The Glowing Man
Το Άσμα δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο. Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Σχεδόν γνώριζα από πριν τι επρόκειτο να ακούσω. Αυτό τις περισσότερες φορές (αν όχι πάντα) δεν είναι και πάρα πολύ κολακευτικό για ένα δίσκο, θα έλεγε κανείς με μια πρόχειρη ανάγνωση ότι ο δίσκος είναι αναμάσημα, η ιδέα του καλλιτέχνη γίνεται μανιέρα κλπ κλπ. Το θέμα είναι όμως ότι (όσο κι αν πολλοί υπερασπίζονται το αντίθετο για τους Swans εδώ και πολύ καιρό), δεν διαφαίνεται κάποια τάση για εύκολη επιτυχία ούτε και έλλειψη δημιουργικότητας. Ο Gira εδώ και έξι χρόνια περίπου, είχε έναν στόχο πολύ συγκεκριμένο ο οποίος ξεφεύγει από τις νόρμες της παρουσίασης της μουσικής και της δισκογραφίας. Τα τέσσερα τελευταία επίσημα άλμπουμ των Swans δεν είναι απλώς τέσσερα άλμπουμ. Είναι μέρη μιας τολμηρής και επίπονης διαδικασίας υλοποίησης ενός στόχου κάπως μεγαλύτερου από την έκδοση άλλου ενός δίσκου κάθε φορά. Ουσιαστικά πρόκειται για ΕΝΑ μνημειώδες έργο και όχι τέσσερα. Ο ίδιος δήλωσε ότι αυτό το ταξίδι κάπου εδώ τελειώνει και έτσι θα έχουμε την ευκαιρία και τώρα, αλλά σίγουρα και στο μέλλον να το αναλύσουμε και να το εξετάσουμε πιο ψύχραιμα και όχι με εύκολους χαρακτηρισμούς περί εμπορικότητας.
Ως συνήθως, έχουμε λοιπόν ένα δίωρο άλμπουμ όπου για άλλη μια φορά βλέπουμε να απλώνονται τα οχτώ του κομμάτια σε μεγάλες έως τεράστιες διάρκειες. Ομολογώ ότι προσπάθησα υπέρ του δέοντος να εξαντλήσω την αυστηρότητα μου. Να βρω λόγους να κουνήσω το δάχτυλο, να κάνω παρατηρήσεις, ακόμα και να μη μ' αρέσει ο δίσκος. Όμως όποιο πιθανό ψεγάδι κι αν επικαλεστεί κανείς για να δικαιολογήσει την όποια αρνητική στάση του, απλά θα πέσει στο κενό, γιατί τα τραγούδια αυτά δεν χαρακτηρίζονται από τις συνήθεις νομοτέλειες και προσταγές της δισκογραφίας. Είναι μεγάλα γιατί πρέπει να είναι. Γιατί δε θα μπορούσε αλλιώς. Και υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα. Δεν είναι κομμάτια μιας μουσικής "ελεύθερης" και "δημιουργικής", δεν είναι αυτοσχεδιασμοί όπου οι μεγάλες διάρκειες όχι μόνο δεν είναι σπάνιες αλλά σχεδόν επιβάλλονται... Πρόκειται για τραγούδια. Τραγούδια με αυστηρή δομή ίσως ούτε καν σύγχρονη. Απλώς ο Gira καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να γίνουν απολύτως λειτουργικά και να προκαλέσουν το αίσθημα που ο ίδιος θέλει να μεταδώσει, πρέπει να απλωθούν. Να μην αναλωθεί αυτή η ενέργεια σε τυποποιημένες διάρκειες στις οποίες πολλές φορές συμβαίνει σε διάφορους, μέσα στην απώλεια σιγουριάς για το στόχο τους και ίσως και για το γενικότερο τροπάρι τους, να κουτσουρεύουν τα πάντα, να τα κόβουν εύκολα και απότομα μην τυχόν και κουράσουν το κοινό τους το οποίο τυχαίνει συχνά να 'ναι και ανήμπορο να καταλάβει. Με λίγα λόγια ρίχνουν νερό στο κρασί τους, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε ξερά πράγματα, άψυχα, ατελή, ακόμα και φαιδρά. Όχι, ο Τζιρά ποτέ δεν χαρίζει κάστανα. Οδηγεί το σχήμα του στα άκρα που αποτελείται από ανθρώπους που ο ίδιος έχει διαλέξει σαν συνοδοιπόρους σε ένα επίπονο ταξίδι στο άγνωστο. Χωρίς φόβο, εκπέμποντας μια δύναμη πρωτόγνωρη και ένα αίσθημα ατόφιο, απροκάλυπτο και χωρίς αυτολογοκρισία.
