Songs Of Innocence
Ποιους U2 πρέπει να κληροδοτήσουμε σε παιδιά, ανίψια και μέλλουσες γενιές; Του Γιώργου Λεβέντη
Tι περιμένουν οι U2 για να το διαλύσουν; Η θεωρία μου είναι πως περιμένουν το backlash στο εικοσαετές backlash. Τη στιγμή που θα θεωρείται πια δείγμα νωθρότητας και ευκολίας το να τους κράξεις. Πιστεύω ακράδαντα πως το management αφιερώνει άπειρο χρόνο στο να παρακολουθεί όλα τα έντυπα, όλα τα σάιτ και όλα τα φόρουμ σε ολόκληρο τον πλανήτη. Πληρώνουν σίγουρα και Έλληνα που θα τους μεταφράσει όσα γράφω. Τη στιγμή που θα βρεθεί ο πρώτος άνθρωπος που θα γράψει επωνύμως 'ρε παιδιά παραείναι εύκολος στόχος, φτάνει'', οι U2 θα διαλυθούν ευτυχισμένοι. Συμβαίνει ήδη με τους Coldplay. Θα συμβεί αργά ή γρήγορα με το hair metal. H ώρα που το box-set του Nik Kershaw θα συνοδευτεί από τετράστερα και κείμενα με τη λέξη ''παρεξηγημένος'' , θα φτάσει και αυτή. Θα τα δούμε όλα, εκτός από το να παλιώνει το αστείο με τους U2.
Μοίρα αναμενόμενη, αλλά μοίρα άδικη. Σεβαστό ποσοστό των φαν και πιθανότατα η πλειοψηφία όσων διαβάζουν αυτό το σάιτ, προτιμά να φαντάζεται τους U2 να διαλύονται το 1983, να μη γνωρίζουν ποτέ τον Eno και να παίρνουν τη θέση των Comsat Angels στις γνωστές συγκινητικές ροκ ιστορίες για τα συγκροτήματα που είδαν τον κόσμο μπροστά τους ,αλλά αρνήθηκαν να τον κατακτήσουν. Σόρι, αλλά τρίχες. Τα untouchable 3,5 λεπτά του ''Ι will follow'' παραμένουν η πεισματική απόδειξη πως αν είσαι σε θέση να προσπεράσεις αδιάφορος το new wave (την καλύτερη μουσική που παίχτηκε ποτέ) και να μην πάθεις τίποτε, έχεις κάποιο στοιχειώδες γενετικό μουσικό ταλέντο που σου επιτρέπει να μη χρειάζεται να διαλυθείς για να μείνεις αξιοπρεπής. Κανείς δε χρειάζεται να φανταστεί τους U2 να κάνουν παρέα στους Sound και σε λοιπούς post-punk καταραμένους, όταν μπορεί να τους φανταστεί να γίνονται μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους.
Οι U2 δικαίως βαρύνονται με τα όσα το κοινό καλό γούστο τους χρεώνει, αλλά η αλήθεια είναι πως μέχρι το 1998 δεν υπήρξαν επί της ουσίας κακή μπάντα. Υπήρξαν κυνικοί (αλλά τουλάχιστον έντιμοι) με την εξάρτησή τους από την παραγωγή και τα άλμπουμ ανα τετραετία και σίγουρα υπήρξαν γραφικοί την εποχή της απόλυτης παράδοσής τους στην Αμερική (για την ακρίβεια σε ό,τι εξέλαβαν ως Αμερική). Σήμερα όμως χρειάζεται απλά μια ακρόαση της υπερτιμημένης μελούρας του Automatic for the People ή του κακοχωνεμένου ροκ του Monster, για να καταλάβεις πως υπάρχουν και χειρότερα πράγματα που μπορείς να πάθεις ως μουσικός δεινόσαυρος από το να γράψεις ένα ''Αcrobat'', ένα ''Love Is Blindness'' ή ένα ''Gone''. Η απλή αλήθεια είναι πως για μπάντα που ταυτίστηκε όσο καμιά με τον κυνισμό της βιομηχανίας, οι U2 διαχειρίστηκαν το μύθο τους με σοκαριστική αφέλεια, προχειρότητα και καταγέλαστο άγχος. Ίσως βέβαια απλά τόσο να μπορούσαν.
