Practical Electronics
H μεγάλη των Coil σχολή εξακολουθεί να βγάζει μαθητές και το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε παρά να είναι λίαν ιδιαίτερο. Ενώ δε στον δίσκο μια Helen is screaming, στο MIC μια άλλη Helen is writing. Της Ελένης Φουντή
Ζω σε ένα Coil-less σύμπαν. Τι να γίνει, δεν έτυχε να πολυακούσω, τι να προλάβω κι εγώ με δυο αυτιά! Εντάξει, αρκετούς δίσκους τους, π.χ. το εξαιρετικό “Horse Rotorvator” (1986), τους έχω τιμήσει κατά καιρούς, αλλά δεν συνιστά γνώση αυτό.
Όμως, δεν γινόταν να αντισταθώ στο “πρακτικής φύσης” (καλά, άστα αυτά Tim) πόνημα του τέως μέλους των Coil, Thighpaulsandra, κατά κόσμον Timothy Lewis. Καταρχάς, γιατί αυτός πρόπερσι συμμετείχε στους UUUU, που με τον ομώνυμο motorik, free (και φρικ) jazz, noise rock δίσκο τους μου τρύπησαν τον εγκέφαλο. Κατά δεύτερον, γιατί παράλληλα έβγαλε δύο εξαιρετικά συνεργατικά άλμπουμ με τον Massimo Pupillo, υπό το σχήμα URUK. Εκ τρίτου, γιατί δισκογραφεί στην Editions Mego, που είναι ένα από τα αγαπημένα μου labels, την παρακολουθώ χρόνια και δεν βγάζει απλώς καλούς δίσκους στο χώρο της ηλεκτροακουστικής. ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ μουσικές, μακριά από το απάγκιο της νιοστής ambient minimal, ή noise ρέπλικας που απαντάται αλλού.
Και ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι τόσο ισχυρό όσο η αξία της ίδιας της μουσικής του δίσκου. Τελικά νομίζω πως η αληθινή γοητεία του Lewis έγκειται στη γνήσια, ανεπιτήδευτη εκκεντρικότητά του, που ίσως δεν αναδεικνύεται όσο της αξίζει μέσα από συνεργατικά σχήματα. Εδώ, μετά από αρκετές δημιουργικές βόλτες από το ατονάλ στο industrial και από το drone στο pop φάσμα, επιστρέφει με τον όγδοο δίσκο του με σαφέστερη πολιτική γραμμή: Απλότης κυρίες και κύριοι! Electronics και φωνή. Κάτι το οποίο, δεδομένου ότι μιλάμε για μουσικό έργο και όχι για αντίδοτο στην αϋπνία, είναι πανδύσκολο και το πετυχαίνει πανηγυρικά. Απλότης ναι, απλοϊκότης ποτέ.
Το “Practical Electronics” περιλαμβάνει τέσσερα κομμάτια των 10 - 13 λεπτών, με έμφαση στα φωνητικά, που ακολουθούν μία ιδιόμορφη τραγουδιστική φιλοσοφία, καθώς καθόλη τη διάρκειά του, ο δίσκος δίνει την αίσθηση του γνώριμου και απρόσιτου ταυτόχρονα.
Το πρώτο κομμάτι, “Brown Pillows”, ανοίγει ένα παράθυρο στο υπεργαλαξιακό ψυχεδελικό παραμύθι, όπου θα τον βρεις “συνθλιμμένο κάτω από τη μαύρη σκιά της ξεθωριασμένης αναπνοής” με ρέοντες στίχους, πυκνά synths, παράξενα electronics που προμηνύουν διαταραχές στη συμπαντική ισορροπία. Εν μέσω drones και κιθαριστικών riffs, ο κόσμος βυθίζεται πια στον απόλυτο παραλογισμό, καθώς οι πάπιες χάνονται στην άβυσσο αφήνοντας μόνο το ίχνος τους (δεν αποτρελάθηκα· τέτοια λέει). “The trail left by ducks into the abyss” είναι η αφήγηση που φεύγει. Το κομμάτι ξεσπάει σε χείμαρρο θορύβου με εξαγριωμένες φωνές, αλλόκοτα κρουστά, συναγερμούς και industrial σκονισμένα χρώματα. Και ωστόσο η τραγουδοποιία υπάρχει ακόμα, σαν υποδόριος ιστός που συγκρατεί τη φόρμα και στρέφει το οικοδόμημα σε προσανατολισμό κατά βάση pop.
