Wilderness of Mirrors
H συνέχεια μιας πορείας που δεν κόβει την επικοινωνία με τις ρίζες. Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Μπορεί να έχει προ πολλού ξεμπερδέψει με τις Οδηγίες για να Δεις Ένα Φάντασμα και Το Τραγούδι του Θανάτου, αλλά κάπου όχι και τόσο βαθιά μέσα του το κουιντέτο από το Austin του Texas μοιάζει να θέλει να αποδείξει ότι εξακολουθεί να εμπνέεται από τη ρήση του Edvard Munch, που είχε συμπεριλάβει στις σημειώσεις του ντεμπούτου “Passover”: "Η αρρώστια, η παράνοια και ο θάνατος είναι οι μαύροι άγγελοι που με φύλαγαν πάνω από την κούνια μου και με συνόδευαν σε ολόκληρη τη ζωή μου».
Καλώς ήρθατε, λοιπόν, και πάλι στο μουσικό σύμπαν των The Black Angels. Περάστε. Δε χρειάζεται να φοράτε πουκάμισο με χοντρή ρίγα για να σας επιτραπεί η είσοδος. Καθίστε. Όχι, εκεί, λίγο πιο πίσω. Μπροστά οι θέσεις είναι κρατημένες για τους 13th Floor Elevators και τους Velvet Underground. Μην ξαφνιαστείτε αν έρθουν…
Ναι, ακόμα και στο έκτο άλμπουμ τους “Wilderness of Mirrors” οι The Black Angels παίζουν (μοντέρνο) psych-rock. Καμία έκπληξη ως εδώ. Τώρα, αν μου κάνετε την περιπαικτική ερώτηση, αν το “psych” βγαίνει από την ψυχεδέλεια ή από την ψύχωση που έχουν με τους Velvets, δε θα το σκεφτώ πολύ πριν σας απαντήσω. Με το όνομά τους παρμένο από το τραγούδι τους "The Black Angel's Death Song" και με λογότυπο μια επεξεργασμένη εικόνα της Nico, μάλλον η απάντηση δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει και τα δύο.
Κι αν πλέον μοιάζει δεδομένο το ότι η μπάντα περιδιαβαίνει οικεία πατροπαράδοτα psychedelic rock μονοπάτια, αυτό δε σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι αυτό είναι αναπόφευκτο. Ποια μεγαλύτερη απόδειξη από το “Wilderness of Mirrors”, που ακούγεται «πιστό», αλλά ταυτόχρονα «διαφορετικό». Ίσως είναι μάταιο (και, ιδιαίτερα στην τέχνη, μάλλον αντιδεοντολογικό) να προσπαθήσει κάποιος να εικάσει τους λόγους που συνέτρεξαν για να διαμορφωθεί ένα αποτέλεσμα. Αν όμως ανήκετε σε αυτούς που τους αρέσει να βάζουν τα πράγματα σε κουτάκια, δε θα ήταν καθόλου άστοχο να παρατηρούσατε ότι στην προκειμένη περίπτωση δε μοιάζει καθόλου αμέτοχη σε αυτό η κυκλοφορία του πρώτου προσωπικού άλμπουμ του Alex Maas με τίτλο “Luca”, όπως και η ευρύτερη ήδη από προγενέστερο χρόνο εκφρασμένη «αγωνία» του συγκροτήματος να βρει νέους τρόπους για να υλοποιήσει την έμπνευσή του.
Στο νέο τους δίσκο, αν προσπαθήσουμε να απομονώσουμε τα διαφορετικά στοιχεία, είναι πολύ πιθανό να μην τα καταφέρουμε. Όχι επειδή είναι αδύνατο να εντοπιστούν, αλλά διότι, αν και διακριτά, ακούγονται τόσο διακριτικά, ώστε να μη «δικαιολογούν» την ένταξή τους σε μια μουσική ετικέτα, αλλά να αφομοιώνονται με πολύ φυσιολογικό τρόπο στην ψυχεδελική ομπρέλα του ήχου της μπάντας. Αν θέλαμε να εκφραστούμε με περισσότερη ευελιξία και σιγουριά, θα λέγαμε πως εδώ οι The Black Angels ακούγονται neo-psych ή neo-garage. Πιστεύω όμως ότι θα ήταν ακριβέστερο να πούμε ότι, παρά τις φαζαρισμένες κιθάρες και τα παλιομοδίτικα πλήκτρα, κρατούν περισσότερες αποστάσεις από τον κλασικό ψυχεδελικό ήχο ή, τουλάχιστον, αυτόν που μας είχαν συνηθίσει μέχρι το “Phosphene Dream”.
Η ευθεία διασύνδεση με τις ρίζες δεν είναι μόνο θεωρητική, αλλά και πρακτική. Πάρτε ως παράδειγμα το “The River”, στους στίχους του οποίου περιλαμβάνονται με τα μικρά τους ονόματα οι Roky Erickson, Arthur Lee, Syd Barrett και (έκπληξη!) όλοι οι Velvet Underground, για να ακολουθήσει το: “You must die young / You must die to be reborn”. Υπάρχουν κι άλλα πολύ καλά τραγούδια, όπως το εξαιρετικό “Empires Falling”, το επιβλητικό “History of the Future”, αλλά και το εισαγωγικό “Without a Trace”, που μας βάζει με τον καλύτερο τρόπο στο κλίμα. Όπως είναι φυσικό, υπάρχουν στιγμές που δεν είναι το ίδιο αξιόλογες, οι περισσότερες από τις οποίες θα λέγαμε πως βρίσκονται στην άτυπη δεύτερη πλευρά του “Wilderness of Mirrors”.
Άξιζε, λοιπόν, η πενταετής προσμονή; Φυσικά, και μάλιστα έφερε απρόσμενα και ένα φωτεινό μήνυμα: “Blinded by the sun above / End the hate and start this love”.