H πολύχρονη (απ' το '91) και δισκογραφικά γόνιμη πορεία των Trumans Water υπήρξε μοναχική. Επέλεξαν να ακολουθήσουν τον δικό τους δρόμο για τον θόρυβο στον οποίο οι ίδιοι παρέμειναν πιστοί, λίγοι όμως τους ακολούθησαν. Το πεδίο όπου ειδικεύτηκαν με τα χρόνια είναι το indie rock που αποδομούν συστηματικά, σαν ο (δάσκαλος) Captain Beefheart να συνάντησε τυχαία τους πρώιμους Sonic Youth σε κάποιο studio. Παντελής απουσία μελωδίας, κιθάρες που από την παραμόρφωση ακούγονται παράφωνες ή σαν δισκοπρίονα και, μαζί με την φωνή, μερικές φορές σαν να μαλώνουν γάτες κλεισμένες σ' ένα τσουβάλι. Ήχος ακραίος και οπωσδήποτε δύσκολος που, με την επιμονή τους να ηχογραφούν τα τραγούδια με την πρώτη, καταλήγει σε επίσης ακραία lo-fi αισθητική που κάνει τραγούδια ενός ή ενάμισυ λεπτού να ακούγονται σαν αυθόρμητα ξεσπάσματα, αρκετά ενδιαφέροντα αλλά όχι ιδιαίτερα ελκυστικά.
Όλα αυτά ίσως αλλάξουν με την τελευταία δουλειά των TW. Μετά από απουσία τριών χρόνων, η παρέα από το San Diego εμφανίζεται να κρατά (κάποιες) αποστάσεις από τα πιο ακραία συστατικά του ήχου της και να επικεντρώνεται στο καθαρό rock. Σκληρό όπως εξακολουθεί ν' ακούγεται σαν συνεχόμενα ξεσπάσματα, βρώμικο καθώς παραμένουν προσηλωμένοι στην ελάχιστη δυνατή χρήση του studio, εδώ όμως υπάρχουν τραγούδια που μπορούν να προσελκύσουν, ίσως και να χορευτούν, ακόμη και υποψίες μελωδίας.
Σε τραγούδια όπως τα 'Neither Created Nor Destroyed', 'Rock Of Gibraltar' και 'Trapeze Sharks' φαίνεται καθαρότερα η συγγένεια με τους Sonic Youth ενώ ο καλός Captain δεν απομακρύνεται ποτέ καθώς διατηρούν και την αυτοσχεδιαστική εντύπωση. Αλλού πηγαίνουν πιο πίσω, στους Rolling Stones των '70's με τα riffs και την ενέργεια των 'Say Hi To The Lie Machine' και 'Pry Stag Mile'. Στα 'Pony Dress' και 'Pulverizer Bear' όμως, τις καλύτερες στιγμές εδώ, οι TW στρέφονται ευδιάκριτα στο garage-punk αλλά και το καθαρό punk κάνοντας αρκετούς από τους σύγχρονους εκπροσώπους του Detroit ν' ακούγονται mainstream, όπου όμως και πάλι λάμπουν οι SY όπως και στο 'Some Things Feel Rough'.
Προς το τέλος τα πράγματα χαλαρώνουν και οι TW επιδίδονται σε (σχετικά ενδιαφέροντες) πειραματισμούς, με την συμμετοχή και του συμπολίτη τους Pall Jenkins που παίζει -φυσικά- πριόνι (υπάρχει πρόσφατα ένα κλίμα συνεργασίας με τους Black Heart Procession). Η απαραίτητη (λόγω Homesleep) σύνδεση με τους Pavement θα πρέπει να αναζητηθεί μάλλον στις κοινές ρίζες και την lo-fi αισθητική καθώς τα δύο group ξεκίνησαν την ίδια εποχή, παρακάμπτοντας βέβαια τις υπερβολές κάποιων εντύπων που θεωρούν ότι οι TW κάνουν τους τελευταίους ν' ακούγονται σαν τους U2!
Περισσότερο straight και επομένως πιο βατοί οι TW, αισθάνονται ίσως ότι δεν έχουν πλέον τίποτε ν' αποδείξουν και ίσως απογοητεύσουν ελαφρά τους παλαιότερους φίλους τους, ο δίσκος αυτός όμως είναι μάλλον η καλύτερη ευκαιρία για ν' αποκτήσουν καινούργιους. Χρειάζεται βέβαια κάποια προσπάθεια, καθώς εξακολουθούν ν' αρνούνται οποιαδήποτε ωραιοποίηση αλλά και την προσποιητή επιτακτικότητα, ακόμη και οργή άλλων συγχρόνων, δείχνοντας έτσι καθαρά ότι υπάρχει mainstream ακόμη και μέσα στο alternative rock κι ότι οι ίδιοι δεν ανήκουν σ' αυτό.