Αλλά ας επιχειρήσουμε να δούμε τα πράγματα με μεγεθυντικό φακό. Στο πρώτο κομμάτι (που παίζει σχεδόν πάντα το ρόλο του μπασίματος στο κλίμα) διακρίνουμε μια ήπια μελωδικότητα. Η rhythm section δεν έχει συμπρωταγωνιστικό ρόλο, είναι η συνοδεία ενός υπέροχου πιανιστικού περάσματος το οποίο χτίζει τη μελωδία αργά και διακριτικά αλλά απολύτως λειτουργικά. Οι κιθάρες και αυτές δε σε πνίγουν στα βάρβαρα ριφ αλλά κατά κάποιο τρόπο αφήνουν να εκδηλωθεί ένας θρηνητικός στρόβιλος ο οποίος σιγά-σιγά οδηγεί στο γνωστό ριφ σήμα-κατατεθέν των Swans, χωρίς όμως υπερβολικές εξάρσεις όπως παλιότερα. Η εισαγωγή μας αφήνει μια υπόνοια (και σωστά κάνει) ότι η γενικότερη ατμόσφαιρα του άλμπουμ παράγεται από μια διάθεση μεγαλύτερης εσωστρέφειας εκ μέρους του συνθέτη, όχι όμως μιας ταραγμένης σκοτεινιάς αλλά μιας προσωπικής συνειδητοποίησης. Ο Gira δεν ακούγεται πια θυμωμένος, ακούγεται συμφιλιωμένος με τους δαίμονες του. Δεν τους νίκησε, τους αποδέχτηκε.
Ξέρω τι θα μου πείτε... Είναι αδόκιμος ο παραλληλισμός που θα κάνω και σε μεγάλο βαθμό θα έχετε δίκιο. Όμως ακούγοντας το δεύτερο κομμάτι, καλώς ή κακώς δεν μπόρεσα να μη θυμηθώ τον Miles Davis! Ναι, ναι εκείνα τα τεράστια (απ' όλες τις απόψεις) άλμπουμ που μας παρέδωσε στα 70s, όντας χωμένος μέχρι το λαιμό στον ηλεκτρισμό και με μια διάθεση να τα σαρώσει όλα. Να πάει εκεί που δεν πήγε κανείς. Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Gira άγγιξε αυτά τα ύψη (αν και δεν μπορούμε ακόμα να το γνωρίζουμε αυτό), απλώς διακρίνω κάποια κοινά χαρακτηριστικά όπως το ότι τα τεράστια κομμάτια μοιάζουν σαν να θέλουν να μην τελειώσουν ποτέ, περιέχοντας πολλαπλά επαναλαμβανόμενα μοτίβα τα οποία τρέχουν στο άπειρο. Απλώς οι Swans έχουν μια ροπή προς τη σκοτεινιά. Πάντα την είχαν. Κάπως σαν ο συγγραφέας H.P. Lovecraft να επιχειρεί να παίξει την χωρίς πυθμένα μουσική του Μiles...
Πάντα υπάρχουν κομμάτια γέφυρες στους δίσκους των Swans και τοποθετημένα πάντα στην πιο κατάλληλη θέση για να δώσουν ώθηση στα κυρίως θέματα. Κάτι που τα καθιστά απολύτως απαραίτητα. Έτσι το δεκατετράλεπτο τρίτο κομμάτι λειτουργεί ως βάθρο για το υπέροχο "People like us". Ένα άσμα το οποίο μας θυμίζει όπως ξεκινά, ολίγο τον Ry Cooder και τη θητεία του Gira στο φολκ με τους Angels of Light, το άλλο σχήμα του. Έτσι κι αλλιώς πουθενά δε χάνεται αυτή η αίσθηση μιας φολκ τραγουδοποιίας, ακόμη και στα πιο μεγάλα κομμάτια, ακόμη και στα πιο άγρια, ακόμη και στα πιο σκοτεινά, αφού επιχειρείται μια "ολοκλήρωση" του ήχου που έχει χτίσει ο Michael όλα αυτά τα χρόνια συνδυάζοντας το πρωτόγονο rock των Swans με την κάτωχρη μελωδικότητα των folk Αngels of Light. Μία φολκ την οποία έχει χωνέψει ακούγοντας ακατάπαυστα τους "αρχαίους" Αμερικανούς τροβαδούρους όπως ο Roscoe Holcomb. H σχεδόν τελετουργική αιχμηρή λαϊκότητα τους, έχει περάσει στο αίμα του Gira για τα καλά.