Το “Hamza” προτείνει κατευθείαν ένα επιθετικογενές σχήμα, ας πούμε την κλασική 2-3-5 πυραμίδα των Άγγλων. “From the depths, we take the sunlit corridor to the edge of consciousness” με goth rock - electro πρόθεση και ή θα βάλουμε 5 γκολ ή θα φάμε 10. Hamza! (ένα από τα τρία φωνήεντα του αραβικού αλφαβήτου). Striker έχουμε, funky διάθεση έχουμε, κατάμαυρο χιούμορ από τα ανεμοδαρμένα Βουνά της Τρέλας τσεκ και αν στραβώσει κάτι, θα βγάλουμε τον άσο από το μανίκι. Τους παραμορφωμένους στίχους, που δεν ξέρω αν είναι σκόπιμα δυσνόητοι ή οφείλονται σε δικό μου ακουστικό περιορισμό, αλλά δεν με νοιάζει κιόλας, γιατί το αποτέλεσμα με έχει βολέψει τέλεια. Εγώ ακούω τη φωνή του τρελού επιστήμονα που κυνηγάει το ανυποψίαστο θύμα του εξωφύλλου (Σε λίγο θα τον βάλει κάτω στην κονσόλα και θα τον απειλεί με καλώδια και βύσματα, αλλά προς το παρόν τρέχουμε). Το κομμάτι είναι η πιο έξυπνη electro pop εκδοχή του experimental που έχω ακούσει εδώ και καιρό.. Ωχ έρχεται προς τα εδώ και κρατάει και έναν δοκιμαστικό σωλήνα με ένα ροζ (σαν της τσιχλόφουσκας) υγρό με μπουρμπουλήθρες. Ξανατρέχουμε.
“Helen Is Screaming”, όνομα και πράγμα αυτό που ακολουθεί. Η συνονόματη, εκεί που ασχολείται με το νοικοκυριό στην κουζίνα, τρώει ένα φλας στο κεφάλι και καρφώνεται στον τοίχο από ένα τεράστιο κομμάτι φελιζόλ, αφρού, θα σας γελάσω. Πάντως “her lip contorted into a Billy Idol snarl” και το μυαλό μου πετάει στους καρτουνίστικους κεραυνούς, τις ακτίνες λέιζερ και το θεατράλε βλέμμα του ημιπαράφρονα Max Von Sydow στο “Flash Gordon” (1980). Η φάση είναι avant jazzy electronics με drones και sound effects που θα ζήλευαν και οι Radiophonic Workshop του BBC. Τι συμβαίνει στη Helen δεν μας λέει φυσικά. (Εγώ νομίζω πως την απήγαγε το φάντασμα του Ξενάκη).
Το “The Goat Owl” πάει να μας καλοπιάσει με θερεμίνη, αλλά ο ρυθμός ανεβαίνει και αρχίζουν να μας κυνηγάνε σούπερ ογκώδη eletro synths, οπότε άντε πάλι τρέξιμο. Επίσης ο Tim ακούγεται λίγο θυμωμένος, ας μην το ρισκάρουμε. “They said I needed to make changes beyond some box-ticking exercise”. Ο Doctor White φταίει. Παίζει με το μυαλό του. “In my head I can hear them singing”. Βουαλά και το mind gaming. ..Όπα, τώρα το κομμάτι γίνεται φανκ, αλλά μιλάμε για groove που περιμένεις να ακούσεις στο (αμφιλεγόμενο) “Man-Child” (1975) του Herbie Hancock, όχι σε δίσκο της Mego. Το κλίμα αλλάζει συνεχώς, όλα λιώνουν γλυκά, καθώς ένας ολόκληρος κόσμος χάνεται, κι αυτό που φαίνεται στο βάθος δεν ξέρω αν είναι όραμα ή εφιάλτης.
Ο δίσκος τελειώνει, δεν έχω καταλάβει ακόμα τι avant-pop ισοπεδωτής με χτύπησε. Τόσες μέρες, τόσες ακροάσεις, τόσες πάπιες που αφήνουν το ίχνος τους καθώς χάνονται στην άβυσσο, τόσο σοκ και δέος ρε παιδί μου.