The Blue Hour
"Μπλε" αποκαλούν οι αγγλοσάξονες εκείνη την ώρα λίγο πριν την ανατολή ή λίγο μετά την δύση του ηλίου. Για τους Suede τι θα μπορούσε να συμβολίζει άραγε; Του Άρη Καραμπεάζη
Έφτασα λοιπόν στο σημείο να πιστεύω (βάσιμα) ότι αν συνεχίσω να ακούω το 'The Blue Hour' θα αναθεωρήσω συνολικά την άποψη μου για τους Suede, για κάθε δίσκο και κάθε single τους ξεχωριστά. Θα μου ακούγεται πλέον το 'So Young' λίγο πιο ουσιαστικό από το ‘Φιλαράκι’ και άλλα τέτοια φαιδρά.
Σταμάτησα λοιπόν να το ακούω από ένα σημείο και μετά, όχι επειδή φοβήθηκα τυχόν το συναισθηματικό αντίκτυπο που θα είχε όλο αυτό στα τελευταία 20 κάτι χρόνια της ζωής μου (σαν χθες είχαμε πάει αμούστακα παιδάκια στο αίθριο του Μύλου, με κοντά παντελονάκια, και παρακαλούσαμε τη Μαρία Φλέδου να μας αγοράσει μία μπύρα, που ήταν ενήλικη, αλλά αυτή δεν μας μιλούσε). Έχω αποκηρύξει και πιο αγαπημένες μπάντες από τους Suede (απλά δεν μου έρχεται καμία πρόχειρα τώρα). Βασικά σκέφτηκα σε μία σπάνια στιγμή αποτίμησης της ζωής με οικονομικά κριτήρια, τα λεφτά που έχω ξοδέψει στους Suede όλα αυτά τα χρόνια. Μόνο στο τελευταίο τους live στην Αθήνα είχα δώσει γύρω στα 100 € σε ποτά (δεν ήμουν μόνος μου). Και απλά σταμάτησα να ακούω τον δίσκο.
Το γιατί τον άκουσα εξαρχής είναι μία άλλη ερώτηση. Το ότι με είχε εκπλήξει ευχάριστα ο αμέσως προηγούμενος δίσκος τους, δεν το θυμόμουν καν. Οι Suede (δεν) μας άλλαξαν την ζωή όταν έπρεπε και πλέον δεν υπάρχει χώρος για συναισθηματικούς ακροβατισμούς με την πάρτη τους. Ό,τι έγινε, έγινε. Το να βγάζουν έναν όχι κακό δίσκο κάθε τόσο είναι μεν καλοδεχούμενο, αλλά σε καμία περίπτωση ζητούμενο.
Από την άλλη είχα και τον Τάσο τον Πατώκο να με υποβάλει σε διαρκή ενημέρωση περί της κυκλοφορίας του δίσκου, τα σχόλια από εδώ και από εκεί, το πρώτο, το δεύτερο βίντεο, τις δηλώσεις των μελών του γκρουπ και άλλα τέτοια τα οποία ποσώς με ενδιαφέρουν. Προφανώς από την τελευταία μας συνάντηση συγκράτησε το ότι αυτό που με απασχολεί περισσότερο στη ζωή μου είναι ο επερχόμενος δίσκος των Suede. Ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο.
Θρυλείται κάθε τόσο στις τάξεις κουρασμένων οπαδών, στριφνών μουσικοκριτικών, αλλά και μπαρουτοκαπνισμένων στελεχών της μουσικής βιομηχανίας, ότι πολλά και αδιάφορα (πλέον) συγκροτήματα προκειμένου να διατηρήσουν την όποια αίγλη τους, μεθοδεύουν τη συγκέντρωση όλων των υλικών, που κάποτε τα είχαν καταστήσει σημαίνοντα, δεν αφήνουν τίποτε από έξω, τα βάζουν όλα στο μίξερ της γεροντικής τους ανησυχίας και παραδίδουν κάτι το οποίο ενώ επί της ουσίας δεν διαφοροποιείται από τις χρυσές τους ημέρες, εν τούτοις είναι μία τρύπα στο νερό.
