Κανόνας απαράβατος: Να μεγαλώνεις σημαίνει να φθείρεσαι! Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτήν την αρχή της φθοράς. Αλλά ισχύει αυτό για όλα; Ισχύει για τα αισθήματα, για τα οράματα, για τα έργα τέχνης; Χμ, συζητήσιμο. Για τα αισθήματα μάλλον ισχύει. Ο έρωτας καθώς φορτώνεται με λεπτά και δευτερόλεπτα, ηρεμεί και μεταλλάσσεται σε κάτι διαφορετικό, είτε αυτό είναι αγάπη, είτε αδιαφορία. Το μίσος καταλαγιάζει. Η οδύνη απαλύνεται. Για τα έργα τέχνης σίγουρα δεν ισχύει. Με όσα χρόνια και αιώνες και αν επιβαρυνθούν, δεν παύουν να γεννούν συμβολισμούς και αλληγορίες, να εξιτάρουν την φαντασία, να καλλιεργούν την ευγένεια της ψυχής και να καταπολεμούν την αποκτήνωση. Με τα οράματα τι γίνεται; Μεγαλώνουν και φθείρονται; Μεγαλώνουν και φθείρονται αυτοί που τα υπηρετούν; Φθείρεται η ένταση με την οποία τα υπηρετούν;
Οι TRANSGLOBAL UNDERGROUND όταν ξεκίνησαν έμοιαζαν ταγμένοι στο όραμα της παγκοσμιότητας: μουσικής και φυλετικής! Ήθελαν να τα παντρέψουν όλα: ήχους, εικόνα, πολιτισμούς, μουσικά είδη, σύμβολα, όργανα, γλώσσες, παραμύθια, πραγματικότητα, τα πάντα μέσα σ' ένα καλοδουλεμένο περιτύλιγμα, που σ' έστελνε παραπέρα. Μαζί με τους LOOP GURU και τους FUN-DA-MENTAL, δημιούργησαν ένα καινούργιο θαυμαστό μουσικό κόσμο, που φαινόταν ότι σαν παλιρροϊκό κύμα θα κατέκλυζε τα πάντα. Συνέχισαν την πορεία τους μ' αυτή την ρότα που έδενε dance, αφρικάνικη παράδοση, ragga, drum'n'bass, σιτάρ, dub, electronica, trip-hop, τάμπλας, πολυνησιακά φωνητικά, χορό της κοιλιάς, νεπαλέζικες μάσκες που φορούσαν οι φύλακες του Ιερού Ναού, αράβικες μελωδίες και δυτικότροπες τεχνικές. Οι djs μπερδεύτηκαν. Μάλιστα κάποιοι έπαιζαν το Temple Head σε 45 στροφές αντί για 33.
Η συνέχεια ήταν η αναμενόμενη. Τα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης, σχετικά και άσχετα με το θέμα, τους περιέβαλαν με την πλαστική αγάπη που μυρίζει χρήμα, τους έχρισαν ιππότες της διαφορετικότητας και τους κατέβασαν στην αρένα της βιομηχανίας του θεάματος. Κόσμος μπαινόβγαινε στη σύνθεση του συγκροτήματος, προσθέτοντας ή αφαιρώντας κάποια σημαντικά χαρακτηριστικά (βλέπε Natacha Atlas). Η αρχική έκπληξη οπισθοχωρούσε στην επέλαση της προγραμματισμένης ωριμότητας. Οι αιχμές γινόταν σταδιακά όλο και πιο στρογγυλεμένες. Οι δουλειές τους είχαν περισσότερο λούστρο σε βάρος της ουσίας. Η γοητεία -έστω και αναμενόμενη- όμως, αναδυόταν από κάθε σύνθεση τους. Και αυτό συντηρεί το μύθο τους.
Είναι η πρώτη αίσθηση που σου αφήνει εξάλλου και η τελευταία τους δουλειά "YES BOSS FOOD CORNER". Όλα εδώ είναι γνωστά και οικεία. Τα χρώματα στο εξώφυλλο, οι Man Tu, Kasiek, Tuup που ήταν από τις αρχικές μονάδες του project, οι καταιγιστικοί ρυθμοί, τα εξωτικά φωνητικά, τα περίεργα όργανα, οι στίχοι που παραπέμπουν σε ονειρικές καταστάσεις, το πάθος στην ερμηνεία, οι διακριτικές αλλά εμπρηστικές πινελιές στην ενορχήστρωση, η multi-culti αντίληψη, και η μουσική ενέργεια που ασφυκτιά εγκλωβισμένη στα συγκεκριμένα χρονικά όρια της κάθε σύνθεσης. Στοιχεία που συνιστούν ένα υπέροχο άλμπουμ, αλλά δεν γεννούν το απρόσμενο. Και αυτό έχει σαν συνέπεια το όραμα να φαίνεται όχι φθαρμένο, αλλά μεταχειρισμένο.