…Αnd Οut of the Void Came Love
Επιστροφή μετά από επτά χρόνια, μια πανδημία, ένα σπασμένο κόκκαλο, μια γέννηση και έναν προσωπικό δίσκο. Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Οι The Veils είναι αναμφισβήτητα αναχρονιστικοί. Έχουν εκείνη την παλιά στόφα των τραγουδοποιών που η μουσική τους έχει ισότιμη βαρύτητα με τους στίχους τους. Που οι νότες ντύνουν ποίηση ή αντιστρόφως, που η ποίηση υπαγορεύει τις νότες. Που δε φοβούνται να εκτεθούν, όχι διατρανώνοντας -ως συνήθως- κάποια στρατευμένα σε υποτίθεται καλό σκοπό πιστεύω τους, αλλά μιλώντας με φόβο και στοργή για την αγάπη. Εσχάτως μάλιστα και σε πείσμα των καιρών, προσεγγίζοντάς την με ελπίδα.
Είναι άραγε το ζητούμενο να ανακαλύψει κάποιος τι θέλει να πει ο ποιητής ή ο στιχουργός; Προφανώς, η μόνη περίπτωση να απαντηθεί καταφατικά αυτή η ερώτηση αφορά ανθρώπους που προσεγγίζουν την τέχνη με κάθε λογής προαπαιτούμενα. Αυτό που πράγματι έχει σημασία είναι το πού σε πάει ένας στίχος, αφού, εκ των πραγμάτων ακόμα και για τους ακραιφνείς του δόγματος «η τέχνη για την τέχνη», η δεύτερη αναφορά στη λέξη αυτή αναπόδραστα αφορά πρόσωπα - αποδέκτες. Ως ένα από αυτά, μπορώ να πω ότι από τον συνδυασμό των στίχων και της μουσικής των The Veils μεταφέρομαι μεμιάς σε εικόνες και συναισθήματα πλασμένα από τον Κώστα Καρυωτάκη και τον Francis Vielé-Griffin. Σε φθαρμένα από το χρόνο ακόμα ανεξερεύνητα μονοπάτια, που υποτίθεται πώς οδηγούν στο αμήχανον κάλλος, αλλά όμορφα χάνονται στην αγωνία του να μην καταλήξει ο έρωτας ερημωτικός.
“And I'm going deep / In thе great undertow… And all it takes / Is all my love” τραγουδά με την πολυδιάστατη φωνή του ο Finn Andrews και μας παρασύρει στα υπόγεια ρεύματα της καρδιάς του, μόνο που αυτή τη φορά εκεί κάτω το σκοτάδι σκίζεται από τις φωτεινές ακτίνες που φέρνει η γέννηση της κόρης του. Τι γίνεται όμως και πάλι, αφού “And all it takes / Is all my love”; Αυτό δε θα το πω εγώ. Καλύτερα να το πει ο ίδιος σε όσους ενδιαφέρονται. Βλέπετε, η δική μου προσέγγιση στον Καρυωτάκη και τον Vielé-Griffin ήταν ανέκαθεν πλημμυρισμένη από φως, οπότε σίγουρα δεν είμαι ο καταλληλότερος να μιλήσω γι΄ αυτό. Άλλωστε, η πρόσληψη της κάθε μορφής τέχνης είναι υπόθεση καθαρά προσωπική.