Στο εξής χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου δίσκου δεν θα αποτελεί το '1965' των Afghan Whigs, αλλά το 'The Blue Hour' των Suede.
Το τι πάει στραβά με κάτι τέτοιους δίσκους δεν θα το εντοπίσετε στα ακραιφνώς κακά (έως γελοία τραγούδια τους), όπως εν προκειμένω το εναρκτήριο 'As One', μία πομπώδης προσπάθεια του Brett Anderson να ακουστεί περισσότερο spiritual από τα παιδάκια που του λένε τα κάλαντα κάθε χρόνο, που αν μη τι άλλο περισσότερο από ενοχλητική, είναι ξεκαρδιστική. Στο αμέσως επόμενο 'Wastelands' είναι που ψυλλιάζεσαι αμέσως το κόλπο. Τυπικό-τυπικότατο τραγούδι Suede, με τα σωστά γυρίσματα στις κιθάρες με το ορθό μέτρο αγωνίας προς το ρεφρέν, με τις συνήθεις φράσεις-κλισέ, που σου χαρίζουν απλόχερα το νόημα της ζωής, μέχρι να καταλάβεις ότι με τσιτάτα ημερολογίου δεν την έβγαλε ποτέ κανείς καθαρή στη ζωή του, και όλα αυτά που ενώ είναι εκεί, στην πραγματικότητα δεν είναι. Και κάπως έτσι (και λίγο χειρότερα) κυλάει ο δίσκος μέχρι το τέλος.
Έχουμε περάσει ωραία σε παλιότερα χρόνια με την εξαιρετική αποτυχία του Brett Anderson να ηχογραφήσει και να κυκλοφορήσει εκτός Suede κάτι που να είναι άξιο όχι τυχόν ακρόασης, αλλά έστω και συμπάθειας.
Είναι σαφές ότι πρώτος ο ίδιος έχει κατανοήσει αυτή την ευχή και την κατάρα που για πάντα θα τον ακολουθάει, έχει γραπώσει το καλούπι των Suede και δεν αφήνεται να παρεκκλίνει ούτε εκατοστό. Θα έχει πάντοτε μαζί του τους και τις ultras του, θα πεθάνει και αυτός κάποτε και ως άλλος Ronnie James Dio θα μνημονεύεται κάθε τόσο σε μνημόσυνα και συνάξεις γεροντικού ροκ (ο Ozzy είναι ο Moz, βλέπετε) και γενικώς θα κάνει ό,τι μπορεί για να μας κάνει να ξεχάσουμε ότι κάποτε υπήρξε πολύ περισσότερο από αυτό που εξαρχής του απέδωσαν ως κατηγορία. Δηλαδή μία πολύ καλή ρέπλικα κάποιων πολύ σπουδαίων πραγμάτων. Μέχρι τότε όμως είναι καθώς φαίνεται καταδικασμένος να συνεχίζει ως μία πολύ κακή ρέπλικα του εαυτού του.
Θλιβερό μεν, πραγματικότητα δε. Αυτή είναι η θλιβερή πραγματικότητα περί της οποίας ακούμε τόσα χρόνια λοιπόν, αλλά δεν την βλέπουμε.
Υ.Γ.- Πάντως μπείτε στον κόπο και ακούστε το 'Chalk Circles' εκεί κάπου μετά το 1’:30’’.... είναι πραγματικά για γέλια.
Υ.Γ.2 - Η καλύτερη βαθμολογία θα ήταν εκείνο το περιβόητο ένα αστεράκι (*), που σου εντυπώνεται στο μυαλό με την μοναξιά του και την συμβολική έλλειψη από άλλα αστεράκια, αλλά στα καθ’ ημάς και αναγκαστικά....