The Adornment Of Time
Καλό και το στούντιο, αλλά ο αυτοσχεδιασμός ζει και αναπνέει επί σκηνής... Της Ελένης Φουντή
Είναι τόσο ολοκληρωμένη μουσική προσωπικότητα ο Tyshwawn Sorey που ούτε καν νοητικά δεν μπορώ να τον κατατάξω σε κάποιο πεδίο. Ωραία, περιζήτητος τζαζ ντράμερ (δεν υπάρχει αξιόλογος άνθρωπος, από τον Vijay Iyer και την Sylvie Courvoisier μέχρι τον John Zorn, που να μην έχει συνεργαστεί μαζί του), επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου στην Αμερική (στη θέση του Anthony Braxton παρακαλώ), μεγάλος συνθέτης τζαζ αλλά και κλασικής μουσικής, βαθιά πολιτικοποιημένος μάλιστα (έχει ανεβάσει έργα σε αμερικάνικες Όπερες με αιχμή την ταυτότητά του ως αφροαμερικανού στην εποχή του Black Lives Matter, έχει γράψει ένα ορατόριο για την ακτιβίστρια και πράκτορα της γαλλικής αντίστασης Josephine Baker, κ.α.), αλλά και επιδέξιος αυτοσχεδιαστής. Και αναφορικά με αυτό ειδικά, δηλαδή το πώς συνυπάρχει ο αυτοσχεδιασμός με τη σύνθεση στη δουλειά του Sorey, δεν χρειάζονται πολλά. Ακούστε το περσινό “Pillars” στην Firehouse 12 Records να μεταφερθείτε κατευθείαν σε άλλη διάσταση.
Λοιπόν, δεν είναι κατατάξιμος. Είναι ένας ακραία ανήσυχος, ταλαντούχος και εφευρετικός δημιουργός και κατά τη γνώμη μου ένα από τα σπουδαιότερα ονόματα στη σύγχρονη τζαζ και κλασική μουσική, που συνεχώς γκρεμίζει σύνορα, επαναπροσδιορίζει έννοιες και μουσικά σχήματα.
Το “The Adornment Of Time” είναι κατά κάποιο τρόπο ο αντίποδας του “Pillars”. Ο χρόνος στο “Pillars” σταματάει. Πετάς το ρολόι από το παράθυρο και ακούς, διαφορετικά βάλε κάτι άλλο, δεν έχει νόημα. Το “The Adornment Of Time” αντίθετα είναι σαν ενεργό ηφαίστειο με συνεχή σημάδια δραστηριότητας (και χρήζει αδιάλειπτης παρακολούθησης προφανώς). Επίσης εδώ απουσιάζει τελείως το στοιχείο της σύνθεσης, καθώς έχουμε ένα 100% αυτοσχεδιαστικό έργο, όπως διαβάζω στο Δελτίο Τύπου της Pi Recordings. Απαραίτητη η διευκρίνιση παρεμπιπτόντως, γιατί μοιάζει απίστευτο ότι αυτή η δουλειά δεν περιλαμβάνει συνθέσεις ή έστω κάποια εκ των προτέρων οργάνωση.
Πρόκειται για ζωντανή ηχογράφηση στη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο του 2018, για την οποία ο Sorey ζήτησε ειδικά τη συμμετοχή της Marilyn Crispell. Η οποία δεν είναι καμιά τυχαία πιανίστρια βέβαια. Τα τελευταία 40 χρόνια έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες και ποιητές, με τον Roscoe Mitchell, τον Henry Grimes, ήταν μέλος του κουαρτέτου του Anthony Braxton επί δεκαετία και βέβαια μια ματιά να ρίξεις στη δισκογραφία της, βλέπεις FMP, Leo Records, ECM, Intakt και Tzadik (μεταξύ άλλων). Δεν είναι λίγο να έχεις ηχογραφήσει στις σπουδαιότερες τζαζ εταιρείες του κόσμου.
