The Power of the Heart (A Tribute to Lou Reed)
O δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με... διασκευές. Ενίοτε παρά τις καλές προθέσεις. Του Στυλιανού Τζιρίτα
Την χρειαζόμασταν αυτή τη συλλογή διασκευών τραγουδιών; Όχι, αλλά οι δημιουργοί της είχαν άλλη γνώμη όπως είναι φανερό. Χρειαζόμασταν αυτή τη φωτογραφία για εξώφυλλο; Προφανώς όχι και πάλι, αλλά έπρεπε κατά πως φαίνεται να μπει κάτι που να υποστηρίζει τον τίτλο.
Ο παραγωγός του δίσκου είναι ο Bill Bentley, συνεργάτης επί σειρά ετών του Reed, και στα συν του πρέπει να προσμετρήσουμε ότι διαχειρίστηκε την παραγωγή με τρόπο ο οποίος συνάδει με το προφίλ του κάθε καλλιτέχνη που συμμετέχει, και όχι με ένα ενιαίο στυλ που θα ήθελε να επιβάλλει. Τα πράγματα ανά καλλιτέχνη και τραγούδι έχουν ως εξής:
Η Ricky Lee Jones είναι υπερβολική στη φωνητική της προσέγγιση όταν έρχεται η ώρα του ρεφραίν του ‘Walk on the Wild Side’, ενώ από την άλλη για τους Afghan Whigs που τρέφεις ελπίδες εκ της συμβάσεως ότι θα πάει κάπου δημιουργικά η αναζήτηση γύρω από το ‘I Love You, Suzanne’, όταν τελειώνει το ηχογράφημα δεν είσαι ακριβώς σίγουρος για το πρόσημο του αποτελέσματος. Παραμένεις μάλλον στο ότι ήταν μία ωραία έκπληξη η συμμετοχή αυτή καθαυτή. Η Mary Gauthier μετέτρεψε σχεδόν επιτυχημένα σε αστικό country το ‘Coney Island Baby’, τελικά της βγάζεις το στέτσον διότι τόλμησε.
Χωρίς καμμία αμφιβολία, ακόμα και από την πρώτη ακρόαση του δίσκου, γίνεται αντιληπτό ότι η Lucinda Williams είναι η κορυφή του δίσκου στη διασκευή της στο ‘Legendary Hearts’. Στιβαρή και με απόλυτη αίσθηση του τι τραγουδάει αλλά και σε τι θέλει να μετατραπεί η αρχική σύνθεση, παραδίδει μαθήματα ερμηνείας.
Οι Automatic δεν είναι καθόλου κακοί, ωστόσο αν η ρυθμολογία δεν ήταν τόσο ψηλά στη μίξη του ‘New Sensations’ θα ήταν ακόμα καλύτερα.
Η Rosanna Cash αναντίρρητα έκανε δικό της το ‘Magician’ (σε μία παραγωγή που θα μπορούσε να υπογράψει ο Lee Hazlewood) με μια υποβλητική ερμηνεία, ενώ αντιθέτως ο Brogan Bentley είναι φανερό ότι έδωσε στους στίχους του ‘Power of the Heart’ μεγαλύτερη βάση από την ίδια τη μουσική, προβαίνοντας σε μία υπερβολική ερμηνεία η οποία ξενίζει.
Ο Keith Richards καθάρισε με μία τίμια διασκευή όπου οι καλοί μουσικοί του έβαλαν το ταμπούρο ως μετρονόμο και όχι την κιθάρα όπως το αυθεντικό ‘Waiting for the Man’ και εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος για πoιο λόγο χρησιμοποιήθηκε αυτός (και λόγω ονόματος αλλά και αποτελέσματος) για προπομπός δημοσιότητας του δίσκου τον τελευταίο μήνα πριν από την έκδοση του.
Το ντουέτο Maxim Ludwig/Angel Olsen έχουν μία εντελώς 90s προσέγγιση με μικρόφωνο που οι αποστάσεις στοματικής κοιλότητας είναι τύπου Simply Red και το βάθος χώρου είναι Simple Minds, περίεργη και όχι απόλυτα αντιληπτή από τον ακροατή η κατάθεσή τους για το ‘I Can’t Stand It’.
Στον Rufus Wainwright πρέπει κάποιος να του πει ότι αυτό το θεατράλε δεν λειτουργεί πια, έχει ξεπεράσει την ανοχή που μπορεί να δώσει ο ακροατής στη μανιέρα. Είναι απίστευτα κακό το ‘Perfect Day’ του.
Με την Joan Jett δεν μπορείς να θυμώσεις ακόμα και αν κάνει κάτι εντελώς προβλέψιμο. Κάνει rock’n’roll πιστό και στη φλέβα που γέννησε το πρωτότυπο ‘I’m So Free’. Τα ρυθμικά παλαμάκια όπως πάντα παρόντα στις ηχογραφήσεις της (και καλά κάνει).
Στην περίπτωση Bobby Rush η προσέγγιση είναι σίγουρο ότι θα ενθουσίαζε τον ίδιο το δημιουργό του τραγουδιού διότι το ‘Sally Can’t Dance’ είναι τραγούδι αλανιάρικο μέσα στην υφέρπουσα pop του. Τραγανιάρικα φωνητικά με χαμηλές συχνότητες, soul γεννημένη σε βιωματικές συνθήκες, μια χαρά δηλαδή.
Μπορεί λοιπόν οι άνθρωποι που απαντήσαμε παραπάνω να θέλανε να μεταδώσουν αγάπη μέσω των συνθέσεων του Reed, όμως αν καιείναι φανερή η αγάπη τους για τον συνθέτη, φρονώ ότι μας σέρβιραν σε πολλές περιπτώσεις μια χλιαρή σούπα.
Και παρεμπιπτόντως… Γιατί δεν έδωσε κάποιος στον Merzbow να κάνει μία διασκευή στο ‘Metal Machine Music’ να ανέβει δύο σκαλιά αμέσως η συλλογή, έστω και σε επίπεδο σαρκασμού; Και εν τέλει, αν πρέπει να έχουμε οπωσδήποτε μία συλλογή με διασκευές σχετικά με Lou Reed έχουμε και το ‘After Hours: A Tribute to the Music of Lou Reed’ του 2003, που τις είχε ακούσει και ο μακαρίτης και ως εκ τούτου έχουν μία διαφορετική αξία. Διότι είναι σίγουρο ότι στην surf διασκευή-μεταγραφή του ‘All Tomorrow's Parties’ σε ‘All Tomorrow's (Beach) Parties’ από τους Special Agents θα γέλασε, χώρια που ήταν πολύ πιο τίμια προσέγγιση χωρίς βαρύτιμες σπονδές τύπου Wainwright.