Πόσο δύσκολο είναι όταν γράφεις για έναν δίσκο να υιοθετείς μια νηφάλια και αποστασιοποιημένη προσέγγιση, αφήνοντας στην άκρη τις προσωπικές σου θετικές ή αρνητικές προκαταλήψεις και να αντιμετωπίζεις τον όποιο δίσκο σαν έναν αποκλειστικά και μόνο μουσικό έργο! Πιστεύω βέβαια ότι μια τέτοια στάση όχι μόνο είναι αδύνατη αλλά και χάνει το νόημα... Ας το αποπειραθούμε όμως για την περίπτωση αυτή... Και ας ξεχάσουμε προς στιγμήν ότι οι Tokio Hotel είναι 19χρονα γερμανόπουλα, ότι αναδείχθηκαν ως αποτυχημένοι σε talent show, ότι μετά τους ανέλαβαν οι ....ειδικοί της Sony-BMG και τους δίδαξαν να γράφουν μουσική και στίχους σύμφωνα με τα εμπορικά τους πρότυπα, ότι στη συνέχεια τους τσίμπησε η Universal όπου και καταστρώθηκε ειδικό πλάνο πωλήσεων (!). Ας αγνοήσουμε και τον ωραιοπαθή τραγουδιστή-μαγνήτη για βρακάκια και σουτιενάκια... Και κυρίως ας ξεχάσουμε τις ντόπιες ελληνικές προσλαμβάνουσες του φαινομένου... Ας σβήσουμε τις εικόνες αφασικών εφήβων στα σκαλάκια του Συντάγματος, ας διαγράψουμε τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ που μυρίστηκαν νεανικό αίμα και σπέρμα και έσπευσαν να προβάλλουν τους …emo και τους trendy (οι emo δηλαδή δεν είναι ...trendy;) είτε με ηθικολογική στάση προτεταμένου δακτύλου είτε με λαζοπούλεια διάθεση «νεολαιο-βοσκού»... Αλλά ας κρατήσουμε τρία πράγματα: ότι το φαινόμενο emo-trendy δεν αφορά παρά μια ελάχιστη μειοψηφία των εφήβων από τις καλοζωισμένες συνοικίες των αστικών κέντρων, και ότι δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση με τη μουσική, αλλά περισσότερο με τρίχες, ρούχα και ακριβές λακ... Και ότι το «Durch den Monsun» (στην γερμανόφωνη εκδοχή ασφαλώς, η αγγλική είναι πια λειασμένη από τα χέρια παραγωγών «που ξέρουν» και έχει χάσει τον αρχικό εφηβικό αυθορμητισμό του κομματιού –μαζί με την φωνή του μεγαλωμένου πια τραγουδιστή) είναι ένα πραγματικό ωραίο (να το πούμε σοφτ ροκ;) κομμάτι με μια εξαιρετική μελωδική γραμμή.