Έχοντας φτάσει, λοιπόν, στο σημείο που όπως σωστά έχει ειπωθεί ακούγεσαι σαν τις μπάντες που σε έχουν αντιγράψει χρειάζεσαι δύο πράγματα για να μη γελοιοποιηθείς εντελώς. Μια στοιχειώδη φλόγα και μερικά τραγούδια της προκοπής. Στο Songs Of Innocence υπάρχει το πρώτο αλλά όχι το δεύτερο. Παραδόξως αυτή είναι η πρώτη φορά μετά το 2000 που η προσπάθεια των U2 να συναντήσουν τον κλασικό ροκ εαυτό τους (ό,τι και αν σημαίνει αυτό) φαίνεται σχετικά πειστική και ικανή να κερδίσει όχι μόνο όσους αυτό περιμένουν από την μπάντα, αλλά και όσους (όπως ο υποφαινόμενος) πιστεύουν πως την καλύτερη μουσική τους την έγραψαν μετά τα τριάντα. Τι να το κάνεις το φιλότιμο όμως όταν τα τραγούδια είναι πάρε το ένα και χτύπα το άλλο; Το ''Τhe Miracle (Of Joey Ramone)'' που ανοίγει το άλμπουμ, μια από κάθε άποψη αντιαισθητική σαχλαμάρα, στέκει επάξια δίπλα στα ''For your own Good'', ''Jam of the Year'' και σε παρόμοιες αψυχολόγητες επιλογές εναρκτήριων κομματιών από καλλιτέχνες που αναρωτιέσαι ώρες ώρες γιατί ακριβώς πληρώνουν το στρατό που τους περιβάλλει. To ψευτο-funk του ''Volcano'' που σε άλλες εποχές θα γινόταν αφορμή για έναν στροβιλιστικό κολλητικό ύμνο, εδώ βγάζει το χειρότερο εαυτό της μπάντας, Οι πραγματικά τραγικές στιγμές των U2 δεν ήταν ποτέ αυτές που τους έδειχναν να οδηγούνται ενσυνείδητα προς την αυτογελοιοποίηση (αυτό τουλάχιστον δείχνει χαρακτήρα), αλλά αυτές στις οποίες δεν ήξεραν που θέλουν να πάνε. Ένα δεν αρνήθηκε στους U2 ακόμη και ο χειρότερος εχθρός τους, το ότι διαθέτουν έναν από τους σπουδαιότερους κιθαρίστες που είχε ποτέ γκρουπ του μεγέθους τους, και ακόμη και αυτός εδώ χάνεται μέσα στην τσαπατσουλιά και τη σύγχυση της όλης προσπάθειας. Τους ακούς να συμπεριφέρονται στο ''California (There is No End To Love)'' σαν δεκατετράχρονοι που πρωτοδιάβασαν σε μουσικό περιοδικό ότι είναι υποχρεωτικό να θαυμάζεις τον Brian Wilson και δεν ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις ή να κλάψεις με την κατάντια μιας μπάντας που κάποτε είχε τη συγκινητική αφέλεια να ανακαλύψει το πιο εφευρετικό ''κλασικό ροκ'' ever, χωρίς να το πάρει καν είδηση.
