Into the great wide yonder
Είναι ένα απ'τα μεγαλύτερα ταλέντα στην ηλεκτρονική μουσική, σύμφωνα με το βιογραφικό του. Ορθόν. Του Πάνου Πανότα
Ιστορικά αν το πάρεις, δεν υπήρξε περίοδος στη μουσική που κάποιοι δεν καταπιάστηκαν με το να επεκτείνουν τα όρια του συνδυασμού: "ευφάνταστο" συν "παράδοξο" με έξυπνο happy end. Τα κατορθώματα των οποίων έρχονται ξανά και ξανά, όπως με της μικρής Αλίκης του Λίουις Κάρολ. Κι είναι από μόνα τους ένας άλλος συνδυασμός..., μπορεί και συνδυασμός συνδυασμού, μην το πω...
Κι εκεί που το ονοματεπώνυμο ως υπογραφή του συγγραφέα της "χώρας των θαυμάτων" ήταν σαν ψευδορκία (Charles Lutwidge Dodgson το πραγματικό του), για να μπερδέψει ακόμα περισσότερο την άδηλη ασάφεια που ενείχε ο αιθέριος κόσμος κι οι ονειροκρίτες, ο Anders Trentemoller απ' την Κοπεγχάγη προμελετάει και κάνει μια όμοια δουλειά, εμπίπτοντας σφαιρικά στο κόνσεπτ, ενώ μας συστήνεται με το κανονικό του, κι αυτό ανελλιπώς απ' το '00 που εισήλθε στη μεγάλη μας οικογένεια. Μεγάλη τόσο, όμως, δεν είναι κι η πόλη απ' όπου προέρχεται, ούτε και χρήζει τιμητικών αξιώσεων κι επιδόσεων: οι Efterklang κι ο Kenneth Bager που έθρεψε ήταν όντως επιτυχία για την κλίμακα, αλλά οι πρώτοι πιάνονται και δεν πιάνονται μετά το "Tripper" του '04. Οπότε κι η απ' τους πάντες αποδοχή του "The Last Resort" πριν 4 χρόνια που μένει, λειτούργησε κι ως πρέσβης των ορίων της δανέζικης, πρωτευουσιάνικης electronica. Αστειεύομαι, ολόκληρης της ευρωπαϊκής εννοούσα, ασφαλώς.
Το "Into The Great Wide Yonder", το φετινό δεύτερο άλμπουμ του Trentemoller κρίνεται τουλάχιστον ως εντυπωσιακό. Άγνωστο αν η αυτοδιαχείριση το έκρινε στα κρίσιμα σημεία (το 'βγαλε στο νεοσύστατο, δικό του label), αλλά ο συνθετικός νους παρουσιάζεται εξωπραγματικά λυμένος. "Twin Peaks" soundtracks και ποπ, κάποτε σκοτεινά μπιτ, απ' το βασικό 4/4 ρυθμό μέχρι πιο σύνθετους, ηλεκτρονικά με αναλογικά μπλεγμένα αδιαίρετα, αναφορές που φέρνουν αισθητικά σε ατμόσφαιρες κινηματογραφικών συνθετών κι ερμηνευτικά σε αδερφές και ξαδέρφες της Hope Sandoval, εμπλουτισμός, λίγο 90s Bristol, λίγο Bjork, τραγούδια με δυναμικές, μα πάνω απ' όλα είναι η ικανότητα του δημιουργού να εντοπίζει παντού λεπτομέρειες στους ήχους. Λεπτομέρειες, όμως... Υπερισχύει κάποια; Δεν υπερισχύει; Άνευ σημασίας προβληματισμός, το άλμπουμ καθίσταται must έστω κι αν η απάντηση καθυστερήσει, ακόμη κι αν δε σώσει να 'ρθει ποτέ της. Αν θέλετε το συμπέρασμα, αρκεί ως κάπου εδώ η ανάγνωση. Αν θέλετε και τίτλους, κρατήστε ό,τι απόθεμα υπομονής σάς περίσσεψε για περιστάσεις του μέλλοντος: Δεν ξεχωρίζει κάποιος περισσότερο από άλλον, ίσως οι "Haxan", "Sycamore Feeling", "... Even Though You're With Another Girl" και "Shades Of Marble" να 'ναι οι πιο ραδιοφωνικοί ή πιασάρικοι, αλλά αυτό δεν ήταν ποτέ το πρωτεύον κριτήριο.
Πιστεύω ότι οι δίσκοι είναι περίπου όπως τα λογοτεχνικά βιβλία, τελικά κανείς δεν τους ζητάει να λένε μόνον την αλήθεια. Ούτε και να την παραποιούν, εντούτοις, το αποδεκτό όριο βρίσκεται σ' ένα καλό κρύψιμο, ώστε γραφιάς κι αποτέλεσμα να δίνουν την εντύπωση πως αγνοούν ακόμη και την ορθογραφία της λέξης "λογικός". Ψάχνοντας καινούργιο ακροατήριο πριν καν σκονιστεί το παλιό, ανέλπιστα μα σοφά στο timing (ήδη απ' το 2ο δίσκο, όπως το προτιμούμε), ο Δανός προσκαλεί στο παρόν τον Fyfe Dangerfield των Guillemots, ψήφο εμπιστοσύνης στα βρετανικά νησιά, και τις Josephine Philip, Marie Fisker, Solveig Sandnes, τρεις απ' τις αισθαντικότερες εγχώριες στο μικρόφωνο.
Η μάθηση αποτυγχάνει, λένε, όταν δε γεννάει επινοήσεις. Η μουσική απλά όταν αναπαράγει τις επιρροές της και δεν κουνιέται ρούπι απ' τη θέση που αυτές τις δίνουν. Ο Anders Trentemoller είναι εφευρέτης, και σάμπως να μην τον αφορά κάτι απ' τα δυο. Διότι σε κάθε περίπτωση υπάρχει κι ο τρίτος δρόμος-εκδοχή, του πόσο είναι κανείς διατεθειμένος να θυσιάσει και να θυσιαστεί κυνηγώντας νοήματα που δεν έχουν εξερευνηθεί. Κι όπως τον βαδίζει, το γνωρίζει πάρα πολύ καλά.