The mande variations
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: η μόνη σχέση του υποφαινόμενου με την Αφρική έχει να κάνει μόνο με κάμποσα μπάνια στο Λιβυκό πέλαγος. Έτσι, φυσικά και δεν γνώριζα την Κόρα, την λεγόμενη και αφρικανική άρπα, στο παίξιμο της οποίας ειδικεύεται ο Toumani Diabate. Με λίγο διαδικτυακό ψάξιμο, όμως, εύκολα ανακάλυψα ότι πρόκειται για έγχορδο με 21 χορδές (η Κόρα που παίζει ο Diabate, 2 σειρές 10+11, από πετονιά) φτιαγμένο από νεροκολοκύθα και δέρμα αγελάδας. Όπως κάθε ιδιαίτερος ήχος, έτσι και ο ήχος της Κόρα είναι δύσκολο να περιγραφεί, αλλά θυμίζει εκπληκτικά τον ήχο που έβγαζε το αρμόνιο των παιδικών μου χρόνων όταν πάταγα το κουμπί harpsichord.
Και μιας και ξεκίνησα με αναμνησιακό πισωγύρισμα, θα συμπλήρωνα εδώ ότι μπορεί να μην μου έμεινε τίποτα από τα σχολικά βιβλία της Γεωγραφίας για την χώρα καταγωγής του Diabate (π.χ. το νόμισμα, η πρωτεύουσα, τι προϊόντα εξάγει, το αποικιακό της παρελθόν κ.λπ.), αλλά η δια βίου (μουσική) εκπαίδευση φέρνει συνειρμικά με το άκουσμα της λέξης Μάλι διάφορα ονόματα: Δυτική Αφρική, Ali Farka Toure, Salif Keita, Tinariwen, Amadou & Mariam. Πλάι στους προηγούμενους, θα μπορούσε να σταθεί επάξια και ο Toumani Diabate, ο οποίος έχει ανεβάσει επάξια της μετοχές του στο παγκόσμιο μουσικό χρηματιστήριο κυκλοφορώντας φέτος μόλις τον 2ο προσωπικό δίσκο (μετά το Kaira του 1987). Στο μεγάλο αυτό μεσοδιάστημα, μόνο ανενεργός δεν ήταν: πολλές και καλές συνεργασίας είτε με συμπατριώτες συνοδοιπόρους (Ali Farka Toure, Ballake Sissoko και την παν-αφρικανική Symmetric Orchestra), είτε με Δυτικούς μουσικούς που ζήλεψαν και θέλησαν λίγη αφρικανική σκόνη στα μάλλον καλογυαλισμένα αμάξια τους (Taj Majal, Damon Albarn, Bjork). Για την εξαιρετική διπλή συνεργασία του Diabate με το flamenco τρίο των Ketama τα είπαμε και αλλού. Και παρεμπιπτόντως, ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του καθ' όλα σχετικού David Byrne για το πρόσφατο ενδιαφέρον της Δύσης για την ethnic μουσική υπάρχει εδώ (σε απόδοση Λεωνίδα Αντωνόπουλου).
"The Mande Variations" λοιπόν! Δεν είμαι σίγουρος ότι ο τίτλος παραπέμπει στο "The Goldberg Variations" του Bach (η μουσική του Diabate κρυφοκοιτάζει λίγο και προς τη Δυτική μουσική, άλλωστε και ο ίδιος έζησε στο Λονδίνο), αλλά διάφορες συνεντεύξεις/δηλώσεις του μουσικού που πέτυχα, τείνουν προς μια (αρκετά συνήθη σε τέτοιες περιπτώσεις) αποστροφή προς την Δυτική μουσική και τη Δύση γενικότερα και παράλληλη εξιδανίκευση της "πνευματικής" μη-Δυτικής μουσικής. Τα κλισέ, σε ό,τι και να αφορούν, μόνο καλό δεν κάνουν. Οι πρόσφατες και ξαφνικές ερωτοτροπίες, όμως, της Δύσης προς την αφρικανική κουλτούρα και μουσική, την "αυθεντικότητα" και τον "εξωτισμό" της, δίνουν το δικαίωμα και το πάτημα για κάποιου είδους ρεβάνς.
Ας επιστρέψουμε στα του δίσκου όμως. Όποιος είναι διατεθειμένος να βουτήξει σε μια τόσο μοναχική, για τα σύγχρονα δεδομένα, δουλειά και έχοντας μια θετική προδιάθεση προς το είδος, θα ανταμειφτεί πλήρως. Δεν ξέρω πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η παραγωγή για έναν τόσο καθαρά οργανικό ήχο, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι εξαιρετική. Φυσικά και δεν υπάρχουν overdubs και λοιπές επεξεργασίες και φυσικά είναι αρκετά δύσκολο να ξεχωρίσεις (και να διακρίνεις) συγκεκριμένα κομμάτια μέσα στα 56 λεπτά αυτοσχεδιασμού του δίσκου. Οι διάσπαρτες στο δίσκο δεξιοτεχνικές κορυφώσεις (τουτέστιν εκεί που αναφωνείς "μα τι παίζει ο κερατάς"), αποτελούν τα στολίδια ενός έτσι και αλλιώς εθιστικού ήχου ενώ η εισαγωγή του "Cantelowes" με το μοτίβο του "The good, the bad and the ugly" του Morricone, εκπλήσσει ευχάριστα, θυμίζοντας ότι ο Diabate ζει στον ίδιο κόσμο που ζούμε όλοι μας και όχι κάπου ξεχασμένος σε κάποια έρημο.
Έχοντας κληρονομήσει την ιδιότητα του μουσικού από τους (επίσης μουσικούς) γονείς του (που ανήκουν σε κάποιου είδους μουσικής κάστας, κάτι σαν βάρδοι φαντάζομαι) και μια μουσική παράδοση συνέχειας 700 χρόνων (με τις ανάλογες συνεχείς μικροαλλαγές ή καλύτερα "παραλλαγές"), η μουσική του Diabate αποπνέει την τελειότητα και την αυτοπεποίθηση του δοκιμασμένου και σμιλεμένου από τον χρόνο έργου. Μετά από όλα αυτά, αναρωτιέμαι πώς θα ακούγεται η ροκ μουσική σε 700 χρόνια!