Ας βάλουμε λοιπόν τώρα τον νέο δίσκο να παίξει... Πρώτη χεριά στην κιθάρα... Placebo στο μεταίχμιο της αντιγραφής! Φωνητικά επιτηδευμένα που ακολουθούν ευλαβικά όλα τα στερεότυπα επαγγελματικά τερτίπια και τους δοκιμασμένους τρόπους που διδάσκονται στα τηλεοπτικά θερμοκήπια για να εκφράσουν το «συναίσθημα», και που τελικά συγχέουν το πάθος με την πόζα! Κοινότυπα καχεκτικής έμπνευσης ριφάκια που θυμίζουν τους πρώτους διδάξαντες τον κακό δρόμο Him ή τους πιστούς ακόλουθους Evanescence. Οι δε στίχοι είναι επιεικώς αστείοι και αφελείς, πραγματεύονται υποτίθεται «σκοτεινά» θέματα, με τον θάνατο να μπλέκεται με χαρακτηριστική νεανική υπεροψία με ερωτικές απογοητεύσεις, αλλά με έναν τέτοιο υπερβολικό μελοδραματισμό και επίδειξη ώστε το όλο άκουσμα να ακούγεται ψεύτικο και πλαστικό όσο ένα χάμπουργκερ ταχυφαγείου. Ειδικά το «Spring nicht» τα συνδυάζει όλα αυτά σε ένα πλαίσιο παραδοσιακής ροκ μελούρας όπου ο τραγουδιστής παρακαλάει την αγαπημένη του «να μην πηδήξει», και είναι σχεδόν ξεκαρδιστικό (ας μην κάνω καμία φτηνή αναγωγή στην ελληνική επικαιρότητα!). Η δε παραγωγή είναι γυαλισμένη και προσεκτικά φινιρισμένη σε αξιοθαύμαστο βαθμό. Αναμενόμενο βέβαια αυτό, καθώς μιλάμε για έναν δίσκο που έχει στηθεί κυνικά πάνω στην επιτυχία και στοχεύει ξεκάθαρα στο εμπορικό ξεζούμισμα του φαινομένου (ο ίδιος μάλιστα δίσκος κυκλοφορεί και στα αγγλικά αλλά και σε live!). Ο ντενεκές με τις λεμονόκουπες περιμένει αμείλικτος... Η μόδα είναι σκληρή, και αποβάλλει γρήγορα τους «μοντέρνους» αναζητώντας νέο κρέας για τις τηλεοπτικές μάζες, αφήνοντας τους να παλεύουν με την κατάθλιψη από την απώλεια της τόσο πρόωρης διασημότητας.
Όσον αφορά δε το emo…Οι Tokio Hotel έχουν τόση σχέση με το emo-punk αλλά και το punk γενικότερα, όση ο φάντης με το ρετσινόλαδο και η ....αξιοκρατία με το ελληνικό δημόσιο. Μουσικά έχουν περισσότερο σχέση με το γλυκανάλατο «hair hard rock» των Bon Jovi. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με μια αισχρή κατάχρηση του όρο «emo», ο οποίος θυμίζω είχε αρχικά χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει punk μπάντες των οποίων οι στίχοι ξέφευγαν από το πρότυπο του «γαμώ την κοινωνία σας». Έναν όρο πάντως που ελάχιστες από αυτές τις μπάντες είχαν αποδεχτεί (ο Guy Picciotto των Fugazi τον είχε χαρακτηρίσει απλά «ηλίθιο»). Όσο δε για το περίφημο punk attitude… Το punk κάποτε γεννιόταν και γράφονταν στους δρόμους και όχι στα ...κομμωτήρια και στα εργαστήρια των πολυεθνικών... Και δεν προωθούνταν σε τιγκαρισμένες προθήκες ...Παρθενικών Μεγαλοκαταστημάτων δίπλα στον Σφακιανάκη...
Το σίγουρο είναι πάντως ότι μετά από καμιά 20αριά χρόνια οι σημερινοί οπαδοί των Tokio Hotel θα τους θυμούνται για ‘εκείνο το κομμάτι’ με την νοσταλγική ενοχή με την οποία θυμόμαστε κι εμείς πολλά ονόματα (ή ονοματάκια των 80s). Έτσι τα φέρνει ο χρόνος, κάθε γενιά με τις «ένοχες» αναμνήσεις της.
Αρχικά είχα κρατήσει για ακροτελεύτια ατάκα του κείμενου το «μουσική για 17χρονα»... Θα ήταν όμως άδικο! Γιατί ακούγοντας εφηβικές και νεανικές μπάντες, εντός και εκτός Schoolwave, συνειδητοποιείς ότι η emo μόδα είναι μια μαγική τηλεοπτική εικόνα, ότι τα παιδιά που έχουν το ταλέντο, το πάθος, το συναίσθημα και τη θέληση για δημιουργία αγνοούν επιδεικτικά όλη αυτή την εικονική πραγματικότητα... Μουσική για 17χρονα λοιπόν; Όχι, ας μην τα υποτιμούμε τόσο πολύ τα 17χρονα...