Για τις ανάγκες της κοινής τους εμφάνισης έστησαν μια εντελώς σκοτεινή σκηνή, στην οποία έπεφτε μόνο λίγο φως πάνω στα ντραμς και το πιάνο. Προσθέστε και το ότι δεν συζητήθηκε το παραμικρό από πριν, μιλάμε για ταξίδι στο άγνωστο. Παρά ταύτα, το εκπληκτικό με αυτή τη συνεργασία είναι ότι μοιάζει με μελετημένο έργο. Είναι αδιανόητος ο συγχρονισμός της Crispell με τον Sorey, η επιτομή θα έλεγα της καλλιτεχνικής επινοητικότητας που πατάει στη βαθιά επικοινωνία. Προφανώς είναι η εμπειρία (ιδίως της Crispell που είναι και η παλιά εδώ) σε συνδυασμό με τη χημεία μεταξύ τους που οδηγεί σε τέτοια δυσθεώρητα επίπεδα αλληλεπίδρασης. Αρκεί να σας πω ότι στα πρώτα λεπτά του δίσκου υπάρχουν στιγμές που δύσκολα αντιλαμβάνεσαι αν ακούς πιάνο ή ντραμς. Για τέτοια συνοχή μιλάμε.
Το “The Adornment Of Time” περιλαμβάνει ένα ωριαίο κομμάτι, που αναπτύσσεται σε επιμέρους θεματικές ενότητες με αντικρουόμενες ορέξεις και εντάσεις, από την σιωπή σχεδόν μέχρι την πιο υπέροχη ανακατωσούρα θορύβου. Υπάρχει μια διάχυτη παιχνιδιάρικη διάθεση που όμως κινείται εντός γηπέδου. Μόλις νιώσεις ότι τείνει να ξεφύγει η μπάλα, παρεμβαίνουν αμέσως οι θεατές στην κερκίδα (που κατά σύμπτωση λέγονται όλοι “Σοβαρότητα”) και την επαναφέρουν. Η αλήθεια είναι πως κάποιες στιγμές με τρώει η περιέργεια να δω τι θα συνέβαινε αν οι θεατές είχαν πεταχτεί εκείνη την ώρα για μπύρα στο κυλικείο, αλλά το αποτέλεσμα είναι τόσο καλό που δεν έχει σημασία. Ίσως, αντίθετα, έχει μεγαλύτερη αξία το ότι εδώ ακούς πώς ακριβώς εμφυσείται η τεχνική της on-the-spot σύνθεσης μέσα σε μία αμιγώς αυτοσχεδιαστική δουλειά στη σκηνή.
Η Crispell είναι τρομερά εκφραστική πιανίστρια και ταυτόχρονα έχει τα πάντα υπό έλεγχο. Το παίξιμό της είναι αλλού μινιμαλιστικό, κάποιες στιγμές νωχελικό και ζεστό, αλλού καλπάζον και ο Sorey συνοδεύει αλλά και διευθύνει εντυπωσιακά, με πραγματική όρεξη για free jazz drumming με ευαισθησία, υπνωτικά περάσματα και εκρηκτικά ξεσπάσματα (ακόμα ένα στοιχείο που τοποθετεί το “The Adornment Of Time” σε εκ διαμέτρου αντίθετη θέση από το “Pillars”).
Εν τέλει, ο Tyshawn Sorey και η Marilyn Crispell περνάνε καλά μαζί κι αυτό που μου μένει ακούγοντας τον δίσκο είναι η επιθυμία να τους δω κι εγώ ζωντανά, γιατί υπάρχει μια γοητευτική κλιμάκωση στον τρόπο που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Κρατάμε τη χημεία και τον συγχρονισμό, πετάμε την επαναληψιμότητα στη θάλασσα (τεράστια απόλαυση αυτό για μένα προσωπικά, καθώς δεν πολυσυμπαθώ τη συμμετρία) και πάμε εκεί που μας οδηγεί η αμοιβαία μας έμπνευση. Για να φτιάξουμε νέα οράματα.