Με αυτά και με αυτά αυτό που μένει να σώσει την κατάσταση προσφέροντας λίγο ενδιαφέρον είναι οι νοσταλγικοί και αυτοψυχαναλυτικοί στίχοι του Bono, δηλαδή καλύτερα να μην έμενε τίποτε για να τη σώσει. Αν έχεις την υπομονή του παλιού φαν που έχει υποστεί χειρότερα από το στόμα του, θα βρεις συμπαθητικές στιγμές που θα σε κάνουν να βάλεις ένα κομμάτι και δεύτερη φορά, όπως το ''Iris ( Ηοld me Close)'' που συνοδεύεται και από την πιο αξιόλογη δουλειά του Εdge στο δίσκο ή το ''Cedarwood Road''. Το ''Raised by the Wolves'', ενώ ξεκινάει υποσχόμενα, καταλαβαίνεις γρήγορα πως είναι το πιο πολιτικό τραγούδι του δίσκου, αλλά εδώ η υπομονή του παλιού φαν δεν είναι καν δικαιολογία, γιατί κανείς άνθρωπος δεν αξίζει να υποστεί ένα πολιτικό τραγούδι των U2 το 2014. Όσο για την παραγωγή, το άλλο παραδοσιακά πολυσυζητημενο συστατικό της κάθε δουλειάς τους, πολλή κουβέντα για το τίποτε. Οι U2 πια βγάζουν αποκλειστικά μπερδεμένους, soft-rock δίσκους με σκοπό να πετύχουν ένα ή δύο χιτ που θα προστεθούν στο σετ της περιοδείας. Με άλλα λόγια, αν το μόνο που κατορθώνει ο Danger Mouse είναι να κάνει ένα τραγούδι -''Τhis is Where You Can Reach Me Now''- που υποτίθεται πως αποτελεί φόρο τιμής στον Strummer να ακούγεται ως το τραγούδι των Black Keys που έχει αποφασίσει η εταιρεία πως θα γίνει πρώτο remix, τότε μικρό και το κακό και το καλό.
Γυρνάμε, λοιπόν, στο αιώνιο ερώτημα. Αφού η ιστορία των U2 αξίζει να ειπωθεί - και κανείς δε θα το αλλάξει αυτό- ποιους U2 πρέπει να κληροδοτήσουμε σε παιδιά, ανίψια και μέλλουσες γενιές, μιας και όπως φαίνεται κανείς δε θέλει να τους γνωρίσει όπως είναι, με τα καλά και τα στραβά τους; Αν πρέπει να απαντήσω κάτι, θα πω πως ανάμεσα στους λιγοστούς θριάμβους τους, στις αρκετές παρεξηγημένες τους στιγμές και στα αυταπόδεικτα μουσικά και ιδεολογικά ναδίρ, υπάρχει μια εκδοχή των U2 που δε συζητείται σχεδόν ποτέ. Οι U2 ως carefree ποπ συγκρότημα. Από το ''Party Girl'' και το ''11 Ο'clock Tick Tock'' έως b-sides όπως τα ''Spanish Eyes'' και το ''Lady with the Spinning Head'', όποτε οι U2 άφησαν τους εαυτούς τους ελεύθερους, όποτε υπήρξαν αρκετά γενναίοι ώστε να μη θέλουν να θεωρηθούν σημαντικοί, τα αποτελέσματα υπήρξαν έως και αξιολάτρευτα. Ο αριθμός των ανθρώπων που τους είδαν live χωρίς να έχουν αγοράσει έναν δίσκο τους είναι όντως απελπιστικά υψηλός. Οι φορές που εκβίασαν ή και αγόρασαν τη μουσική τους εξέλιξη, αντί να αφήσουν την έμπνευση να τους τη φέρει, ήταν επίσης πολλές. Αν για αυτούς τους λόγους η Ιστορία τελικά τους αντιμετωπίσει όπως και οι σύγχρονοί τους, κατανοητό και ας πρόσεχαν. Κανείς πάντως δεν μπορεί να υποστηρίξει πως έψαξε για δέκα με δώδεκα αξιόλογα τραγούδια τους, στα οποία το μόνο που ζήτησαν από το κοινό ήταν να χορέψει μαζί τους και δεν τα βρήκε. Όποιος τα μαζέψει σε ένα cd, θα έχει δημιουργήσει τον πρώτο κοινής αποδοχής δίσκο των U2. Remember them this way.