπως και στα δικά μας δημοτικά πολλές φορές, εδώ που τα λέμε), έχει σαφείς επιρροές και από την δυτική γενεαλογία, και ειδικά από κέλτικους απόηχους, οι ιρλανδέζικες φολκ μπάντες είναι γαρ πανταχού παρούσες στις ΗΠΑ.
Το τελικό αποτέλεσμα, στο οποίο πολύ έχουν έβαλαν ένα χεράκι, έχει διανθιστεί επιπλέον με τεχνικές στρωματοποίησης, σύνθια, κρουστά, μπασογραμμές, έχει μεν την αναπόφευκτη γυαλάδα της σύγχρονης comme il faut («καλής» που λένε) παραγωγής και κάποιους φωνητικούς μανιερισμούς, απλώνεται και πέραν της soul και του r&b, έχει στοιχεία πάλαι ποτέ trip-hop, φανκ, dream pop, και φυσικά ραπ (ουχί όμως… τραπ), σχεδόν θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον κάπως νεφελώδη (και κάπως οξύμωρο) όρο ποπ-αβάν-γκαρντ.
Όπως και να’ χει μας μένουν κάμποσα εξαιρετικά κομμάτια όπως π.χ. το «Coming up», το «Confessions» ή το «Did you know?» που ανοίγει και τον δίσκο, όπου η Sudan Archives μιλάει, για τι άλλο, για τον εαυτό της, «when I was a little girl/I thought I could rule the world» και τις απογοητεύσεις όταν μεγαλώνοντας συνειδητοποίησε ότι «everybody wants to rule the world» που έλεγαν και οι Tears for Fears. Νοηματικός γαρ άξονας του δίσκου είναι η αυτοβιογραφία, ιδωμένη και ερμηνευόμενη μέσα από έναν μύθο, μια τάση που μπορεί κανείς να πει ότι είναι έως και της μόδας στις ΗΠΑ (να μνημονεύσουμε π.χ. τον περσινό δίσκο του Hermit and the Recluse ή τα βιβλία του Ντάνιελ Μέντελσον). Έτσι και η Παλλάδα Αθηνά παίζει εδώ έναν συμβολικό ρόλο, όχι τόσο ως ένα αρχέτυπο ισχυρό γυναικείο πρότυπο, αλλά χάρις στην εγγενή «ανεξήγητη αντίφαση» (όπως σημειώνει και ο Τσιφόρος στην μυθική «Ελληνική Μυθολογία» του) που την χαρακτηρίζει, να είναι συγχρόνως θεά της σοφίας και του πολέμου, σε έναν δυισμό τον οποίο απλώνει η SD σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της, σε άλλα φαινομενικά ασύμβατα δίπολα, δύναμη και ανασφάλεια, Καλό και Κακό, φως και σκοτάδι, πραγματικότητα και φαντασία και πάει λέγοντας.
Στο ίδιο …βιολί (δεν άντεξα)… Που αν το συνεχίσει, ίσως να ακούσουμε ακόμη περισσότερα και καλύτερα…