Χρειάστηκε να περάσουν επτά χρόνια, για να μπορέσει η «Αγάπη να Βγει Μέσα από το Κενό». Ένα κενό που στην προκειμένη περίπτωση χτίστηκε βίαια και ύπουλα. Μετά το “Total Depravity” που συνέχισε την παράδοση των σύμφωνων με τις επιταγές του αξεπέραστου “The Runaway Found” δίσκων, το Μάρτιο του 2019 κυκλοφόρησε το προσωπικό άλμπουμ του Finn “One Piece at a Time” υποστηριζόμενο από παγκόσμια περιοδεία. Σε μια από τις εμφανίσεις τους ο Finn παίζοντας παθιασμένα πιάνο έσπασε τον καρπό του, αλλά δεν έκανε πίσω ολοκληρώνοντας την περιοδεία και παράλληλα αποκομίζοντας ένα διαλυμένο σκαφοειδές οστό, που τον κράτησε μακριά από το πιάνο για πολύ καιρό. Ύστερα ήρθαν οι περιορισμοί της πανδημίας, η επίμονη αναζήτηση δισκογραφικής εταιρείας και η γέννηση της κόρης του, με τα τραγούδια να σωρεύονται περιμένοντας να διηγηθούν νέες εμπειρίες. Τότε ο παραγωγός Tom Healy (The Chills, Tiny Ruins) προσκάλεσε τον Finn στο στούντιό του, για να επιλέξουν και να δουλέψουν από κοινού πάνω σε μερικά από αυτά, που τελικά αποτέλεσαν το περιεχόμενο του διπλού “…Αnd Οut of the Void Came Love”. Εκτός του Andrews στο δίσκο συμμετέχουν οι Victoria Kelly (έγχορδα), Cass Basil (μπάσο), Dan Raishbrook (κιθάρες), Liam Gerrard (πιάνο), Joseph McCallum (ντραμς), καθώς και οι NZTrio και Smoke Fairies.
Για να είμαι ειλικρινής, για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω, δε γίνεται να πω πολλά για ένα άλμπουμ των The Veils ή του Finn Andrews. Ειδικότερα όμως για το “…Αnd Οut of the Void Came Love”, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι δεν έχει τα ξεσπάσματα που είχαν τα προηγούμενα, χωρίς όμως να είναι το ίδιο ήπια εξομολογητικό όπως το προσωπικό του. Πιστεύω πως απλά, ως συνήθως, είναι ξεχειλισμένο από συναισθήματα, μόνο που εδώ η έλευση μιας ζωής έκοψε την αγωνία, γλυκαίνοντας τα φωνητικά και δίνοντας τη σημασία που αρμόζει στις σιωπές ανάμεσα στα λόγια. Εκεί άλλωστε δεν κρύβεται και το μεγαλείο της ποίησης; Στις σιωπές και στα κενά που σκόπιμα μένουν ως τέτοια για να συμπληρωθούν από τους αποδέκτες της;
Εκτός όμως από τους στίχους, υπάρχουν και οι μουσικές που τους ντύνουν, με πρώτη και καλύτερη εκείνη της φωνής του Finn. Κι εδώ η παλέτα είναι γεμάτη χρώματα. Στα “Diamonds and Coal”, “Time” και στο υπέροχο “I’ve Been Waiting” η ποίηση έχει την αξεπέραστη και φορτισμένα λιτή εκφορά των In the Nursery και του Martyn Bates. Το καταπληκτικό “Undertow” μοιάζει να έρχεται από την καρδιά των ‘80s, έχοντας την αυτοπεποίθηση των παλιών καλών ημερών των Simple Minds. Το πνεύμα του Johnny Cash συναντά την αφαιρετική εκφραστικότητα του Nick Cave στα “Made From Love With Far to Go”, “The Pearl (Part II)”, “No Limit of Stars”, ενώ στο “Epoch” οι Colourbox παλεύουν με τους Starsailor. Υπάρχουν λάτιν κιθάρες, η οπτική των Calexico στο “The Day I Meet My Murderer”, αλλά και των 16 Horsepower στο “Bullfighter (Hand of God)”, όπως κι ένας φόρος τιμής στον πατέρα του, Barry Andrews, μέσω της διασκευής του τραγουδιού “Cradle Song” των Shriekback όπου εκείνος παίζει.
Καλά όλα αυτά, λες. Μόνο απροετοίμαστοι δε μπορούμε να πούμε ότι ήμασταν. Κι όμως, πάλι ήρθε ένας μεγάλος αιφνιδιασμός. Επιτρέψτε μου, παραφράζοντας τον ποιητή, να «παραπονεθώ» πως μόνο αυτό το “Someday My Love Will Come” δε θα ‘πρεπε γλυκό έτσι τώρα να ακούγεται, σα να μου γελάει.