Πείραμα: αντιγράψτε τους στίχους από αυτό το άλμπουμ σε λευκό χαρτί και διαβάστε τους δυνατά. Θα διαπιστώσετε ότι στέκονται επάξια και από μόνοι τους, χωρίς μουσική. Εκεί είναι, κατά τη γνώμη μου και η ουσία από την περίπτωση 'Τρύπες': στον στίχο κατ' αρχήν και μετά στο ταίριασμά του με τη μουσική. Δεν είναι άλλο ένα ροκ άλμπουμ, είναι ένα άλμπουμ που κάτι έχει να πει. Το ότι το λέει με ροκ ρυθμούς, ακόμα καλύτερα.
Θα επιμείνω στο γεγονός της γλώσσας κι όχι μόνο γιατί τούτο το κείμενο είναι στο πλαίσιο του αφιερώματος στο Ελληνόφωνο ροκ. Ελληνόφωνο είναι και το μεγαλύτερο μέρος του εμπορικού τραγουδιού που καταναλώνεται στην Ελλάδα, π.χ. στις 'πίστες'. Από την άλλη μεριά, ροκ αρχέτυπα του τύπου 'σόλο ηλεκτρική κιθάρα' χρησιμοποιούνται από πολλούς, π.χ. από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Αξίζει όμως να εξηγήσουμε λίγο το αυτονόητο: το γιατί η φάση με τις Τρύπες είναι έτη φωτός μακριά από τα προηγούμενα παραδείγματα.
Η λέξη 'αυτονόητο' είναι το κλειδί πίσω από κάθε δημιουργική καινοτομία: εκείνο που τώρα όλοι το προσπερνάνε αδιάφορα, κάποια στιγμή έσκασε μύτη από το πουθενά. Εκεί πρέπει να αναζητήσουμε εκείνο που κάνει τον εν λόγω δίσκο ξεχωριστό: πρόκειται για μια καινοτομία σε δρόμους ροκ η οποία έδωσε φωνή και μελωδία σε ένα αχαρτογράφητο τμήμα της ελληνικής νεανικής κουλτούρας. Και το έκανε με τρόπο ευφυή και απροσποίητο συνάμα, με ευθύτητα αλλά και ευαισθησία στις γλωσσικές και μουσικές μεταφορές. Κοινώς, κατάφερε να πάει λίγο παραπέρα από τα γνωστά, τα χιλιοπατημένα μονοπάτια.
Δεν πρόκειται λοιπόν για άλλη μια καταναγκαστική προσπάθεια να χωρέσουν κάποιοι στίχοι σε ένα δεδομένο ρυθμό, όπως π.χ. συμβαίνει κατά κόρον στην Ελληνόφωνη πανκ σκηνή. Έχετε σκεφτεί ποτέ γιατί η πλειοψηφία των Ελληνόφωνων πανκ τραγουδιών ακούγονται σαν προσπάθεια να βάλει κάποιος το πόδι του σ' ένα παπούτσι τέσσερα νούμερα μικρότερο; Έχετε σκεφτεί ποτέ γιατί το να γελάει κάποιος με το ηχητικό αποτέλεσμα από π.χ. τις Χαρντκουράδες είναι πολύ διαφορετικό από το να γελάει με τις ροκ μανιέρες του Πανούση; Όσο κι αν η μουσική επιτρέπει στους στίχους να ξεφεύγουν από τα γνωστά συντακτικά περιθώρια, δεν μπορεί ποτέ να συγκαλύψει τελείως τη γλωσσική τους μήτρα.
Κάθε γλώσσα (άρα και η Ελληνική) έχει τις ιδιαιτερότητές της. Από την άλλη, οι ροκ ρυθμοί και τρόποι είναι κουβαλούν από πίσω τους μια εντυπωσιακή πληθώρα Αγγλοσαξωνικής παράδοσης. Ας εξηγήσω το παράδοξο πίσω από αυτές τις διαπιστώσεις μ' ένα φανταστικό παράδειγμα: ένας Νοτιοαφρικανός μπορεί να τραγουδήσει Νοτιοαφρικάνικα σε ρεμπέτικους δρόμους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έτσι γίνεται και αυτόματα τμήμα της συλλογικής ρεμπέτικης κουλτούρας. Αυτονόητο, θα μου πείτε... Ναι, αλλά θα μου επιτρέψετε να πάω το συλλογισμό λίγο παραπέρα. Ο τρόπος για να γίνει ο Νοτιοαφρικάνος του παραδείγματός μας ρεμπέτης, δεν είναι να καρφιτσώσει το τραγούδι του σε μια ρεμπέτικη κορνίζα, όπως καρφιτσώνουν τις πεταλούδες οι ταξινομητές του είδους. Όχι, ο μόνος τρόπος είναι μια συγκυρία που θα επιτρέψει στην ρεμπέτικη κουλτούρα να καθρεφτιστεί στο δημιούργημά του, να αναγνωρίσει εκεί τον εαυτό της και μ' αυτήν την αναγνώριση να συνεχίσει την πορεία της στο πεδίο της αναπαράστασης.
Έτσι διαβαίνει η ιστορία της μουσικής, της τέχνης: όχι με σειριακά βήματα από το Α στο Β αλλά πατώντας σε κάθε νέα γενιά που αναγνωρίζει τον εαυτό της σ' ένα από τα δημιουργήματά της. Γι' αυτό κι είναι τόσο ψεύτικο όλο αυτό το παιχνίδι με το mainstream (κοινό και καλλιτέχνες) η συνεργασία των οποίων σνομπάρει κάθε Althusser και κάθε Lacan με τον τρόπο κάποιου που "στον καθρέφτη του κοιτιέται, μοναχός του αγαπιέται".
Το μόνο κόλπο στην όλη υπόθεση είναι ότι ο καλλιτέχνης, όσο μάστορας κι αν είναι, δεν μπορεί ποτέ να προβλέψει ότι θα είναι στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή. Ευτυχώς για μας, οι Τρύπες ήταν εκεί ακριβώς που έπρεπε, όταν έπρεπε. Γι' αυτό και τόσοι έσπευσαν να καθρεφτιστούν στο παρόν βινύλιο, επιτρέποντας στο είδωλό τους να μείνει για πάντα νέο.
Πάμε πίσω στο πείραμά μας: αντιγράψτε τους στίχους από αυτό το άλμπουμ σε λευκό χαρτί και διαβάστε τους δυνατά. Εικόνες, ιδέες, μεταφορές και λαϊκοί μύθοι της αστικής νεολαίας της εποχής, όλα ειπωμένα με το νι και με το σίγμα. Ακόμα και τόσα χρόνια μετά εξακολουθούν να λένε κάτι στη νέα φουρνιά των εφήβων ενώ αντέχουν πολλαπλά αναγνώσματα από τους "παλιότερους". Αλλά, το ξέρω, το πείραμα αντέχει μόνο δυο φορές. Την τρίτη πρέπει απλά να βάλετε το δίσκο να παίξει και να τον χορέψετε όπως όπως.
Πέρα από γλωσσολογικές και σημειολογικές αναλύσεις, τούτος ο δίσκος κέρδισε επάξια την θέση του στην ιστορία, ακριβώς για την αίσθηση που προκάλεσε όταν πρωτοκυκλοφόρησε: σαν να περπατάς αμέριμνος στο πεζοδρόμιο μιας παράξενης πόλης χωρίς να ξέρεις ότι στο επόμενο στενό θα σου πέσει στο κεφάλι το στερεοφωνικό από ένα πάρτυ στον 13ο όροφο.