Κάπου εδώ φτάνουμε στο Frankie M. Δυσκολεύομαι λίγο να βρω τις κατάλληλες λέξεις γιατί ομολογουμένως μια συγκινησιακή φόρτιση θα με παρασύρει, το νιώθω. Το "Frankie M" είναι ένα από τα πιο ωραία πράγματα που έχει κάνει ο Michael Gira στην πάνω από τριάντα χρόνια μουσική πορεία του. Μάλλον έχουμε να κάνουμε με ένα τραγούδι-αφιέρωση σε κάποιο πολύ αγαπητό του πρόσωπο (κάτι τέτοιο λέει και ο ίδιος στην ιστοσελίδα της Young God Records). Ξεκινά με μια "βαριά" εισαγωγή, σχεδόν δεκάλεπτη, όπου ακούμε μια εφιαλτική χορωδία να χτίζει ένα ηχητικό τοίχος θλίψης σαν μονότονο μοιρολόι που οδηγεί σε μια πιθανή λύτρωση. Και όντως έρχεται αυτή η λύτρωση όταν μπαίνει το κυρίως θέμα. Ξεκινά ξαφνικά μετά από μια μικρή παύση μια απέραντα θλιμμένη αλλά απίστευτα γλυκιά και απόμακρη μελωδία από την κιθάρα, σαν θύμηση μιας χαμένης ευτυχισμένης στιγμής. Μετά απλώς παρασύρεσαι σε έναν συναισθηματικό ωκεανό, μια δίνη εκστατικής χαρμολύπης συνοδευόμενης από τη φωνή του Gira, τον διακριτικό οδοστρωτήρα της rhythm section, και πάλι τα δευτερεύοντα γυναικεία φωνητικά τα οποία θα μπορούσαν να παραλληλιστούν με μια ειρωνική χαρά του φευγαλέου πετάγματος μιας πεταλούδας. Όλα καταλήγουν για άλλη μια φορά σε ένα μανιασμένο ριφ, προτού επέλθει η κατάρρευση. 20 λεπτά σύνολο. Και 20 ώρες να ήταν δε θα με πείραζε καθόλου πραγματικά!
Στο επόμενο άσμα ακούμε τη σύζυγο του να τραγουδά και πληροφορούμαστε ότι έχει γραφτεί κιόλας για αυτήν.
Δεν ξέρω αν χρειάζεται να προστεθεί κάτι άλλο σε σχέση με το "Τhe glowing man", το κομμάτι που έχει δώσει το όνομα του σε ολόκληρο το άλμπουμ. Δε συναντούμε κάτι καινούριο, το γνώριμο πια trance ποδοβολητό που έχουμε συνηθίσει από τους Swans τα τελευταία χρόνια. Θέλω μόνο να ξαναϋπογραμμίσω ότι είναι πάρα πολύ υψηλής ποιότητας. Μια ξεκάθαρη απόδειξη ότι τα έργα τέχνης δεν είναι απαραίτητο να είναι πάντα πρωτότυπα ή να κουβαλούν πάντα μια καινούρια ιδέα. Μια σημαντική ιδέα στ' αλήθεια δεν εξαντλείται ποτέ, πάντα βρίσκεται μια διέξοδος προς την ποιητική ικανοποίηση όταν την επεξεργάζεται κανείς ξανά και ξανά, με κόπο μέχρι να λιώσουν τα χέρια του και να γίνει μεστή και χωρίς πολλές αιχμές όπως είναι τελικά το σύνολο αυτού του άλμπουμ. Το τελευταίο κομμάτι είναι ένα αντίο. Ευτυχώς θα συνεχίσει ο Gira να μας προσφέρει τη μουσική του στο μέλλον αλλά όχι με αυτή τη μορφή. Πιθανώς με άλλους συνεργάτες. Ίσως με ένα άλλο κόνσεπτ; Θα δείξει. Τούτο πάντως ολοκληρώθηκε. Το "My father will guide me up a rope to the sky" ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα. Το "The seer" ήταν το κυρίως θέμα. Το "Το be kind" ήταν τα απόνερα του τσουνάμι και το "The glowing man" είναι το ΚΥΚΝΕΙΟ άσμα. Over and out.